Θ.Φέσσας: Καθήκον της κυβέρνησης να εγγυηθεί την ασφάλεια και τη σταθερότητα στη χώρα
Την εκτίμηση ότι είναι καθήκον της κυβέρνησης να εγγυηθεί την ασφάλεια και τη σταθερότητα στη χώρα, αλλά είναι και καθήκον όλων η δημιουργία του κατάλληλου περιβάλλοντος που θα ανταμείβει την προσπάθεια των επιχειρήσεων, που επενδύουν, με σκοπό τη δημιουργία πλούτου, ο οποίος θα διαχέεται σε όλη την κοινωνία εξέφρασε ο πρόεδρος του ΣΕΒ, Θεόδωρος Φέσσας, σχολιάζοντας τη βομβιστική επίθεση στα γραφεία του Συνδέσμου.
Απαντώντας, όπως αναφέρεται στο εβδομαδιαίο δελτίο του Συνδέσμου στην εύλογη ανησυχία των Ευρωπαίων, που εκφράστηκε, μέσω εκδηλώσεων συμπαράστασης τόνισε ότι «μόνο οι επενδύσεις από σοβαρές κι οργανωμένες επιχειρήσεις, με μακροπρόθεσμο επενδυτικό ορίζοντα, μπορούν να ανατρέψουν το αρνητικό κλίμα στην οικονομία, προσφέροντας θέσεις εργασίας και ευημερία στους λαούς της Ευρώπης».
Από την οικονομική ανάλυση που περιλαμβάνεται στο δελτίο, προκύπτει ότι το ετήσιο κόστος εργασίας ανά μισθωτό κατά μέσο όρο στο σύνολο της οικονομίας ανέρχεται σε 22,1 χιλ. ευρώ, ενώ στο στενό δημόσιο τομέα (δημόσια διοίκηση, άμυνα και κοινωνική ασφάλιση) καταγράφεται μέσος μισθός 30,3 χιλ. ευρώ.
Όπως σχολιάζει ο ΣΕΒ, είναι σημαντικά υψηλότερος του μέσου όρου, αλλά και υψηλότερος σχεδόν του μέσου μισθού σε όλη τη βάση της παραγωγικής οικονομίας, περιλαμβανομένης και της μεταποίησης. Οι μόνοι κλάδοι με υψηλότερους μισθούς είναι κλάδοι έντασης κεφαλαίου, υψηλής συγκέντρωσης και κλάδοι όπου το δημόσιο ασκεί μεγάλη επιρροή (ΔΕΗ, ΔΕΠΑ, ΕΥΔΑΠ, κλπ).
Ο Σύνδεσμος τονίζει ότι ο μετασχηματισμός της παραγωγικής βάσης δεν γίνεται από τη μια μέρα στην άλλη, αντίθετα «είναι τόσες οι στρεβλώσεις του παραγωγικού προτύπου που θα περάσουν γενιές, και αυτό μόνο υπό την προϋπόθεση ότι θα γίνουν όλες οι επιδιωκόμενες διαρθρωτικές αλλαγές των μνημονίων και δεν θα υπάρξει οπισθοδρόμηση».
Εκτιμά, ωστόσο ότι η αναδιάρθρωση των κλάδων που φθίνουν τα επόμενα χρόνια αναμένεται να επιταχυνθεί στο πλαίσιο και της αποτελεσματικότερης αντιμετώπισης των «κόκκινων» επιχειρηματικών δανείων από το τραπεζικό σύστημα, με τα θεσμικά εργαλεία που είναι πλέον διαθέσιμα, μετά και την ανακεφαλαιοποίηση των τραπεζών.
«Το τραπεζικό σύστημα, αναφέρει, είναι όσο υγιές όσο είναι οι πελάτες του. Συνεπώς, η αναδιάρθρωση κλάδων χαμηλής προστιθέμενης αξίας είναι μονόδρομος, για να μπορέσει το τραπεζικό σύστημα να χρηματοδοτήσει τους κλάδους υψηλής προστιθέμενης αξίας που δημιουργούν απασχόληση και εισοδήματα» σημειώνει.