Λιγότερο αισιόδοξοι οι CEO για την παγκόσμια οικονομία το 2015

Λιγότεροι σε σύγκριση με πέρυσι είναι οι διευθύνοντες σύμβουλοι που πιστεύουν ότι η οικονομική ανάπτυξη θα επιταχυνθεί μέσα στους επόμενους 12 μήνες παγκοσμίως, παρ’ όλο που εξακολουθούν και φέτος να πιστεύουν ότι οι εταιρείες τους θα επιτύχουν αύξηση εσόδων. Αυτά δήλωσαν οι περισσότεροι από 1.300 διευθύνοντες σύμβουλοι που συμμετείχαν στην 18η Ετήσια Έρευνα της PwC. Στην Ελλάδα, οι CEO’s δήλωσαν επιφυλακτικοί ως προς την πορεία της ελληνικής οικονομίας, ενώ θεωρούν ότι η μεγαλύτερη απειλή για τις επιχειρηματικές τους δραστηριότητες είναι η πολιτική αστάθεια.
Τα ελληνικά στελέχη υποστηρίζουν ότι η νούμερο ένα προτεραιότητα της κυβέρνησης πρέπει να είναι η εφαρμογή των μεταρρυθμίσεων και ότι είναι σημαντικό να υπάρχει ένα σταθερό, δίκαιο και διεθνώς ανταγωνιστικό φορολογικό σύστημα, κίνητρα για την προσέλκυση ξένων επενδύσεων και εύκολη πρόσβαση σε κεφάλαια. Πιστεύουν ότι το ελληνικό κράτος είναι αναποτελεσματικό ως προς τη φορολογία, την καταπολέμηση της ανεργίας, την προσέλκυση ξένων κεφαλαίων στην ελληνική οικονομία και ότι το εκπαιδευτικό σύστημα χρειάζεται άμεσα εκσυγχρονισμό.
Ο διευθύνων σύμβουλος της PwC Ελλάδας, κ. Μάριος Ψάλτης, παρατήρησε ότι «η οικονομική ανάπτυξη της Ευρώπης δεν θεωρείται δεδομένη από τους Διευθύνοντες Συμβούλους, οι οποίοι βλέπουν και ένα σημαντικό αριθμό ενισχυόμενων απειλών. Από την άλλη πλευρά, η πλειοψηφία τους θεωρεί ότι η εταιρεία τους θα αυξήσει τις πωλήσεις της το 2015. Στην Ελλάδα, η εικόνα παραμένει θολή με τους Διευθύνοντες Συμβούλους να θεωρούν ότι οι προσδοκίες τους για ανάπτυξη και κερδοφορία το 2015 επηρεάζονται από την οικονομική κατάσταση της χώρας και τις πολιτικές που θα ακολουθηθούν. Πεποίθησή τους είναι ότι η ταχεία εφαρμογή των απαραίτητων μεταρρυθμίσεων μπορεί να αποτελέσει μοχλό ανάπτυξης.»
Παγκόσμια οικονομία
Οι διευθύνοντες σύμβουλοι είναι λιγότερο αισιόδοξοι για τις παγκόσμιες οικονομικές προοπτικές σε σχέση με πέρυσι, με το ποσοστό που αναμένει παγκόσμια οικονομική ανάπτυξη να έχει μειωθεί από 44% που ήταν για την προηγούμενη χρονιά σε 37% για το 2015. Ακόμη πιο σημαντικό είναι το γεγονός ότι το 17% των ερωτηθέντων εκτιμούν ότι η παγκόσμια ανάπτυξη θα επιβραδυνθεί, ποσοστό που υπερδιπλασιάστηκε σε σχέση με την προηγούμενη χρονιά (7%). Το υπόλοιπο 44% εκτιμά ότι οι οικονομικές συνθήκες θα παραμείνουν στάσιμες.
