«Όταν την είδα, έβγαλα το μαχαίρι και άρχισα να τη μαχαιρώνω»: Η κυνική ομολογία του δολοφόνου της 40χρονης στο Μενίδι
Σε σοκ εξακολουθεί να βρίσκεται το πανελλήνιο από τη νέα γυναικοκτονία που έγινε το πρωί της Πέμπτης στο Μενίδι με θύμα μία 40χρονη γυναίκα από την Αλβανία η οποία μαχαιρώθηκε μέχρι θανάτου από τον εν διαστάσει σύζυγό της.
Όπως προκύπτει από τα στοιχεία που έχουν συλλέξει μέχρι στιγμής οι ερευνητές του Ανθρωποκτονιών, ο φερόμενος ως δράστης είχε στήσει ενέδρα θανάτου στην πρώην γυναίκα του και όταν την είδε να διασχίζει τον δρόμο την πλησίασε και άρχισε να την μαχαιρώνει επανειλημμένα καταφέρνοντας της περισσότερα από 10 χτυπήματα.
Στη συνέχεια αποχώρησε από το σημείο, πήγε σε ένα ξενοδοχείο και προσπάθησε να κρυφτεί σε μία οικοδομή στην οποία, κατά αναφορές, είχε εργαστεί. Μαζί του είχε και κουτάκια μπύρας καταναλώνοντας μεγάλη ποσότητα αλκοόλ. Κάτι που άλλωστε συνήθιζε να κάνει και όταν ζούσε με το θύμα του. Έπινε και στη συνέχεια την χτυπούσε. Τελικά αστυνομικοί του τμήματος την περιοχής τον εντόπισαν κατά τη διάρκεια περιπολίας και του πέρασαν χειροπέδες.
Κατά τη σύλληψή του ο φερόμενος ως δράστης ήταν εμφανώς υπό την επήρεια αλκοόλ και έδειχνε να μην καταλαβαίνει τι έχει συμβεί. Οι αστυνομικοί τον περιγράφουν ως έναν άνθρωπο κυνικό που δεν έδειξε ούτε μια στιγμή να μετανιώνει για την πράξη του.
Τελικά ομολόγησε την δολοφονία με τους ισχυρισμούς του να προκαλούν σοκ: «Ξύπνησα το πρωί και πήγα στο συγκεκριμένο γιατί ήξερα ότι περνάει από εκεί στις 5.30 το πρωί. Όταν την είδα έβγαλα το μαχαίρι και άρχισα να την μαχαιρώνω. Στη συνέχεια έφυγα με τα πόδια και πήγα σε ένα ξενοδοχείο. Έκατσα λίγο εκεί και μετά πήγα με τα πόδια στην οικοδομή και ήπια κάτι μπύρες μέχρι που τελικά με συνέλαβαν».
Στην ερώτηση των αστυνομικών γιατί προέβη στο ειδεχθές έγκλημα, ο καθ’ ομολογίαν δράστης φέρεται να απάντησε πως «Δεν άντεχα να βλέπω τον γκόμενο της να οδηγά το αμάξι μου. Εγώ δούλευα και εκείνη μου έτρωγε τα λεφτά».
Τον είχε καταγγείλει τρεις φορές
Υπενθυμίζεται πως η γυναίκα είχε καταγγείλει τον μετέπειτα δολοφόνο της στις Αρχές τρεις φορές.
Τελευταία φορά που η γυναίκα πέρασε το κατώφλι του αστυνομικού τμήματος προκειμένου να τον καταγγείλει και πάλι για ενδοοικογενειακή βία (απειλή, σωματική βλάβη και εξύβριση) ήταν στις 7 Μαΐου 2024. Τότε ο άνδρας συνελήφθη και οδηγήθηκε στον εισαγγελέα, ενώ έλαβε ρητή δικάσιμο για Παρασκευή 17 Μαΐου 2024.
Όπως είχε πει τότε η 40χρονη στην κατάθεσή της, ήταν μαζί 14 χρόνια, είχαν αποκτήσει δύο παιδιά, μία κόρη 21 ετών και έναν γιο 15 ετών, ωστόσο, δεν ήταν ποτέ καλά σαν ζευγάρι καθώς την χτυπούσε και την απειλούσε, ενώ, το τελευταίο διάστημα ο 50χρονος την παρακολουθούσε.
«Γενικότερα δεν ήμασταν ποτέ καλά, με είχε απειλήσει – εξυβρίσει πολλές φορές και με είχε βαρέσει επίσης. Έχω καταγγείλει πολλά περιστατικά, αλλά όχι όλα. Εδώ και μία εβδομάδα, τον έχω δει ότι με παρακολουθεί, κάθεται με το αυτοκίνητό του έξω από το σπίτι μου και δεν γνωρίζω τον λόγο. Χθες 6/5 και περί ώρα 23.30 ήταν πάλι έξω από το σπίτι μου και απλά καθόταν στο αυτοκίνητό του. Τον πλησίασα και τον ρώτησα γιατί είναι εδώ και άρχισε να με εξυβρίζει: π@@@@α, θα δεις τι θα πάθεις, μα@@@η, θα σας κάψω. Ήταν μεθυσμένος και είχε πολλά κουτάκια μπύρας μέσα στο αυτοκίνητό του. Εκεί, εγώ πήγα να καλέσω την αστυνομία και με έπιασε από τον λαιμό με δύναμη και μου γύρισε το δάχτυλο. Τότε η κόρη μου που ήταν κοντά, πήρε τηλέφωνο το 100. Στη συνέχεια μας μετέφεραν στην υπηρεσία σας» ανέφερε μεταξύ άλλων στην κατάθεσή της.