Μακελειό προκάλεσε η ακραία ισλαμιστική «Μπόκο Χάραμ», σύμφωνα με τις αρχές του Τσαντ, εξαπολύοντας δύο βομβιστικές επιθέσεις με καμικάζι κατά του αρχηγείου της αστυνομίας στη Ντζαμένα και εναντίον μιας σχολής της αστυνομίας, όπως ανέφεραν η κυβέρνηση του Τσαντ και αυτόπτες μάρτυρες. Τουλάχιστον 23 άνθρωποι σκοτώθηκαν και 101 τραυματίστηκαν ενώ και τέσσερις από τους δράστες έχασαν τη ζωή τους.
Αντιμέτωπη με ένα είδος επιθέσεων που δεν έχει προηγούμενο στην πρωτεύουσα του Τσαντ, η κυβέρνηση ανακοίνωσε παράλληλα τη δημιουργία μιας «ομάδας αντιμετώπισης της κρίσης» και απαγόρευσε την κυκλοφορία οχημάτων με φιμέ τζάμια. Οι αρχές του Τσαντ αποδίδουν την επίθεση στην «Μπόκο Χάραμ» (που έχει ως «έδρα» την Νιγηρία) καθώς η εκτέλεση της επίθεσης θύμιζε πολύ τον τρόπο με τον οποίο λειτουργεί η συγκεκριμένη οργάνωση. Εντούτοις, δεν υπάρχει επίσημη ανάληψη ευθύνης.
Μετά τις επιθέσεις, αναπτύχθηκε στην πρωτεύουσα μια μεγάλη δύναμη της αστυνομίας. Τα μέτρα ασφαλείας είχαν ήδη ενισχυθεί σημαντικά εδώ και μήνες στη Ντζαμένα, καθώς το Τσαντ δεχόταν απειλές για επιθέσεις από τη Μπόκο Χαράμ.
Η Γαλλία —το Τσαντ ήταν στο παρελθόν αποικία της— έσπευσε να καταδικάσει τις πολύνεκρες αυτές επιθέσεις και να διαβεβαιώσει τις αρχές της αφρικανικής χώρας για την «υποστήριξή της στον αγώνα εναντίον της τρομοκρατίας», με μια ανακοίνωση του Υπουργείου Εξωτερικών.
Το Τσαντ συνεργάζεται στενά με το Παρίσι στο πλαίσιο των επιχειρήσεων που διεξάγονται εναντίον των οργανώσεων τζιχαντιστών στο Σάχελ και ο γαλλικός στρατός έχει εγκαταστήσει το επιτελείο του για την επιχείρηση Μπαρχάν στη Ντζαμένα.