Ανά γεωγραφική περιφέρεια, τα αποτελέσματα παρουσιάζουν σημαντικές διαφοροποιήσεις. Οι διευθύνοντες σύμβουλοι στην Ασία και τον Ειρηνικό είναι πιο αισιόδοξοι για την παγκόσμια οικονομία με το 45% αυτών να αναμένουν βελτίωση, ενώ ακολουθεί η Μέση Ανατολή (44%) και η Βόρεια Αμερική (37%). Στον αντίποδα, μόνο το 16% των διευθυνόντων συμβούλων στην Κεντρική και Ανατολική Ευρώπη αναμένουν οικονομική βελτίωση. Οι διευθύνοντες σύμβουλοι στις αναδυόμενες οικονομίες όπως η Ινδία (59%), η Κίνα (46%) και το Μεξικό (42%) είναι πιο αισιόδοξοι για την οικονομία σε σχέση με εκείνους που βρίσκονται σε ανεπτυγμένες οικονομίες όπως είναι οι ΗΠΑ (29%) και η Γερμανία (33%).

Αύξηση εσόδων
Παρά τις αρνητικές προσδοκίες που επικρατούν για την παγκόσμια οικονομία γενικά, οι διευθύνοντες σύμβουλοι παραμένουν αισιόδοξοι για τις προοπτικές των εταιρειών τους· το 39% δηλώνουν «πολύ αισιόδοξοι» ότι τα έσοδα των εταιρειών τους θα αυξηθούν στους επόμενους 12 μήνες. Το ποσοστό αυτό έχει διατηρηθεί στα περσινά επίπεδα σημειώνοντας μια μικρή άνοδο σε σχέση με το 2013 που ήταν 36%.
Οι διευθύνοντες σύμβουλοι στην περιοχή Ασίας-Ειρηνικού (45%) είναι οι πιο αισιόδοξοι από όλους όσον αφορά την αύξηση των εσόδων, σε ποσοστό σχεδόν ίδιο με το περσινό. Η Μέση Ανατολή συγκαταλέγεται και φέτος μεταξύ των πιο αισιόδοξων περιοχών, με το 44% των διευθύνοντων συμβούλων να είναι πολύ αισιόδοξοι όσον αφορά την αύξηση των εσόδων, παρ’ όλο που το ποσοστό αυτών έχει υποστεί σημαντική μείωση από 69% που ήταν πέρυσι. Η αισιοδοξία που εκφράζουν οι διευθύνοντες σύμβουλοι ότι θα επιτευχθεί ανάπτυξη είναι υψηλότερη στην Βόρεια Αμερική, σκαρφαλώνοντας στο 43% από 33% που ήταν για την περασμένη χρονιά. Οι διευθύνοντες σύμβουλοι στη Δυτική Ευρώπη (31%) και στην Κεντρική και Ανατολική Ευρώπη (30%) είναι λιγότερο αισιόδοξοι για τις προοπτικές ανάπτυξης των εταιρειών τους.
Εξετάζοντας κάθε χώρα ξεχωριστά, οι διευθύνοντες σύμβουλοι στην Ινδία καταλαμβάνουν την πρώτη θέση, με το 62% αυτών να είναι πολύ αισιόδοξοι για τις προοπτικές βραχυπρόθεσμης ανάπτυξης. Άλλες χώρες που καταλαμβάνουν υψηλές θέσεις είναι το Μεξικό (50%), οι ΗΠΑ (46%), η Αυστραλία (43%) το Η.Β. και η Νότια Αφρική (39%), η Κίνα (36%), η Γερμανία (35%) και η Βραζιλία (30%). Μεταξύ των λιγότερο αισιόδοξων χωρών συγκαταλέγονται η Γαλλία (23%), η Βενεζουέλα (22%), η Ιταλία (20%), η Αργεντινή (17%) και, στον πάτο της λίστας, η Ρωσία με μόνο το 16% των διευθύνοντων συμβούλων να είναι αισιόδοξοι για αύξηση των εσόδων το 2015. Η Ρωσία σημείωσε σημαντική πτώση καθώς την προηγούμενη χρονιά διέθετε τους πιο αισιόδοξους διευθύνοντες συμβούλους στον κόσμο σε ποσοστό που έφτανε το 53%.
