«Πονοκέφαλος» για τους δικαστές του ΣτΕ αποτελεί η προσφυγή δημοσίων υπαλλήλων στο ανώτατο δικαστήριο, οι οποίοι ζητούν να κριθεί αντισυνταγματική η περικοπή δώρων και επιδόματος αδείας, διεκδικώντας αναδρομικά από το 2013, όταν ξεκίνησε η εφαρμογή του σχετικού νόμου, και μετά.
Τα ερωτήματα που ταλανίζουν τους δικαστές οι οποίοι καλούνται να χειριστούν την υπόθεση, σύμφωνα με το ethnos.gr. είναι πολλά.
Για παράδειγμα αναρωτιούνται αν υπάρχει τρόπος να ξεπεράσουν τον «σκόπελο» της προηγούµενης απόφασης της Ολοµέλειας (2287/2015) του ΣτΕ, η οποία έκρινε αντισυνταγµατικές τις περικοπές που έγιναν µε νόµο του 2012 στις συντάξεις.
Ή αν πρέπει να αντιµετωπίσουν διαφορετικά τους συνταξιούχους και τους εν ενεργεία δηµοσίους υπαλλήλους.
Επίσης, «αγκάθι» αποτελεί το πώς μπορούν να υπερβούν το σκεπτικό των συνάδελφών τους, στο ΣΤ’ Τµήµατος, οι οποίοι σε µείζονα σύνθεση (µε µόνο µία µειοψηφία), κατέληξαν ότι η πλήρης κατάργηση των δώρων Χριστουγέννων, Πάσχα και του επιδόµατος αδείας είναι αντισυνταγµατική και υπερβαίνει το αναγκαίο µέτρο.
Λόγοι δημοσίου συμφέροντος
Και αυτό γιατί, όπως έλεγαν -αφού είχαν ακούσει τους νοµικούς παραστάτες του ∆ηµοσίου την περασμένη Παρασκευή- το δηµοσιονοµικό κόστος σε περίπτωση αναδροµικής εφαρµογής (σ.σ.: από το 2013) µπορεί να φθάσει τα 3,9 δισ. ευρώ, τινάζοντας στον αέρα όχι µόνο τον κρατικό προϋπολογισµό αλλά και τη δέσµευση έναντι των Ευρωπαίων εταίρων για πρωτογενή πλεονάσµατα 3,5% µέχρι το 2022.
Ακόµη ένα επιχείρηµα που ακούστηκε σχετίζεται µε την οικονοµική δύναµη που έχει ένας συνταξιούχος, του οποίου τα εισοδήµατα είναι χαµηλότερα από εκείνα των εν ενεργεία δηµοσίων υπαλλήλων.
Με οδηγό το 2015
Η πλειονότητα των δικαστών συµµετέχει, , και στην Ολοµέλεια που θα κρίνει τη συνταγµατικότητα ή µη των διατάξεων του νόµου Κατρούγκαλου, ενώ πολλοί εξ αυτών συµµετείχαν και στην Ολοµέλεια του 2015, που έκρινε αντισυνταγµατικές τις περικοπές των συνταξιούχων, µε περιορισµένη όµως αναδροµικότητα, για λόγους δηµοσίου συµφέροντος.
Σε αυτά τα χνάρια πιστεύουν οι νοµικοί ότι θα πατήσουν εκ νέου οι ανώτατοι δικαστές (σ.σ.: εάν τελικά κρίνουν τις περικοπές αντίθετες στο Σύνταγµα), περιορίζοντας το δικαίωµα για αναδροµικά µόνο σε όσους εν ενεργεία δηµοσίους υπαλλήλους έχουν καταθέσει αγωγές, ενώ για τους υπολοίπους η απόφαση θα έχει ισχύ από την ηµέρα της έκδοσής της και µετά.
Σε αυτήν την περίπτωση το κόστος δεν είναι µεγάλο, όπως εκτιµούν οι δικηγόροι των προσφευγόντων, χωρίς ωστόσο να µπορεί να εκτιµηθεί ο αριθµός των προσφυγών που έχουν ασκηθεί και συνεπώς το ύψος των αναδροµικών. ∆εύτερο ενδεχόµενο είναι µια συνολική αποδοχή των προσφυγών, χωρίς περιορισµένη αναδροµικότητα, δηλαδή επιστροφή των δώρων και των επιδοµάτων αδείας από την 1η Ιανουαρίου του 2013, γεγονός που θα σήµανε συναγερµό στο οικονοµικό επιτελείο αλλά και στην κυβέρνηση. Το τρίτο σενάριο δεν είναι άλλο από την απόρριψη των προσφυγών, για λόγους δηµοσίου συµφέροντος, οι οποίοι συνδέονται µε την οικονοµική πορεία της χώρας.
Διπλάσια
Όπλο του ∆ηµοσίου, στα στοιχεία που έχει δώσει κατά καιρούς στη δηµοσιότητα, δεν είναι άλλο από το γεγονός ότι η εξοικονόµηση από τις περικοπές στους συνταξιούχους ήταν 250 εκατ. ευρώ, ενώ από την πλήρη κατάργηση των δώρων των ενεργεία υπαλλήλων 450 εκατ. ευρώ, δηλαδή σχεδόν διπλάσια.
Μάλιστα, οι νοµικοί παραστάτες του ∆ηµοσίου είπαν ότι σε περίπτωση που η προσφυγή των υπαλλήλων γίνει δεκτή, αυτό σηµαίνει ένα κονδύλι 700 εκατ. ευρώ κατ’ έτος για τα δηµόσια ταµεία. Αµεση συνέπεια, όπως σηµείωσαν, θα είναι η αύξηση της φορολογίας ή η περικοπή δαπανών της γενικής κυβέρνησης.
«Εάν το χρέος δεν καταστεί βιώσιµο, η χώρα θα αναγκαστεί να πάει σε νέο πρόγραµµα ή να χρεοκοπήσει» σηµείωσαν χαρακτηριστικά.
Η κρίσιµη απόφαση ανήκει και πάλι στους δικαστές του Συµβουλίου της Επικρατείας, οι οποίοι καλούνται για ακόµη µια φορά να βγάλουν τα κάστανα από τη φωτιά της οικονοµικής κρίσης.