Τον στόχο που έχουν συμφωνήσει Κυβέρνηση και δανειστές για το πρωτογενές πλεόνασμα από το 2018 και μετά σχολίασε ο διοικητής της Τράπεζας της Ελλάδας, σε άρθρο του στους Financial Times.
“Μη ρεαλιστικό και κοινωνικά ανέφικτο, να απαιτήσουμε από την Ελλάδα να πετύχει πρωτογενές πλεόνασμα 3,5% του ΑΕΠ από το 2018 και έπειτα”, σημειώνει ο Γιάννης Στουρνάρας, υποστηρίζοντας ότι “η Ελλάδα χρειάζεται τώρα μία νέα συμφωνία ( new deal) με τους εταίρους και τους δανειστές της για να πάει μπροστά. Ο στόχος πρέπει να μειωθεί στο 2%, επιτρέποντας ένα πιο ισορροπημένο μείγμα οικονομικής πολιτικής, με έμφαση στην μείωση της φορολόγησης, ενθάρρυνση των ιδιωτικών επενδύσεων και συνεισφορά σε βιώσιμους ρυθμούς ανάπτυξης”.
Σύμφωνα με τα σενάρια που εξέτασε η Τράπεζα της Ελλάδος προκύπτει ότι η βιωσιμότητα του χρέους είναι επιτεύξιμη και με 2% του ΑΕΠ τελικό πρωτογενές πλεόνασμα και μια μάλλον ήπια ανακούφιση χρέους που δεν επιβάλει ζημιές στους δανειστές. Αυτή θα αφορά στην επέκταση των λήξεων κατά 20 χρόνια και την κεφαλαιοποίηση αναβαλλόμενων τόκων σε ισόποσες δόσεις κατά τη διάρκεια μιας περιόδου 20 ετών.
Είναι πλέον ώρα να επιτευχθεί η κατάλληλη ισορροπία ανάμεσα στην ελάφρυνση χρέους και τις μεταρρυθμίσεις. Από το 2010, η Ελλάδα έχει υποστεί μια άνευ προηγουμένου δημοσιονομική προσαρμογή, που ανάλογη της δεν έχει βιώσει καμία χώρα μετά την μεγάλη ύφεση. Παρά τις καθυστερήσεις, το κόστος και τα παραπατήματα, υπήρξαν και ορισμένες αναμφισβήτητες επιτυχίες – η διατήρηση της δημοσιονομικής πειθαρχίας, η απελευθέρωση της αγοράς προϊόντων και εργασίας και η βελτίωση της ανταγωνιστικότητας ως προς το μοναδιαίο κόστος εργασίας κατά πάνω από 25% από το 2009.
Επιπρόσθετα η κυβέρνηση, η Τράπεζα της Ελλάδος και οι τράπεζες πρέπει να αντιμετωπίσουν την περισσότερο σοβαρή απειλή για την χρηματοοικονομική σταθερότητα: τα μη εξυπηρετούμενα δάνεια (NPLs). Αυτά είναι κυρίως αποτέλεσμα της επταετούς ύφεσης που μείωσε το ΑΕΠ της χώρας κατά περισσότερο από 25%.