Έρευνα: Οι πόλεις με τις μεγαλύτερες επενδυτικές ευκαιρίες στον κόσμο - Η θέση της Αθήνας

Πιο κάτω από τη Μαδρίτη και λίγο πιο πάνω από την Κωνσταντινούπολη κατατάσσεται η Αθήνα στη λίστα με τις πόλεις που παρουσιάζουν τις μεγαλύτερες επενδυτικές ευκαιρίες.

Σε σύνολο 31 πόλεων παγκοσμίως, η Αθήνα βρίσκεται στην 23η θέση σύμφωνα με την έρευνα της της PwC με τίτλο “Cities of Opportunity”, η οποία  εξετάζει και εντοπίζει τους παράγοντες που συμβάλλουν σε μία “επιτυχημένη πόλη” και μία “βιώσιμη αστική κοινότητα”.

Σε σχέση με τις ευρωπαϊκές / δυτικές πόλεις που θεωρούνται “all time classic” όπως είναι το Λονδίνο, το Παρίσι ή η Στοκχόλμη η Αθήνα απέχει αρκετά, όπως και από εκείνες όμως οι οποίες θεωρούνται ανερχόμενες δυνάμεις της Ανατολής όπως η Σιγκαπούρη, το Χονγκ Κονγκ ή το Τόκυο. Όσο για τους δείκτες αξιολόγησης που χρησιμοποιούνται για την έρευνα, η πρωτεύουσα της Ελλάδας δεν παρουσιάζει ιδιαίτερα υψηλή επίδοση.

 

Συγκριτικά με άλλες πόλεις, τα “δυνατά” σημεία της Αθήνας σύμφωνα με την έρευνα, είναι τα παρακάτω:

– Εξωστρέφεια, που αξιολογείται θετικά λόγω του τουριστικού δυναμικού της πόλης, του αριθμού διεθνών συνεδρίων που πραγματοποιούνται, καθώς και τη υψηλή θέση του αεροδρομίου στην παγκόσμια κατάταξη (δείκτης Skytrax).

– Υγεία και ασφάλεια, που αξιολογείται θετικά στους δείκτες εγκληματικότητας και διαθέσιμης υποδομής υγειονομικής περίθαλψης στην πόλης.

– Χαρακτηριστικά του πληθυσμού και του τρόπου ζωής, που αξιολογείται θετικά στον δείκτη πολιτιστικής ζωντάνιας, ποιότητας διαβίωσης και ενεργού πληθυσμού.

Περιθώρια βελτίωσης εντοπίζονται κυρίως σε χαρακτηριστικά της Αθήνας που αφορούν στην οικονομία και τις υποδομές της πόλης:

– Χαμηλή οικονομική επιρροή, κυρίως λόγω της περιορισμένης προσέλκυσης ξένων επενδύσεων.

– Υψηλό κόστος σε σχέση με την αγοραστική δύναμη των κατοίκων, με βάση την αξία του «καλαθιού της νοικοκυράς».

– Δυσκολίες στις υποδομές μεταφορών, κυρίως λόγω της χαμηλής απόδοσης των δικτύων των μέσων μαζικής μεταφοράς και του υψηλού δείκτη κυκλοφοριακής συμφόρησης

Άλλα στοιχεία

Ο αστικός πληθυσμός στη γη, για πρώτη φορά το 2007, ξεπέρασε σε ποσοστό το 50% του συνολικού πληθυσμού. Το 2014, το ποσοστό αυτό αυξήθηκε σε 54%, με πρόβλεψη να συνεχίσει να αυξάνεται κατά 1,8% ετησίως έως το 2020.

Η PwC σε μία προσπάθεια να βοηθήσει τις μεγάλες πόλεις να κατανοήσουν τις πολιτικές και τις δράσεις που θα φέρουν το καλύτερο αποτέλεσμα για τους πολίτες τους και την τοπική οικονομία, μέσα σε ένα ραγδαία αστικοποιούμενο περιβάλλον, πραγματοποιεί συστηματικά τα τελευταία δέκα έτη την έρευνα “Cities of Opportunity”.

Η έρευνα αξιολογεί 30 πόλεις στον κόσμο που επιλέγονται κάθε χρόνο βάσει συγκεκριμένων κριτηρίων. Οι πόλεις μπορεί να εναλλάσσονται, διατηρώντας όμως τον αριθμό 30, με κάποιες από αυτές να συμμετέχουν σταθερά κάθε χρόνο, (π.χ. Νέα Υόρκη, Λονδίνο, Παρίσι και Σαν Φρανσίσκο) και άλλες πόλεις να προστίθενται για πρώτη φορά (π.χ. για το 2014, η Τζακάρτα, το Ναϊρόμπι και το Ρίο ντε Τζανέιρο).

Η κατάταξη των πόλεων, γίνεται μετά από αξιολόγησή τους. Η αξιολόγηση αυτή βασίζεται σε 10 δείκτες ομαδοποιημένους σε 3 πυλώνες.

Πυλώνας 1: Εργαλεία για έναν κόσμο που αλλάζει (Tools for a changing world): Οι δείκτες πνευματικό κεφάλαιο, καινοτομία, τεχνολογική ετοιμότητα και εξωστρέφεια που συνιστούν τον πυλώνα αυτό, εκπροσωπούν τα χαρακτηριστικά εκείνα των πόλεων που ιστορικά συνδέονται με την ικανότητα προσαρμοστικότητάς τους σε ένα συνεχώς ρευστό και μεταβαλλόμενο περιβάλλον και εν τέλει αντικατοπτρίζουν τη δυναμική για την ανάπτυξή τους.

