Το μεγάλο “χτύπημα” στην αγορά και τον τουρισμό, ο ρόλος του κράτους και η “κουτσή” ανταγωνιστικότητα
Ανάλυση του Κώστα Μποτόπουλου
Μια σειρά από καλά, ή μάλλον όχι τόσο άσχημα, νέα ήρθαν αυτή τη βδομάδα να ενισχύσουν την πεποίθηση πως τα δύσκολα είναι μπροστά αλλά παλεύονται για την ελληνική οικονομία.
Το μεγάλο «χτύπημα» που δέχτηκαν οι επιχειρήσεις και οι δυσκολίες που φαίνονται στο άνοιγμα του τουρισμού (μάλλον οι φιλοδοξίες θα πρέπει να αναπροσαρμοστούν για τη φετινή χρονιά) αντισταθμίζονται κάπως από:
- τη σχετικά μικρότερη ύφεση του πρώτου τριμήνου του 2020 (που δεν περιλαμβάνει ωστόσο παρά μικρό κομμάτι του λοκντάουν),
- τις βελτιωμένες προβλέψεις των ξένων οργανισμών, τη δυναμική αρκετών τομέων από τα τέλη Μαΐου και
- την πρωθυπουργική ελπίδα-υπόσχεση για «εξαιρετικά ισχυρή ανάκαμψη το 2021».
Το κράτος συνεχίζει (μείωση των προκαταβολών φόρων, αύξηση των συντάξεων από Σεπτέμβριο, εκπόνηση «λύσης» για την Aegean) και θα συνεχίσει (Πρόγραμμα «Αντώνης Τρίτσης» για την ενίσχυση των υποδομών και της απασχόλησης στους Δήμους, εκπόνηση συνολικού αναπτυξιακού προγράμματος μετά την οριστικοποίηση του ευρωπαϊκού «πακέτου») να παίζει το ρόλο του στην τόνωση της ρευστότητας και της εργασίας.
Αλλά και η ιδιωτική πρωτοβουλία δε μένει αμέτοχη: τα συμβολικά «εγκαίνια» της ναυαρχίδας όλων των έργων –Ελληνικό- προαναγγέλθηκαν επισήμως για τον Ιούλιο, ενώ δυο ζευγάρια «ασφαλών χεριών» ανέλαβαν σημαντικές για την οικονομία θέσεις: ο Δημήτρης Παπαλεξόπουλος στο ΣΕΒ και ο Μιχάλης Μασουράκης στο ΔΝΤ.
Η υστέρηση της ανταγωνιστικότητας της ελληνικής οικονομίας
Πιο κρίσιμος και πιο δύσκολος είναι ο τομέας της (υστέρησης) ανταγωνιστικότητας της ελληνικής οικονομίας. Κι εδώ το μισοάδειο ποτήρι μπορεί κανείς με λίγη καλή θέληση να θεωρήσει ότι μισογεμίζει.
Οι μεταρρυθμίσεις μπορεί να έχουν πολύ δρόμο ακόμη, αλλά η βελτίωση στον τομέα της «ψηφιοποίησης» του Δημοσίου, της φιλικότητας προς τον πολίτη και της πολιτικής σταθερότητας είναι αισθητή και αποτυπώνεται και στην Έκθεση ανταγωνιστικότητας του Institute for Management Development που δημοσιεύτηκε αυτές τις μέρες:
- Η Ελλάδα φαίνεται να κάνει άλμα εννέα θέσεων (αυτά είναι τα καλά νέα), αλλά ακόμα κι έτσι να βρίσκεται στην 49η θέση μεταξύ 63 συγκρίσιμων οικονομιών (αυτό δεν πρέπει να κάνει περήφανο κανέναν).
- Η σχέση κράτους-επιχειρηματικότητας, η βελτίωση των δεξιοτήτων και της καταλληλότητας του προσωπικού, η έλλειψη αξιολόγησης και τα ελλείμματα στην εκπαιδευτική και επιμορφωτική λειτουργία παραμένουν μεγάλα αγκάθια που προστίθενται στις δομικές παθογένειες της διοικητικής μας «κουλτούρας», του εξαιρετικά δυσοίωνου δημογραφικού και της στενής παραγωγικής βάσης.
Η ώρα των εύθραυστων αναδιαρθρώσεων
Στη διεθνή οικονομία, αλλά και στη γεωπολιτική σκηνή, είναι η ώρα των εύθραυστων αναδιαρθρώσεων. Οι αγορές κεφαλαίων δείχνουν να άφησαν πίσω τους την «τεχνητή ευφορία» και μπήκαν σε φάση αναταράξεων:
- πάνω-κάτω οι διεθνείς αγορές (παρά το νέο, ίσως υπερβολικά μεγάλο, πρόγραμμα αγοράς ομολόγων από την Αμερικανική Κεντρική Τράπεζα), πάνω-κάτω και το Χρηματιστήριο Αθηνών, που άρχισε τη βδομάδα με άνοδο, μετά έπεσε και τώρα ψάχνει νέο σημείο ισορροπίας.
Η επάρκεια, και το όριο, της στήριξης των αγορών από τις κεντρικές τράπεζες, η σχέση με την πανδημία αλλά και με την πραγματική οικονομία, το γεγονός ότι η ίδια η έννοια «πρόβλεψη» απέκτησε έναν άλλο χαρακτήρα (πρόβλεψη θα πει πλέον να έχεις συνείδηση ότι τα πάντα βρίσκονται διαρκώς υπό ανατροπή) αλλάζουν τα δεδομένα.
Την ίδια στιγμή, στο γεωπολιτικό επίπεδο, προστίθενται νέοι κίνδυνοι: Κίνα-Ινδία, 2 Κορέες, νομοτέλεια Μπρέξιτ χωρίς συμφωνία, απώλεια του ελέγχου –του εαυτού του, της χώρας του, της παγκόσμιας τάξης- από τον Τραμπ.
Για την Ευρωπαϊκή Ένωση το μεγάλο στοίχημα, η υλοποίηση του «Ταμείου Ανάπτυξης» μπήκε αυτή τη βδομάδα στην πιο δύσκολη φάση του: οι αρχηγοί κρατών άρχισαν να διυλίζουν τον κώνωπα, οι κοινωνίες για λίγες εβδομάδες, ίσως και μήνες, θα ακούνε κυρίως τον βόμβο του απειλητικού πετάγματος.
Αλλά, όταν έρθει η ώρα της προσγείωσης, το τσίμπημα (ελπίζω) θα δοθεί στους αρνητές όχι τόσο της λεγόμενης «ευρωπαϊκής ιδέας» αλλά του γεγονότος ότι οι χώρες της Ένωσης γνωρίζουν το συμφέρον τους και πώς να το υπηρετήσουν. Το γκολ, αν μπει, ίσως το καταλάβουμε μετά από αρκετή εξέταση.
Πηγή: economico.gr