Σε ακόμη μία αύξηση των επιτοκίων, παρά τις τραπεζικές αναταράξεις και τις ανησυχίες για την Credit Suisse, προχώρησε η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα (ΕΚΤ), δίνοντας συνέχεια στην προσπάθεια αναχαίτισης του επίμονου πληθωριστικού προβλήματος.
Πιο συγκεκριμένα, οι κεντρικοί τραπεζίτες της Ευρωζώνης προχώρησαν σε παρέμβαση 50 μονάδων βάσης, αναθεωρώντας στο 3,5% το βασικό επιτόκιο (από 3% προηγουμένως), στο 3% το επιτόκιο καταθέσεων (από 2,5% προηγουμένως) και σε 3,75% το επιτόκιο οριακές χρηματοδότησης (από 3,25% προηγουμένως).
Η σημερινή απόφαση της κεντρικής τράπεζας επέρχεται σε μια ιδιαιτέρως δύσκολη συγκυρία για την Ευρώπη, μετά την ανάφλεξη των ανησυχιών για τη βιωσιμότητα της Credit Suisse. Η ελβετική τράπεζα αναγκάστηκε να ζητήσει έκτακτη χρηματοδότηση έως 50 δισ. φράγκων από την SNB (Ελβετική Κεντρική Τράπεζα), προκειμένου να καλύψει τις βραχυπρόθεσμες ανάγκες της.
Τι εκτιμούν οι αναλυτές
Ωστόσο, πολλοί αναλυτές θεωρούν ότι το πρόβλημα δεν έχει λυθεί, εκφράζοντας τον φόβο για μια επανάληψη των γεγονότων του 2007 – 2009, με την Credit Suisse να «ντύνεται» Lehman Brother’s και ενδεχόμενη κατάρρευσή της να πυροδοτεί ένα ντόμινο αρνητικών εξελίξεων.
Γι’ αυτόν ακριβώς τον λόγο, πολλοί αναλυτές εκτιμούν ότι η ΕΚΤ θα πρέπει να επιβραδύνει ή και να σταματήσει τις αυξήσεις επιτοκίων, οι οποίες ναι μεν συνδράμουν στην αναχαίτιση του επίμονου πληθωρισμού, αλλά ταυτόχρονα υποσκάπτουν την οικονομία και «φουσκώνουν» το κόστος δανεισμού.
Έτσι, δεν αποκλείεται τους επόμενους μήνες να ακολουθήσουν ηπιότερες παρεμβάσεις, προκειμένου να μην τεθεί σε κίνδυνο το ευρωπαϊκό χρηματοπιστωτικό σύστημα και να μην προκληθεί ένα ντόμινο τραπεζικών καταρρεύσεων.
Από την άλλη πλευρά, η αδήριτη ανάγκη αντιμετώπισης του πληθωριστικού προβλήματος δικαιολογεί την περαιτέρω σύσφιγξη της νομισματικής πολιτικής, καθώς η ακρίβεια, η οποία «σαρώνει» την Ευρώπη, παραμένει σε υψηλά επίπεδα (8,5% τον Φεβρουάριο) και περιορίζει το διαθέσιμο εισόδημα καταναλωτών και επιχειρήσεων.