Πυλώνας 2: Ποιότητα ζωής (Quality of life): Αποτελείται από τους δείκτες υγεία και ασφάλεια, δημογραφικά στοιχεία, βιωσιμότητα, αειφόρος ανάπτυξη, φυσικό περιβάλλον και μεταφορές / υποδομές. Είναι οι δείκτες που αποτιμούν όλα εκείνα τα αστικά πλεονεκτήματα και τις πολιτικές που συνιστούν μία υψηλή ποιότητα ζωής στην πόλη.

Πυλώνας 3: Οικονομία (Economics): Οι δείκτες οικονομική επιρροή, ευκολία επιχειρηματικής δραστηριότητας, κόστος ζωής και αγοραστική δύναμη, αποδίδουν τις διαστάσεις των αστικών οικονομιών και αντικατοπτρίζουν τους τρόπους με τους οποίους οι πόλεις μπορούν να εφαρμόσουν αποτελεσματικές στρατηγικές για την οικονομική τους μεγέθυνση.

Κάθε ένας από τους δείκτες της έρευνας συσχετίζεται με επιμέρους κριτήρια που συνθέτουν ένα πλέγμα για την αξιολόγηση της κάθε πόλης. Για την αξιολόγηση των πόλεων ανά επιμέρους κριτήριο, χρησιμοποιούνται στοιχεία από δευτερογενείς πηγές πληροφόρησης, αναγνωρισμένου κύρους και αξιοπιστίας. Βάσει των αποτελεσμάτων στα επιμέρους κριτήρια, προκύπτει η συγκριτική κατάταξη.

Ο Λεωνίδας Παπαϊωάννου Senior Manager και υπεύθυνος του Δημόσιου Τομέα της PwC Ελλάδας συνόψισε τα αποτελέσματα της μελέτης:

«Το αισιόδοξο μήνυμα για την Αθήνα είναι ότι η πόλη μπορεί να ανέβει κατηγορία επίδοσης ακολουθώντας στοχευμένες παρεμβάσεις πολιτικής με χρονική προτεραιοποίηση. Μπορεί δηλαδή να βελτιώσει τη θέση της αρκεί να βρει τον προσανατολισμό της και να επικεντρωθεί στα δυνατά της χαρακτηριστικά.

Είναι όμως σαφές ότι οι Δήμοι του Λεκανοπεδίου της Αθήνας, επηρεάζουν μερικές μόνο μεταβλητές που σχετίζονται με την ανταγωνιστικότητα της πόλης. Για τις υπόλοιπες δεν έχουν εκείνες τις αποφασιστικές αρμοδιότητες που θα τους επιτρέψουν να μεταβάλουν τη θέση της πόλης στην παγκόσμια κατάταξη. Η ανάγκη για τη δημιουργία μητροπολιτικού κέντρου είναι πλέον επιτακτική».

Ο Γιώργος Καμίνης, Δήμαρχος Αθηναίων, του μεγαλύτερου δήμου της ευρύτερης Αθήνας, σχολίασε:

«Η μελέτη αυτή αποτελεί ένα πολύ χρήσιμο εργαλείο στα χέρια της Δημοτικής Αρχής γιατί στην ουσία μας δείχνει την εικόνα της πόλης προς τα έξω. Θα αξιοποιήσουμε τα αποτελέσματα αυτά, με στόχο την εφαρμογή των άμεσων αλλά και των μακροπρόθεσμων προτεραιοτήτων της πόλης, καθώς και για τη βελτίωση των επιδόσεων της Αθήνας, σε σύγκριση με τις ανταγωνίστριες πόλεις.

Η πόλη της Αθήνας προτάσσει ένα μοντέλο κοινωνικής συνοχής, καθώς και ένα καινούργιο αναπτυξιακό μοντέλο, με έμφαση στην εξωστρέφεια, την καινοτομία, την ενθάρρυνση της δημιουργίας νέων θέσεων εργασίας, καθώς και την τόνωση της ελληνικής πρωτεύουσας ως αποκλειστικού τουριστικού προορισμού.

Δεν πρέπει να περάσει απαρατήρητο το γεγονός ότι για τα 2/3 των ζητημάτων και των δεικτών αξιολόγησης που πραγματεύεται η μελέτη, η ευθύνη της διαχείρισής τους δεν περνά από τα χέρια της δημοτικής μας αρχής. Κοντολογίς, κρινόμαστε και πολύ συχνά επικρινόμαστε για θέματα που δεν μπορούμε να επιλύσουμε, όπως είναι ζητήματα των αστικών δικτύων και της ασφάλειας, γιατί πολύ απλά δεν είναι στη δική μας αρμοδιότητα και δικαιοδοσία.

Καταδεικνύεται με αυτό τον τρόπο η αδήριτη ανάγκη για μια τοπική διακυβέρνηση, μητροπολιτικού χαρακτήρα. Αυτό είναι κυρίαρχο στη συζήτηση που γίνεται διεθνώς και συμμετέχει η Αθήνα, για τον διαρκώς ενισχυμένο ρόλο των μεγάλων πόλεων.»