Δεν κατέστη δυνατή η επίτευξη συμφωνίας μεταξύ της ελληνικής πλευράς και των δανειστών και ο χρόνος που απομένει μέχρι το τέλος του 2014 δεν επαρκεί για την ολοκλήρωση της αξιολόγησης.
Αν και η ελληνική κυβέρνηση εξακολουθεί να ελπίζει στο ραντεβού της 8ης Δεκεμβρίου, ακόμη κι αν πραγματοποιήσει η Τρόικα την πολυπόθητη μετάβαση στην Αθήνα, είναι πολύ δύσκολο, αν όχι ανέφικτο, να προλάβουν να κλείσουν το θέμα της αξιολόγησης ως το τέλος του χρόνου. Ας σημειωθεί ότι ο όποιες αποφάσεις πρέπει να έχουν την έγκριση και των ευρωπαϊκών Κοινοβουλίων, ενώ κάποιες από τις χώρες, όπως η Φιλανδία, έχουν θέσει χρονοδιάγραμμα για τη λήψη των αποφάσεων ως το τέλος του 2014.
Το “αγκάθι” εξακολουθεί να είναι το δημοσιονομικό κενό, για την κάλυψη του οποίου τίθεται στο τραπέζι η λήψη μέτρων όπως η επαναφορά του ΦΠΑ στα νησιά ή η επιβολή άλλων φόρων και η περαιτέρω μείωση συντάξεων. Στο ζήτημα αυτό οι δανειστές παρουσιάζονται ανυποχώρητοι, με τις κυβερνητικές πηγές να θεωρούν ανεξήγητη τη σκληρή αυτή “γραμμή” , κρίνοντας ότι τεκμηριώνουν επαρκώς τους υπολογισμούς τους για το ύψος του δημοσιονομικού κενού για το 2015.
Αναγκαστικά λοιπόν οι αποφάσεις για το ελληνικό χρέος, το μέλλον του ελληνικού προγράμματος και το σχέδιο για την Προληπτική Πιστωτική Γραμμή (ECCL) μετατίθενται σε μια επόμενη φάση, ενώ εκκρεμές θέμα παραμένει και η αποσαφήνιση του ρόλου που θα έχει το ΔΝΤ στο νέο Πρόγραμμα.
Οι δανειστές έχουν βάλει ήδη στο τραπέζι το ενδεχόμενο παράτασης του ελληνικού Προγράμματος. Στην περίπτωση αυτή πρέπει να συμφωνήσουν τόσο στη διάρκεια όσο και στο περιεχόμενου, ή καλύτερα στους όρους και τις προϋποθέσεις, αυτής της παράτασης. Φαίνεται πως υπό την πίεση του χρόνου η ελληνική πλευρά θα δέχονταν μια παράταση ως το τέλος του χρόνου ή έστω 1-2 μηνών, ενώ το γερμανικό σχέδιο περιλαμβάνει ένα δεύτερο Μνημόνιο μεγαλύτερης διάρκειας (εξάμηνης, ίσως και ενός έτους), με όρους, προϋποθέσεις, μέτρα και χρονοδιαγράμματα.
Σ αυτό το πλαίσιο και μ’ αυτά τα δεδομένα πραγματοποιήθηκε σήμερα η σύσκεψη στο Μαξίμου μεταξύ του Πρωθυπουργού Αντώνη Σαμαρά και του Αντιπροέδρου της Κυβέρνησης και Υπουργού Εξωτερικών Ευάγγελου Βενιζέλου, προκειμένου να ληφθούν αποφάσεις και να καθοριστούν οι χειρισμοί της ελληνικής κυβέρνησης από ‘δω και πέρα.
Ο Αντιπρόεδρος της Κυβέρνησης επιβεβαίωσε το ενδεχόμενο παράτασης τους Μνημονίου, με δηλώσεις που έκανε μόλις βγήκε απ’ τη σημερινή σύσκεψη του Μαξίμου. Διαβεβαίωσε ότι στην περίπτωση αυτή δεν μιλάμε για νέο Μνημόνιο, γιατί κάτι τέτοιο θα σήμαινε νέο δάνειο, το οποίο η Ελλάδα δεν χρειάζεται.
Ο Ευάγγελος Βενιζέλος απέδωσε την απόφαση για την παράταση, αν ληφθεί, σε “τεχνικούς λόγους” και άφησε ανοιχτό το θέμα της διάρκειάς της (μπορεί να είναι μερικές μέρες, ή εβδομάδες ή και μετά το τέλος του έτους).
Συμπλήρωσε ότι η δύσκολη, πράγματι, διαπραγμάτευση βρίσκεται ένα “βήμα πριν την ολοκλήρωσή της”, υπογραμμίζοντας ότι οι διαπραγματεύσεις με τους εταίρους μας δεν είναι εύκολες, απαιτείται ψυχραιμία, συσπείρωση και ενότητα και ότι όσοι στο εσωτερικό παράγουν αβεβαιότητα και αστάθεια “λειτουργούν αρνητικά σε σχέση με την διαπραγματευτική ισχύ της χώρας”.
Τόνισε ότι το ζήτημα για την ελληνική Κυβέρνηση αυτή την στιγμή είναι “να μην επιβαρυνθεί ο Έλληνας πολίτης¨ και ότι ¨η κυβέρνηση παραμένει πιστή στις δεσμεύσεις της για μισθούς και συντάξεις”.
Σε ερώτηση για το επίμαχο θέμα του δημοσιονομικού κενού απάντησε: «Το δημοσιονομικό κενό είναι μία θεωρητική συζήτηση περί της αποδοτικότητας των μέτρων του προϋπολογισμού. Έχει αποδειχθεί επί σειρά ετών ότι εκτελούνται οι προϋπολογισμοί και κατακτήσαμε το πρωτογενές πλεόνασμα νωρίτερα από το προβλεπόμενο. Άρα, υπάρχει μία εμπειρία, ήδη, πολυετής, η οποία ενισχύει τη θέση μας».
Οι Βρυξέλες έχουν στραμμένο το βλέμμα τους τόσο στην Αθήνα όσο και στη σημερινή συνεδρίαση του Eurowarking Geoup, όπου θα καθοριστεί η έλευση της Τρόικας στην Αθήνα και θα διαφανεί η στάση που θα τηρήσει το ΔΝΤ, με βάση τα νέα δεδομένα.
Οι Βρυξέλες εκτιμούν ότι κατά τη διαπραγμάτευση στο Παρίσι υπήρξε πρόοδος αλλά χρειάζονται ακόμη αρκετές διαβουλεύσεις.
Σύμφωνα με κυβερνητικές και δημοσιογραφικές πηγές, οι Γερμανοί όπως και το ΔΝΤ επιμένουν στην άκαμπτη στάση και τη σκληρή γραμμή που έχουν χαράξει, ενώ δεν θεωρούν πως πιθανές αλλαγές στο ελληνικό πολιτικό σύστημα θα επηρεάσουν την εφαρμογή του Προγράμματος.
Σε ό,τι αφορά δε τους όρους και τις προϋποθέσεις για τη λήψη των όποιων αποφάσεων για το ελληνικό ζήτημα, οι Γερμανοί δια της εκπροσώπου του Σόιμπλε καθιστούν όσο γίνεται πιο σαφή την απαίτησή τους για πλήρη ολοκλήρωση του ελληνικού Προγράμματος.