Σχολιάζοντας τα αποτελέσματα της έρευνας, ο πρόεδρος της PricewaterhouseCoopers International, Dennis M. Nally δήλωσε ότι «Ο κόσμος αντιμετωπίζει σημαντικές οικονομικές, πολιτικές και κοινωνικές προκλήσεις. Οι διευθύνοντες σύμβουλοι σε γενικές γραμμές εμφανίζονται επιφυλακτικοί όσον αφορά τις βραχυπρόθεσμες προσδοκίες τους για την παγκόσμια οικονομία αλλά και για τις προοπτικές ανάπτυξης των ίδιων των εταιρειών τους. Την ίδια στιγμή που κάποιες ώριμες αγορές όπως οι ΗΠΑ δείχνουν να ανακάμπτουν, κάποιες άλλες όπως η Ευρωζώνη εξακολουθούν να παλεύουν. Και την ίδια στιγμή που ορισμένες αναδυόμενες αγορές συνεχίζουν να αναπτύσσονται ραγδαία, άλλες επιβραδύνουν. Η διαμόρφωση της κατάλληλης στρατηγικής κατεύθυνσης για τη διατήρηση της ανάπτυξης στη συνεχώς μεταβαλλόμενη αγορά εξακολουθεί να αποτελεί πρόκληση.
Η αισιοδοξία των διευθύνοντων συμβούλων έχει μειωθεί σημαντικά στις πετρελαιοπαραγωγικές χώρες σε όλο τον κόσμο, λόγω της βουτιάς της τιμής του αργού πετρελαίου. Οι διευθύνοντες σύμβουλοι στη Ρωσία, για παράδειγμα, στην περσινή έρευνα αναδείχθηκαν ως οι πιο αισιόδοξοι ενώ στη φετινή έρευνα παρουσιάζονται το ακριβώς αντίθετο. Η αισιοδοξία εγκατέλειψε τους διευθύνοντες συμβούλους και στη Μέση Ανατολή, τη Βενεζουέλα και τη Νιγηρία».

Στρατηγικές ανάπτυξης
Οι ερωτηθέντες κατέταξαν τις ΗΠΑ μεταξύ των σημαντικότερων αγορών που προσφέρουν προοπτικές ανάπτυξης στους επόμενους 12 μήνες, τοποθετώντας τις μπροστά από την Κίνα, για πρώτη φόρα σε πέντε χρόνια. Συνολικά, το 38% των διευθύνοντων συμβούλων υποστηρίζουν ότι οι ΗΠΑ συγκαταλέγονται στις τρεις κορυφαίες αναπτυσσόμενες ξένες αγορές, σε σύγκριση με την Κίνα (34%), τη Γερμανία (19%), το Η.Β. (11%) και τη Βραζιλία (10 %).
Οι διευθύνοντες σύμβουλοι που συμμετείχαν στην έρευνα δήλωσαν ότι θα υλοποιήσουν μια σειρά επιχειρηματικών στρατηγικών για να ενισχύσουν τις εταιρείες τους μέσα στους επόμενους 12 μήνες. Συνολικά, το 71% δήλωσε ότι θα προβεί σε περικοπές του κόστους, το 51% ότι θα συνάψει στρατηγικές συμμαχίες ή κοινοπραξίες, το 31% ότι θα αναθέσει σε υπεργολάβους κάποια επιχειρησιακή διαδικασία ή λειτουργία και το 29% ότι θα ολοκληρώσει μια συναλλαγή – εξαγορά ή συγχώνευση – 23% πάνω σε σχέση με τον προηγούμενο χρόνο.

