Η ελληνική οικονομία ξεπερνά σε ρυθμούς ανάπτυξης και σημειώνει χαμηλότερο πληθωρισμό από την Ευρωζώνη, ωστόσο η χώρα προετοιμάζεται για τις εκλογές της 21ης Μαΐου, εξηγεί ο αμερικανικός οίκος της Goldman Sachs.
«Αν και οι δημοσκοπήσεις δείχνουν σαφές προβάδισμα στη Νέα Δημοκρατία και στον πρωθυπουργό Μητσοτάκη, είναι απίθανο το πρώτο κόμμα να μπορέσει να εξασφαλίσει κοινοβουλευτική πλειοψηφία. Επομένως οι πιθανότερες είναι είτε θα σχηματιστεί κυβέρνηση συνεργασίας μεταξύ της ΝΔ και του ΠΑΣΟΚ, είτε θα προκηρυχθούν νέες εκλογές για τις αρχές Ιουλίου, αξιοποιώντας το νέο εκλογικό σύστημα που παρέχει μπόνους εδρών στα μεγαλύτερα κόμματα. Η ΝΔ ενδέχεται να έχει κίνητρο να πιέσει για την ψηφοφορία του Ιουλίου, ώστε να επιτύχει μονοκομματική πλειοψηφία ή, τουλάχιστον, μεγαλύτερη δύναμη στο νέο κυβερνητικό συνασπισμό», εξηγεί η τράπεζα.
Η ελληνική κυβέρνηση του Μητσοτάκη παρουσίασε το Πρόγραμμα Σταθερότητας το Απρίλιο το είναι ένα φιλόδοξο σχέδιο για τη συνέχιση της μείωσης του δείκτη χρέους προς το ΑΕΠ. Με δεδομένη την ευνοϊκή οικονομική δυναμική, τη στήριξη του Ευρωπαϊκού Μηχανισμού Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας (RRF) και το χαμηλό κόστος του χρέους χάρη στα προγράμματα δανειακής βοήθειας, το σχέδιο της κυβέρνησης για την αύξηση του πρωτογενούς ισοζυγίου θα μπορούσε να μειώσει το λόγο δείκτη χρέους προς ΑΕΠ κατά σχεδόν 10 ποσοστιαίες μονάδες ετησίως τα επόμενα τρία χρόνια.
«Πιστεύουμε ότι το αποτέλεσμα των εκλογών θα είναι σημαντικό για την οριστικοποίηση της εφαρμογής του Ταμείου Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας (RRF) και τη διασφάλιση της μακροχρόνιας ανάπτυξης μέσω της συσσώρευσης κεφαλαίου. Η κυβέρνηση σχεδιάζει να τριπλασιάσει σχεδόν τις δαπάνες του RRF καθ’ όλη τη διάρκεια του 2023 και μια πειστική υλοποίηση αυτής της δέσμευσης θα είναι πιθανότατα το τελικό βήμα για τα ελληνικά κρατικά ομόλογα ώστε να ανακτήσουν την αξιολόγηση επενδυτικής βαθμίδας», εξηγεί η Goldman Sachs.
Η πορεία της οικονομίας και του χρέους
Η Ελλάδα δεν ανέκαμψε ποτέ πλήρως από τον συνδυασμό της παγκόσμιας χρηματοπιστωτικής κρίσης και της κρίσης δημόσιου χρέους. Το επίπεδο του ΑΕΠ πέρυσι παραμένει 26% κάτω από το 2008. Η Ελλάδα έχει τώρα μια άνευ προηγουμένου ευκαιρία, καθώς πρόκειται να λάβει ένα μακροχρόνιο ευρωπαϊκό πακέτο δημοσιονομικής στήριξης που υπερβαίνει το 3% του ΑΕΠ ετησίως. Δεδομένου ότι αυτή η δημοσιονομική στήριξη στοχεύει στις επενδύσεις και στο σχηματισμό κεφαλαίου, παρέχει στη χώρα την ευκαιρία να αντιμετωπίσει το μακροχρόνιο επενδυτικό της κενό. Μετά την κρίση δημόσιου χρέους, η Ελλάδα έχει επενδύσει σχεδόν 7% του ΑΕΠ λιγότερο από το μέσο όρο της Ευρωζώνης σε σχηματισμό κεφαλαίου. Παρόλο που η άμεση εφαρμογή του RRF αποτελεί πρόκληση για κάθε μεγάλη δικαιούχο χώρα, συμπεριλαμβανομένης της Ιταλίας και της Ισπανίας, η ελληνική κυβέρνηση σχεδιάζει τώρα να τριπλασιάσει σχεδόν τις χρηματοδοτούμενες από το RRF δαπάνες καθ’ όλη τη διάρκεια του 2023.