Στις 22 Απριλίου, ο Ρουστά, Μινεκάεφ, έμπειρος αξιωματούχος του ρωσικού στρατού, δήλωσε ότι η χώρα του σχεδιάζει να προσαρτήσει τη νότια Ουκρανία, συνδέοντας τα κατεχόμενα από τη Ρωσία τμήματα του Ντονμπάς με το αποσχισμένο κρατίδιο της Υπερδνειστερίας στη Μολδαβία.
Κάτι τέτοιο, θα απέκοπτε πλήρως την Ουκρανία από τη Μαύρη Θάλασσα, μέσω της οποίας πραγματοποιεί το 70% των εξαγωγών της. Όμως το ναυτικό μέρος της επίθεσης, παρατηρεί ο Economist, καθυστερεί και η Ρωσία αδυνατεί να ενισχύσει τις δυνάμεις της στη Μαύρη Θάλασσα. Γιατί συμβαίνει αυτό;
Διαβάστε επίσης: Ουκρανία: Το επόμενο «καυτό» μέτωπο του πολέμου θα είναι στη Μαύρη Θάλασσα
Ουκρανικά πλήγματα
Η Ρωσία έχει ανεπτυγμένα στη Μαύρη Θάλασσα 20 πολεμικά πλοία, μεταξύ των οποίων και υποβρύχια. Όμως η ικανότητά της να πραγματοποιεί ναυτικές επιθέσεις ή να αποβιβάσει στρατεύματα στα λιμάνια του ουκρανικού νότου έχει περιοριστεί σημαντικά από τις ουκρανικές πυραυλικές επιθέσεις. Στα τέλη Μαρτίου, μια ουκρανική επίθεση στο κατεχόμενο λιμάνι του Μπερντιάνσκ, στη νοτιοανατολική Ουκρανία κατέστρεψε το αποβατικό πλοίο Seratov, και προκάλεσε ζημιές σε δυο ακόμη.
Στις 14 Απριλίου, ουκρανοί και αμερικανοί αξιωματούχοι ανέφεραν ότι πύραυλοι Neptune είχαν πλήξει το Moskva, μια από τις ναυαρχίδες του ρωσικού στόλου. Μια ημέρα αργότερα, το πλοίο βυθίστηκε ενώ ρυμουλκούνταν στο λιμάνι. Η Ρωσία διαθέτει άλλα δυο πλοία αυτού του διαμετρήματος, ένα στον στόλο που διατηρεί στον Βόρειο Ωκεανό και ένα στον Ειρηνικό. Όμως δεν υπάρχει τρόπος μεταφοράς τους στη Μαύρη Θάλασσα.
Η Συνθήκη του Μοντρέ
Αιτία για αυτό είναι η λεγόμενη Συνθήκη του Μοντρέ, του 1936, η οποία ρυθμίζει την κίνηση των πλοίων διαμέσου των στενών των Δαρδανελίων και του Βοσπόρου. Και τα δυο στενά, τα οποία συνδέουν τη Μαύρη Θάλασσα με τη Μεσόγειο, ελέγχονται από την Τουρκία. Η συνθήκη προβλέπει την απρόσκοπτη μετακίνηση σε όλα τα πλοία που ανήκουν σε πολίτες. Τα πράγματα περιπλέκονται όταν πρόκειται για πολεμικά πλοία. Τα παράκτια κράτη της Μαύρης Θάλασσας – δηλαδή η Βουλγαρία, η Γεωργία, η Ρουμανία, η Ρωσία, η Τουρκία και η Ουκρανία – αντιμετωπίζουν τα μικρότερα εμπόδια.
Τα πολεμικά πλοία άλλων κρατών υπόκεινται σε περιορισμούς σε ό,τι αφορά το βάρος τους σε τόνους και τη διάρκεια της παραμονής τους στη Μαύρη Θάλασσα. Μόνο τα παράκτια κράτη έχουν δικαίωμα μετακίνησης των υποβρυχίων τους μέσω των στενών, ενώ τα αεροπλανοφόρα απαγορεύονται πλήρως. Το σημαντικότερο είναι ότι, αν κάποια από τις χώρες βρίσκεται σε εμπόλεμη κατάσταση, τότε η Τουρκία έχει δικαίωμα να απαγορεύσει τη διέλευση των πολεμικών πλοίων της από τα στενά, με εξαίρεση εκείνα που επιστρέφουν στις βάσεις τους.
Καθοριστική η απόφαση της Τουρκίας
Στα τέλη Φεβρουαρίου, η Τουρκία έθεσε σε εφαρμογή τη Συνθήκη του Μοντρέ, απαγορεύοντας την αποστολή νέων ρωσικών πολεμικών πλοίων στη Μαύρη Θάλασσα. Εκείνη την περίοδο, η κίνηση είχε ερμηνευτεί ως κατά βάση συμβολική: η Ρωσία έμοιαζε να έχει αναπτύξει ήδη αρκετά πλοία στη θάλασσα ώστε να είναι σε θέση να κάμψει τις αντιστάσεις των Ουκρανών. Όμως τώρα η τουρκική απόφαση φαίνεται να παίζει καθοριστικό ρόλο στον πόλεμο δια θαλάσσης. «Είχαμε πληροφορίες ότι τέσσερα ή πέντε ρωσικά πλοία από το στόλο του Ειρηνικού θα έρχονταν στη Μαύρη Θάλασσα», δήλωσε ουκρανός διπλωμάτης. «Ήταν μια αποφασιστική δύναμη που πιθανότατα θα είχε καταστρέψει την Οδησσό ή θα διευκόλυνε την κατάληψή της».
Αν η Τουρκία τηρήσει τις υποσχέσεις της και παραμείνει πιστή στους κανόνες του Μοντρέ, οι ρωσικές ναυτικές δυνάμεις θα αναγκαστούν να μείνουν μακριά. Το κατά πόσον αυτό θα είναι αρκετό ώστε να αποτραπεί η ρωσική κατοχή της νότιας Ουκρανίας μένει να φανεί. Όμως ακόμη και αν συμβεί κάτι τέτοιο, τα δικαιώματα της Ουκρανίας όπως προκύπτουν από τη συνθήκη του Μοντρέ θα διατηρούνταν.
«Η Τουρκία δεν θα αναγνώριζε την προσάρτηση αυτών των τμημάτων της Ουκρανίας», υποστήριξε μιλώντας στον Economist ο Αλπέρ Κοσκούν, πρώην τούρκος διπλωμάτης που πλέον ανήκει στο δυναμικό του Κληροδοτήματος Κάρνεγκι για τη Διεθνή Ειρήνη, μια δεξαμενή σκέψης. «Θα συνέχιζε να αποδίδει στην Ουκρανία τα δικαιώματα μιας παράκτιας χώρας και δεν θα παραχωρούσε νέα δικαιώματα στη Ρωσία».
Πηγή: Economist