Τις γυναίκες που διαβιούν υπό σκληρές συνθήκες στα βουνά της Μουργκάνας, σε μια “λησμονημένη Ελλάδα, όπως σημειώνει το πρακτορείο, αποφάσισε να τιμήσει το ΑΠΕ-ΜΠΕ, με αφορμή την 8η Μαρτίου, ημέρα της Γυναίκας, πραγματοποιώντας ένα οδοιπορικό στα ξεχασμένα χωριά της περιοχής και μιλώντας μαζί τους για μια καθημερινότητα, που στα αστικά κέντρα φαντάζει τουλάχιστον ξένη.
«Δεν έχω μάθει να φοβάμαι. Το μόνο πράγμα που δεν έμαθα στη ζωή μου, είναι τι θα πει φόβος. Από τα άσχημα που έζησα, πήρα θάρρος» λέει η 86χρονη Μαρίνα Αγγελοπούλου, κάτοικος του χωριού Μπαμπούρι Φιλιατών. Με εντυπωσιακή αισιοδοξία και αυτοπεποίθηση, διευκρινίζει ότι από παιδί νίκησε τον φόβο κι έμαθε να ξεπερνά δυσκολίες και στενοχώριες με το τραγούδι.
Γεννήθηκε σε ένα κοντινό χωριό. Τον Τσαμαντά. Είχε δύσκολα παιδικά χρόνια. Έχασε μόλις στα 2 της χρόνια τη μητέρα της. Μετά ήρθαν παγκόσμιος πόλεμος και εμφύλιος. Στα 16 της έφυγε από το σπίτι για να βγει στον δύσκολο αγώνα της επιβίωσης. Πριν 52 χρόνια παντρεύτηκε και από τότε μέχρι σήμερα, ζει στο Μπαμπούρι μαζί με τον σύζυγό της. Αγέρωχη φιγούρα. Με σκληρή δουλειά -από το ξημέρωμα ίσαμε τη νύχτα- κατάφερε να σπουδάσει τα δύο παιδιά της και να φτιάξει το σπίτι, όπου ζει. Από την εφηβεία ακόμη τραγουδούσε σε πανηγύρια, γάμους και γιορτές. «Η δύναμή μου κρύβεται στο τραγούδι» λέει. «Μάλωνα με τη μητριά, άρχιζα το τραγούδι. Το τραγούδι με έβγαλε πέρα… Πήγαινα στο βουνό, τραγούδαγα. Πήγαινα στο χωράφι, τραγούδαγα. Πήγαινα βόλτα, τραγούδαγα. Είχα τα ψυχολογικά μου από στεναχώρια κι όταν ο γιατρός μου ΄πε να πάρω φάρμακα, του ΄πα “θα γιατρευτώ μόνη μου με το τραγούδι”».
Στο Μπαμπούρι ζουν όλες κι όλες δέκα ψυχές στα σκόρπια σπίτια του χωριού. Καθώς βρίσκεται στα ελληνοαλβανικά σύνορα, δεν είναι λίγες οι φορές που τα σπίτια βρέθηκαν στο στόχαστρο παρανόμων. Τα κρούσματα των διαρρήξεων, όμως, δεν ανησυχούν την κ. Μαρίνα. «Ο άνδρας μου είναι κυνηγός και στο σπίτι έχουμε όπλα» λέει. Με μια σύνταξη του ΟΓΑ ζουν πια, αλλά στιγμή δεν σκέφτηκαν ν΄αφήσουν τον τόπο τους. Πέντε φορές μπήκε στο χειρουργείο, αλλά ακόμη ασχολείται αγόγγυστα και με αγάπη με τον κήπο και το νοικοκυριό της. Η μόνη της θλίψη είναι που ερημώνει το χωριό και δεν μπορεί να βρει παρέα στο τραγούδι… «Ένα πολυφωνικό, βρε παιδί μου, μου λείπει…» λέει μεταξύ σοβαρού και αστείου.