Τι προβληματίζει περισσότερο τους διευθύνοντες συμβούλους
Το υπερβολικά παρεμβατικό ρυθμιστικό πλαίσιο έρχεται και πάλι πρώτο στη λίστα με τα θέματα που προβληματίζουν τους διευθύνοντες συμβούλους (78%). Το ποσοστό αυτό έχει αυξηθεί κατά 6 μονάδες σε σχέση με πέρυσι και αυτή τη στιγμή βρίσκεται στο υψηλότερο επίπεδο που έχει βρεθεί ποτέ στην εν λόγω έρευνα. Οι χώρες στις οποίες ο προβληματισμός για το υπερβολικά αυστηρό ρυθμιστικό περιβάλλον βρίσκεται σε πολύ υψηλά επίπεδα είναι, μεταξύ άλλων, η Αργεντινή (98%), η Βενεζουέλα (96%), οι ΗΠΑ (90%), η Γερμανία (90%), το Η.Β. (87%) και η Κίνα (85%).
Τους διευθύνοντες συμβούλους προβληματίζουν σε μεγάλο βαθμό πολλά ακόμη θέματα, όπως η διαθεσιμότητα βασικών δεξιοτήτων (73%), τα δημοσιονομικά ελλείμματα και το δημόσιο χρέος (72%), η γεωπολιτική αβεβαιότητα (72%), η αύξηση των φόρων (70%), οι κίνδυνοι στην κυβερνοασφάλεια και η έλλειψη ασφάλειας πληροφοριών (61%) -η οποία έχει σημειώσει ραγδαία αύξηση από 48% που ήταν πέρυσι – και τέλος η κοινωνική αστάθεια (60%), οι μεταβαλλόμενες καταναλωτικές συμπεριφορές (60%) και η ταχύτητα της τεχνολογικής αλλαγής (58%).
Οι ανησυχίες των διευθύνοντων συμβούλων έχουν αυξηθεί σε σχέση με πέρυσι σε όλους τους τομείς με μόνη εξαίρεση το ενεργειακό κόστος το οποίο έχει μειωθεί σε 59%.

Το τοπίο ανταγωνισμού
Το ένα τρίτο των διευθύνοντων συμβούλων παγκοσμίως δήλωσαν ότι τα τελευταία τρία έτη, η εταιρεία τους εισήλθε ή εξετάζει το ενδεχόμενο να εισέλθει σε έναν ή περισσότερους νέους κλάδους, και πάνω από τους μισούς (56%) πιστεύουν ότι οι οργανισμοί θα δραστηριοποιούνται ολοένα και περισσότερο σε νέους κλάδους στα επόμενα τρία χρόνια. Οι ερωτηθέντες υποστήριξαν ότι οι νέοι ισχυροί ανταγωνιστές προέρχονται ή θα μπορούσαν να προέλθουν από τους ακόλουθους κλάδους: τεχνολογία (32%), λιανική και χονδρική διάθεση (19%) και επικοινωνίες, ψυχαγωγία και ΜΜΕ (6%).
Επίσης, οι διευθύνοντες σύμβουλοι πραγματοποιούν κοινοπραξίες, συμμαχίες και άτυπες συνεργασίες για να εξασφαλίσουν ανταγωνιστικό πλεονέκτημα, συνεργαζόμενοι με προμηθευτές (41%), πελάτες (41%) και μέλη της ακαδημαϊκής κοινότητας (32%). Οι σημαντικότεροι λόγοι για συνεργασία είναι η πρόσβαση σε νέους πελάτες, σε αναδυόμενες τεχνολογίες, σε νέες αγορές και σε καινοτομίες.

