Ο άνδρας της ξαδέλφης μου έχει δύο μικρά παιδιά. Η σύζυγός του δουλεύει, ευτυχώς, σε σούπερ μάρκετ και παίρνει 700 ευρώ τον μήνα με τα οποία ζει, όπως ζει, εδώ και έναν χρόνο όλη η οικογένεια. Ο ίδιος ήταν οδηγός ταξί επί 8 χρόνια και έβγαζε μεροκάματο γύρω στα 30 ευρώ τη βάρδια στην προ κρίσης εποχή. Τον τελευταίο χρόνο όμως γύριζε στο σπίτι με άδειες τσέπες καθώς η δουλειά λιγόστεψε, αλλά το αφεντικό ήταν σκληρό. Παρότι έχει στην ιδιοκτησία του 12 ταξί – δύο στο όνομά του και τα άλλα στα ονόματα μελών της οικογένειάς του – αρνήθηκε κατηγορητικά να ρίξει το ενοίκιο κάτω από τα 60 ευρώ τη βάρδια, τα οποία παίρνει βεβαίως μαύρα. Αυτό άλλωστε κάνουν όλοι της συντεχνίας του. Είναι τα λεγόμενα αφεντικά της ασφάλτου, που πρωτοστατούσαν στις κινητοποιήσεις διάλυσης τη χώρας στις αρχές Αυγούστου. Τον Ιούνιο ο ξάδελφος παρέδωσε το ταξί, γιατί πλέον η είσπραξή του δεν ξεπερνούσε τα 50 ευρώ τη βάρδια, άρα έδινε στον ιδιοκτήτη από την τσέπη του τη διαφορά. Αφού περίμενε τρεις μήνες να ανοίξει το επάγγελμα και να αποκτήσει το δικό του ταξί, έφυγε μετανάστης. Δουλεύει οδηγός σε φορτηγό στη Βουλγαρία.
Το άρθρο δημοσιεύτηκε στην εφημερίδα “ΤΑ ΝΕΑ “