Τα υπερπλεονάσματα βλάπτουν την παραγωγικότητα στην Ελλάδας, εκτιμά η Deutsche Bank

«Περιορισμένη δείχνει η προοπτική θετικής έκπληξης στην ανάκαμψη της ελληνικής οικονομίας » εκτιμά σε έκθεσή της η Deutsche Bank και αιτιολογεί: «Αυτό προκύπτει από την απουσία ισχυρής πιστωτικής ή δημοσιονομικής «ώθησης», παρά την έξοδο  από το τρίτο πρόγραμμα διάσωσης».

Σύμφωνα με το ρεπορτάζ της Έντυπης Καθημερινής που υπογράφει η Ελευθερία Κουρτάλη, η Deutsche Bank  θεωρεί πως η υπέρβαση των δημοσιονομικών στόχων θα μπορούσε να είναι αντιπαραγωγική στο σημερινό περιβάλλον.

Οπως επισημαίνει, το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο και η Κομισιόν αναμένουν ότι το ΑΕΠ θα ενισχυθεί με ρυθμό περίπου 2% φέτος και το 2019, ωστόσο η Ελλάδα ενδέχεται να μην έχει την πιστωτική, δημοσιονομική ή εξωγενή ώθηση που επέτρεψε στην Ιρλανδία και στις χώρες της Ιβηρικής να καταγράψουν εντυπωσιακούς ρυθμούς ανάπτυξης τα τελευταία χρόνια.

Στο δημοσιονομικό μέτωπο, όπως σημειώνεται, η Κομισιόν αναμένει πρωτογενές πλεόνασμα 3,7% το 2019. Αυτό αναμένεται να έχει επίπτωση της τάξης του -0,8% στο ΑΕΠ.

«Ιδιαίτερα δύσκολο»

Πάντως στην έκθεση επισημαίνεται ότι φαίνεται ιδιαίτερα δύσκολο να σημειωθεί υψηλός ρυθμός ανάπτυξης στην Ελλάδα, ειδικά τη στιγμή που η νομισματική πολιτική αναμένεται να καταστεί λιγότερο υποστηρικτική, προειδοποιεί η Deutsche Bank.

Δημοσιονομικά, η Ελλάδα παραμένει σε μια δύσκολη ισορροπία: μια οριακή χαλάρωση θα μπορούσε να ενισχύσει τη βραχυπρόθεσμη ανάπτυξη, ωστόσο οι μεγάλες προς τα πάνω αποκλίσεις από τους δημοσιονομικούς στόχους θα μπορούσαν να αποβούν αντιπαραγωγικές, εν μέσω σύσφιγξης των συνθηκών χρηματοδότησης μέσω αυξανόμενων αποδόσεων των ομολόγων και αβεβαιότητας.

Έκθεση και από την ING

Στις χαμηλές πτήσεις της ανάπτυξης αναφέρεται και η ING σε έκθεσή της για την ελληνική οικονομία, σημειώνοντας πως η «σχεδόν καθαρή» έξοδος από το τρίτο πρόγραμμα άφησε την Ελλάδα με πολλές προκλήσεις. Η πρώτη από αυτές, όπως τονίζει, είναι η επιδίωξη μιας διατηρήσιμα υψηλότερης πορείας ανάπτυξης, τηρώντας τις δεσμεύσεις των μεταρρυθμίσεων, τη στιγμή που ο ρυθμός ανάπτυξης είναι και μέτριος αλλά και ασταθής.

H δημοσιονομική εποπτεία της ελληνικής οικονομίας θα συνεχιστεί ακόμα και μετά το τέλος του μνημονίου, επισημαίνει η ING τονίζοντας πως η καθαρή έξοδος δεν σημαίνει ότι η Ελλάδα θα ανακτήσει σύντομα τον πλήρη έλεγχο των οικονομικών της. Το πρόγραμμα ολοκληρώθηκε αλλά πολλά ζητήματα εκκρεμούν ακόμη, ενώ οι δημοσιονομικοί στόχοι είναι πολύ φιλόδοξοι, υπογραμμίζει, προσθέτοντας πως η αποκατάσταση βιώσιμων συνθηκών ανάκαμψης θα είναι μεταξύ των βασικών προτεραιοτήτων για τη μεταμνημονιακή Ελλάδα.

Τεστ οι εκλογές

Ενα νέο πλαίσιο ανάπτυξης θα πρέπει να βρεθεί με καλύτερη ισορροπία μεταξύ εγχώριας και εξωτερικής ζήτησης, σημειώνει. «Εχοντας χάσει το 25% του ΑΕΠ της από την αρχή της κρίσης, η Ελλάδα χρειάζεται απεγνωσμένα μέτρα για την αποκατάσταση βιώσιμης οικονομικής ανάπτυξης», τονίζει η ING. Στο βραχυπρόθεσμο διάστημα, «οι επερχόμενες εκλογές θα είναι το πρώτο τεστ αξιοπιστίας για τη χώρα», προσθέτει.