Αλληλεπίδραση με το κράτος
Οι διευθύνοντες σύμβουλοι που συμμετείχαν στην έρευνα υποστήριξαν κατά 67% ότι πρώτη προτεραιότητα των κυβερνήσεων πρέπει να είναι η διαμόρφωση ενός ανταγωνιστικού και αποτελεσματικού φορολογικού συστήματος. Όμως μόνο το 20% των διευθύνοντων συμβούλων δήλωσαν ότι η χώρα τους έχει καταφέρει να δημιουργήσει ένα τέτοιο σύστημα. Ομοίως, η πρόσβαση σε εξειδικευμένο εργατικό δυναμικό επίσης αξιολογείται ψηλά από το 60% των διευθύνοντων συμβούλων, όμως μόνο το 21% αυτών υποστηρίζει ότι οι εξειδικευμένοι εργάτες που απασχολούνται στη χώρα τους επαρκούν. Άλλες προτεραιότητες που αναδείχθηκαν από τους διευθύνοντες συμβούλους και αφορούν το κράτος περιλαμβάνουν τις φυσικές υποδομές (49%), το κόστος του κεφαλαίου (29%) και την ψηφιακή υποδομή (28%). Ένα σημαντικό θέμα, η μείωση του κινδύνου της κλιματικής αλλαγής, αποτελεί προτεραιότητα μόνο για το 6%.

Η ψηφιακή εποχή
Η έκρηξη της ψηφιακής τεχνολογίας έχει αλλάξει εκ βάθρων τον τρόπο με τον οποίο λειτουργούν οι εταιρείες. Το ποσοστό των διευθύνοντων συμβούλων που προβληματίζονται με την ταχύτητα της τεχνολογικής αλλαγής αυξήθηκε σε 58% από 47% που ήταν πέρυσι. Οι τεχνολογίες που σχετίζονται με τα κινητά τηλέφωνα ήρθαν πρώτες με το 81% των διευθύνοντων συμβούλων να θεωρούν ότι αποτελούν τον πιο σημαντικό παράγοντα για τις εταιρείες τους και ακολουθούν η εξόρυξη και οι αναλύσεις δεδομένων (80%), η κυβερνοασφάλεια (78%), η χρήση κοινωνικών δικτύων στις επιχειρησιακές διεργασίες (61%) και η τεχνολογία cloud (60%). Το μεγαλύτερο όφελος που αποκομίζουν οι εταιρείες από τις ψηφιακές τεχνολογίες αφορά τους τομείς της λειτουργικής αποδοτικότητας (88%), των δεδομένων και των αναλύσεων (84%) και της ποιότητας που προσφέρουν στους πελάτες (77%).
«Οι διευθύνοντες σύμβουλοι γνωρίζουν ότι πρέπει να είναι σε θέση να προσαρμόζονται στις ανατρεπτικές εξελίξεις της τεχνολογίας και των αγορών τους. Χρειάζεται να τοποθετήσουν την τεχνολογία στον πυρήνα των δραστηριοτήτων τους για να δημιουργήσουν αξία για τους πελάτες τους. Η ανεύρεση νέων τρόπων σκέψης και εργασίας σε αυτό το νέο ανταγωνιστικό περιβάλλον αποτελεί πολύ σημαντικό βήμα για την επιτυχία», καταλήγει ο Dennis Nally.

Διαφορετικότητα και προσαρμοστικότητα στελεχών
Οι μισοί διευθύνοντες σύμβουλοι σε όλο τον κόσμο δηλώνουν ότι έχουν σκοπό να αυξήσουν τον αριθμό των εργαζομένων που απασχολούν μέσα στους επόμενους 12 μήνες, ενώ το 21% εκτιμά ότι θα προχωρήσει σε μείωση (τα ποσοστά αυτά παραμένουν στα ίδια επίπεδα με πέρυσι). Καθώς οι ερωτηθέντες αντιμετωπίζουν την πρόκληση της ανεύρεσης των κατάλληλων ανθρώπων, το 81% αυτών υποστηρίζουν ότι αναζητούν μεγαλύτερο εύρος δεξιοτήτων. Σχεδόν τα δύο τρίτα των οργανισμών που διευθύνουν οι ερωτηθέντες (64%) διαθέτουν στρατηγική διαφορετικότητας και ένταξης (diversity & inclusion) – όμως σχεδόν το ένα τρίτο αυτών δεν διαθέτουν τέτοια στρατηγική. Από εκείνους που εφαρμόζουν σχετικές στρατηγικές, το 85% δηλώνει ότι έχουν συμβάλει στη βελτίωση των αποτελεσμάτων τους.