Υπέρ μιας Ευρώπης δύο ταχυτήτων, προκειμένου να αντιμετωπιστούν οι τρομοκρατικές απειλές, προτείνοντας μάλιστα η Γερμανία και η Γαλλία να αναλάβουν ηγετικό ρόλο στις υπηρεσίες ασφαλείας, τάσσεται ο αντιπρόεδρος της Χριστιανοδημοκρατικής Ένωσης (CDU) Άρμιν Λάσετ. Καθώς οι τρομοκρατικές επιθέσεις στο Παρίσι σχεδιάστηκαν στη Συρία από δράστες που ζούσαν στο Βέλγιο και είχαν πιθανούς συνεργούς στη Γερμανία “είναι ξεκάθαρο ότι πρέπει να ξεπεραστεί η νοοτροπία των μεμονωμένων εθνικών κρατών”, ανέφερε σε συνέντευξή του στην εφημερίδα Rheinische Post και πρόσθεσε ότι “χρειαζόμαστε περισσότερη Ευρώπη. Χρειαζόμαστε πιο ισχυρή ευρωπαϊκή ολοκλήρωση σε ό,τι αφορά την αστυνομία και τις μυστικές υπηρεσίες. Αν δεν συμφωνούν όλοι, τότε έχει έρθει η ώρα για μια Ευρώπη δύο ταχυτήτων. Πώς θα είναι αυτό, θα πρέπει να το συζητήσουμε με τους εταίρους μας”.
Μάλιστα εξήγησε ότι ήδη υπάρχουν διαφορές στην Ε.Ε. με τη νομισματική ένωση και τη ζώνη ελεύθερης κυκλοφορίας Σένγκεν και διευκρίνισε ο αντιπρόεδρος του CDU ότι “τώρα επιθυμώ έναν ευρωπαϊκό πυρήνα με τη Γερμανία, τη Γαλλία και άλλα ιδρυτικά κράτη, το Βέλγιο, την Ολλανδία, το Λουξεμβούργο και την Ιταλία και όλους όσοι επιθυμούν να κάνουν αυτό το βήμα ενσωμάτωσης προκειμένου να οργανώσουμε διακρατικά την αστυνομία και τις υπηρεσίες πληροφοριών”.
Παράλληλα υπογράμμισε ότι “η διεθνής απειλή δεν μας επιτρέπει να περιμένουμε και τα 28 κράτη μέλη” και συμπλήρωσε ότι “χρειαζόμαστε μια ευρωπαϊκή υπηρεσία φύλαξης συνόρων με τη συμμετοχή όλων των κρατών μελών και όχι μόνο με συμβολικές συνεισφορές”.
Επιπλέον σημείωσε ότι “δεν μπορούμε να αφήσουμε μόνο στην Ελλάδα την προστασία των θαλάσσιων ευρωπαϊκών συνόρων” και εξέφρασε την αντίθεσή του με τη δήλωση του υπουργού Οικονομικών της Βαυαρίας Μάρκους Σέντερ, ο οποίος εκτίμησε ότι οι τρομοκρατικές επιθέσεις στο Παρίσι άλλαξαν τα πάντα.
“Το Παρίσι δεν άλλαξε τη στάση του απέναντι στους ανθρώπους που έχουν ανάγκη. Θα ήταν παράλογο να συνδέσουμε τα θύματα που φεύγουν για να γλιτώσουν από το Ισλαμικό Κράτος με τους δράστες”, ανέφερε χαρακτηριστικά ενώ σε ό,τι αφορά την υποδοχή εκατοντάδων χιλιάδων προσφύγων και μεταναστών φέτος από τη Γερμανία ο κ. Λάσετ σχολίασε ότι ισχύουν δύο δεδομένα: “Πρώτον: Το βασικό δικαίωμα στο άσυλο δεν γνωρίζει ανώτατα όρια. Δεύτερον: Δεν μπορούμε να δεχόμαστε κάθε χρόνο πάνω από ένα εκατομμύριο ανθρώπους. Γι’ αυτό πρέπει να βρούμε ενδιάμεσες λύσεις, ώστε να μειωθεί ο αριθμός (σ.σ. των προσφύγων) και να διατηρηθεί το βασικό δικαίωμα στο άσυλο”.