Καθοριστικές εξελίξεις αναμένονται για το ελληνικό ζήτημα, με την έναρξη του νέου κύκλου διαπραγματεύσεων Κυβέρνησης – Θεσμών ο οποίος αναμένεται να ξεκινήσει αύριο.
Από τις νέες συνομιλίες άλλωστε εξαρτάται το τι μέλλει γενέσθαι με το “κλείδωμα” της συμφωνίας ώστε να πάρει τον δρόμο για την πρώτη αξιολόγηση από το Eurogroup της 22ας Απριλίου.
Σύμφωνα με πληροφορίες γίνονται πιέσεις σχετικά με την ρευστότητα του ελληνικού κράτους μόλις μία ημέρα μετά την συνεδρίαση των Υπουργών Οικονομικών της Ευρωζώνης (23 Απριλίου) με το δίμηνο Ιουνίου – Ιουλίου να αποτελεί “κόκκινη γραμμή”.
Το ζήτημα του δημοψηφίσματος για την παραμονή ή όχι της Βρετανίας στην Ευρωπαϊκή Ένωση, φαίνεται ότι επισπεύδει τα πράγματα που σημαίνει ότι ενδέχεται να υπάρξει κάποια συμφωνία για την Ελλάδα μέσα στο πρώτο εικοσαήμερο του Μαΐου.
Σύμφωνα με αξιωματούχους, οι ισορροπίες είναι εξαιρετικά λεπτές καθώς μπορεί μεν όλες οι πλευρές να καταλήξουν τελικά σε μια συμφωνία, αυτό όμως δεν σημαίνει ότι δεν μπορεί να προκύψει κάποιο “ατύχημα”. Με φόντο το τεράστιο ζήτημα του Προσφυγικού, το ενδεχόμενο Brexit αλλά και την σκληρή οικονομική πολιτική που καλείται να ακολουθήσει η Ελλάδα και άλλες χώρες της Ευρωζώνης (Ισπανία, Πορτογαλία), όλες οι πλευρές είναι εξαιρετικά πιεσμένες κάτι που μπορεί να οδηγήσει σε καθοριστικά αποτελέσματα για το μέλλον της Ευρώπης στο σύνολό της.
• Γαλλία και Γερμανία ετοιμάζονται για κρίσιμες εκλογικές αναμετρήσεις το 2017. Ο Φρ. Ολάντ αντιμετωπίζει ισχυρά προβλήματα, η Άγκελα Μέρκελ πιέζεται δημοσκοπικά, ενώ εξαιρετικά κρίσιμο θεωρείται για τους Ευρωπαίους να διατηρηθεί η Μ. Βρετανία εντός Ε.Ε.
• To ΔΝΤ, επιθυμώντας να διαφυλάξει το πρεστίζ του, που έχει υποστεί πλήγμα λόγω της εμπλοκής του στην Ελλάδα, διαμηνύει πως δεν θα εγκαταλείψει την Ελλάδα, αλλά το πώς θα συμμετάσχει, θα εξαρτηθεί από τις δεσμεύσεις που θα αναλάβουν οι Έλληνες και κυρίως οι Ευρωπαίοι, αναφέρει η imerisia.gr. Ξεκαθαρίζει δε πως το πρόγραμμα δεν βγαίνει και απαιτούνται είτε πρόσθετα δημοσιονομικά μέτρα από την Ελλάδα ή γενναία ελάφρυνση χρέους ή/και χαλάρωση των δημοσιονομικών στόχων.
• Η Ευρώπη θέλει οπωσδήποτε το ΔΝΤ μαζί της, αφού για μεγάλες χώρες, όπως η Γερμανία, η συμμετοχή του αποτελεί σύμμαχο, όταν οι υπουργοί τους πηγαίνουν στα κοινοβούλιά τους για να ζητήσουν πρόσθετες ελαφρύνσεις για την Ελλάδα. Ωστόσο για να το έχει πρέπει να δώσει κάτι για το χρέος ή τη χαλάρωση των στόχων, κάτι που είναι επίσης δύσκολο σε μια δυσμενή συγκυρία, όπως η σημερινή.
• Στο πλαίσιο αυτό διαρροές, όπως εκείνη του διαλόγου στην πλατφόρμα Wikileaks βάρυναν το κλίμα, δίνοντας τροφή σε όσους διατηρούν στο τραπέζι την κριτική για μεγάλο έλλειμμα εμπιστοσύνης μεταξύ Ελλάδας και πιστωτών.
• Την ίδια ώρα η ελληνική κυβέρνηση επέλεξε στρατηγική υψηλών τόνων, ασκώντας σχεδόν σε καθημερινή βάση οξεία κριτική στο ΔΝΤ, στο οποίο επέρριψε τις ευθύνες για την καθυστέρηση στην αξιολόγηση. Φοβούμενη προφανώς το σενάριο να ζητηθούν τελικά από την κυβέρνηση πρόσθετα δημοσιονομικά μέτρα, για να ικανοποιηθεί το Ταμείο, χωρίς να αναγκαστούν να βάλουν το χέρι στην τσέπη οι Ευρωπαίοι, δίνοντας για παράδειγμα μια πιο γενναία ελάφρυνση χρέους ή χαλαρώνοντας τους δημοσιονομικούς στόχους για τα πρωτογενή πλεονάσματα. Με βάση τη στρατηγική της έκανε επίσης και το βήμα του να προαναγγείλει την κατάθεση νομοσχεδίων για το ασφαλιστικό και για το φορολογικό, μέσα στην εβδομάδα, πριν οριστικοποιηθεί η συμφωνία. Από την πλευρά των πιστωτών, αυτό δεν εκλαμβάνεται άμεσα ως μονομερής ενέργεια, αφού λένε ξένα στελέχη πως πρέπει να δούμε τι θα περιλαμβάνεται τελικά, αλλά σε κάθε περίπτωση θεωρούν πως τέτοιες κινήσεις καλό θα ήταν να έπονται των συμφωνιών και όχι να προηγούνται.
Χαρακτηριστικό παράδειγμα του κλίματος αναβρασμού, είναι η επίσκεψη του Αμερικανού Προέδρου Μπαράκ Ομπάμα στις 25 Απριλίου στο Ανόβερο, προκειμένου να συναντηθεί με την Άγκελα Μέρκελ, λίγα εικοσιτετράωρα μετά από την ολοκλήρωση του Eurogroup στις 22 Απριλίου. Την ίδια ώρα, στο “πλάνο” έχει μπει και μια ενδεχόμενη έκτακτη συνεδρίαση του Eurogroup στις 25 – 26 Απριλίου.
Κατά την συνάντηση των δύο ηγετών, στο “τραπέζι” θα πέσει μεταξύ άλλων και το ζήτημα της Ελλάδας, αναφορικά με την αντιμετώπιση της προσφυγικής κρίσης αλλά και της οικονομικής κατάστασης και της μελλοντικής πολιτικής που θα πρέπει να υιοθετηθεί, συμπεριλαμβανομένης και εκείνης του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου.