Περίπου 5.000 έως 6.000 Ευρωπαίοι εθελοντές, περιλαμβανομένων 1.450 Γάλλων, έχουν φύγει για τη Συρία προκειμένου να ενταχθούν σε εξτρεμιστικές οργανώσεις και να πολεμήσουν στο πλευρό των τζιχαντιστών εναντίον των δυνάμεων του προέδρου Μπασάρ αλ Άσαντ, εξέφρασε την εκτίμηση η Ευρωπαία Επίτροπος αρμόδια για θέματα Δικαιοσύνης, η Τσέχα Βέρα Γιούροβα σε μια συνέντευξη που δημοσιεύεται στη γαλλική εφημερίδα Le Figaro.
«Σε ευρωπαϊκό επίπεδο, εμείς υπολογίζουμε ότι περίπου 5000 με 6000 πρόσωπα έχουν μεταβεί στη Συρία, περιλαμβανομένων 1.450 στη Γαλλία» διαβεβαίωσε η Γιούροβα που εξέφρασε παράλληλα τον φόβο ότι αυτοί οι αριθμοί «είναι σε πολύ μεγάλο βαθμό υποτιμημένοι».
Προκειμένου να εμποδίσει αυτές τις αποχωρήσεις, η ευρωπαία επίτροπος σκοπεύει να επικεντρωθεί «κυρίως στην πρόληψη (του φαινομένου) παρά στην καταστολή του» καθώς η τελευταία «φθάνει πάρα πολύ αργά», όπως επισήμανε.
«Για το 2015 έχουμε αποδεσμεύσει ένα ποσό ύψους 2,5 εκατομμυρίων ευρώ προκειμένου να προτείνουμε μια εκπαίδευση και κατάρτιση στην χρήση στελεχών του σωφρονιστικού συστήματος και των αρχών δικαστικής επιτήρησης όπως επίσης στη χρήση Ευρωπαίων εισαγγελέων» διευκρίνισε η ίδια.
Η Επίτροπος τάχθηκε εξάλλου υπέρ της καλύτερης συνεργασίας μεταξύ των αστυνομικών και δικαστικών ευρωπαϊκών αρχών.
«Επιθυμούμε η ανταλλαγή πληροφοριών να ενισχυθεί μεταξύ της Ευρωπαϊκής Αστυνομικής Υπηρεσίας (Europol) και της Ευρωπαϊκής Μονάδας Δικαστικής Συνεργασίας (Eurojust)» υπογράμμισε η ίδια.
Αυτή η ανταλλαγή πρέπει να γίνει «με συστηματικό και αυτόματο τρόπο». Για το λόγο αυτό, η ίδια θεωρεί απαραίτητο το να «συγκροτηθούν κοινές ερευνητικές ομάδες με στόχο οι εισαγγελείς και οι αστυνομικοί πολλών χωρών της Ένωσης να μπορέσουν να εργαστούν μαζί».
Η Βέρα Γιούροβα τάσσεται επιπλέον υπέρ του διορισμού ενός ευρωπαίου εισαγγελέα.
«Σε ένα πρώτο διάστημα, η ευρωπαϊκή εισαγγελία θα εξειδικεύεται σε θέματα οικονομικών απατών αποκλειστικά σε ό,τι αφορά τον προϋπολογισμό της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Εν ευθέτω χρόνω, πιστεύουμε ότι θα διευρύνει τις αρμοδιότητές της στα εγκλήματα που διαπράττονται σε διασυνοριακό επίπεδο ακόμα και στην εμπορία ανθρώπων για παράδειγμα».