Handeslblatt: Η Ελλάδα απειλεί τις σχέσεις ΔΝΤ- Γερμανίας

Την κόντρα της Γερμανίας με το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο θα μπορούσε να αναζωπυρώσει η αδύναμη οικονομία της Ελλάδας, σύμφωνα με την Handeslblatt.

Όπως σημειώνει η γερμανική εφημερίδα, η ελληνική οικονομία -που συρρικνώθηκε το πρώτο τρίμηνο του 2016 σύμφωνα με την ΕΛΣΤΑΤ- έχει σημειώσει πτώση 0,5% συγκριτικά με το τέταρτο τρίμηνο του περασμένου έτους και 1,4% σε σχέση με το πρώτο τρίμηνο του 2015.

«Οι αδύναμοι ρυθμοί ανάπτυξης στην Ελλάδα αυξάνουν τις πιθανότητες κορύφωσης της σύγκρουσης μεταξύ του ΔΝΤ και της γερμανικής κυβέρνησης», σχολιάζει στην εφημερίδα ο πρόεδρος του Γερμανικού Ινστιτούτου Οικονομικών Ερευνών (DIW) Μαρσέλ Φράτσερ. Συνεχίζοντας ο ίδιος τόνισε ότι «το ενδεχόμενο να συμμετάσχει το ΔΝΤ στο τρίτο πρόγραμμα βοήθειας της Ελλάδας χωρίς μια ρητή δέσμευση της γερμανικής κυβέρνησης για μια σαφή ελάφρυνση του χρέους, γίνεται όλο και πιο απίθανο».

Έτσι, σημειώνει το δημοσίευμα, η Γερμανία μπορεί γι΄αυτό τον λόγο να βρεθεί μπροστά σε ένα ιδιαίτερα δύσκολο δίλημμα: να αθετήσει την υπόσχεση που αφορά τη συμμετοχή του ΔΝΤ ή να φέρει το θέμα της ελάφρυνσης του χρέους προς ψήφιση στη γερμανική Βουλή.

«Η συμμετοχή του ΔΝΤ στο νέο πρόγραμμα βοήθειας είναι μια προϋπόθεση που έχει θέσει η Bundestag και ο κυβερνητικός συνασπισμός συνολικά (…). Το κοινοβούλιο αξιώνει (τη συμμετοχή του ΔΝΤ) από τον υπουργό Οικονομικών – όπως και τα κοινοβούλια άλλων χωρών της ευρωζώνης. Χωρίς το ΔΝΤ η Bundestag δεν θα συνέχιζε να συμπράττει», σχολιάζει η Handeslblatt και σημειώνει ότι ο Σόιμπλε επιμένει στην ενεργό συμμετοχή του Ταμείου όχι μόνον λόγω της εμπειρίας του στην αντιμετώπιση κρίσεων αλλά και για αμιγώς οικονομικούς λόγους.

Από την πλευρά του, ο πρόεδρος του Ινστιτούτου Οικονομικών Μελετών (Ifo) του Μονάχου, Κλέμενς Φιστ εκτιμά διαφορετικά την κατάσταση. «Τα προγράμματα εξυγίανσης της Ελλάδας βασίζονται σε συστηματικά μη ρεαλιστικές προσδοκίες ανάπτυξης», δηλώνει στη γερμανική εφημερίδα και προσθέτει ότι το ΔΝΤ έχει συμπράξει σε αυτό.

«Η πολιτική αυτή συνοδεύεται και από μια υπερεκτίμηση των δυνατοτήτων της Ελλάδας να αντεπεξέρχεται στις δανειακές της υποχρεώσεις. Εντούτοις στις μεμονωμένες επιδόσεις τριμήνων μπορεί να υπάρχουν διακυμάνσεις (…) και το να συμπεραίνει κανείς ότι όλη η χρονιά δεν θα πάει καλά, είναι πρόωρο», αναφέρει ακόμη.