Ένα τεράστιο διατροφικό σκάνδαλο, από τα μεγαλύτερα που έχουν καταγραφεί στην Ελλάδα τα τελευταία χρόνια θέτει σε συναγερμό τις υγειονομικές υπηρεσίες σε όλη τη χώρα. Εκατοντάδες τόνοι ύποπτου κρέατος που παρέμεινε στα αζήτητα επί 7,5 χρόνια στην ελεύθερη ζώνη της Ολλανδίας, εισήχθη στη χώρα μας με διαδικασίες που προκαλούν πολλά ερωτηματικά, και διατέθηκε σε τουριστικές περιοχές και κρουαζιερόπλοια.
H Γενική Διεύθυνση Κτηνιατρικής του υπουργείου Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων με έγγραφό της στις 19.07.2006 προς τη Νομαρχία Δυτικής Αττικής δίνει το πράσινο φως, το κρέας που έμεινε στα αζήτητα για 7,5 χρόνια να διατεθεί στην αγορά. Το έγγραφο υπογράφει ο προϊστάμενος της Γενικής Διεύθυνσης κ. B. Μπατζηλιώτης
Αυτή την ώρα κανείς δεν είναι σε θέση να γνωρίζει αν το κρέας αυτό προκαλεί βλάβες στην υγεία των πολιτών. Σε κάθε περίπτωση ωστόσο, δεκάδες χιλιάδες τουρίστες, Έλληνες και ξένοι, έπεσαν θύματα μίας μεγάλη απάτης, καθώς κατανάλωσαν χωρίς να το γνωρίζουν κρέας που παρασκευάστηκε το 1999 στο Βέλγιο για να εξαχθεί στο Ιράν και όλα αυτά τα χρόνια παρέμενε στα ψυγεία με αδιευκρίνιστες συνθήκες συντήρησης. H διαδρομή που ακολούθησαν τα πεντακόσιες χιλιάδες κιλά βοδινού κρέατος από το Βέλγιο, την Ολλανδία την Ιταλία, για να καταλήξουν στην Ελλάδα, δεν προκαλεί μόνο φόβο στους καταναλωτές αλλά δημιουργεί και τεράστια ερωτηματικά για τον τρόπο λειτουργίας των κτηνιατρικών αρχών και τον έλεγχο που διεξάγουν στα τρόφιμα που εισάγονται στη χώρα μας.
Κατασχέθηκε. H παραγωγή του κρέατος έγινε το 1999 από την εταιρεία «MERITUS» στο Βέλγιο για να εξαχθεί στο Ιράν. Σημειώνεται ότι τοτε, το 1999, βρισκόταν στην κορύφωσή του στο Βέλγιο το σκάνδαλο των διοξινών. Το εμπόρευμα από το Βέλγιο μεταφέρθηκε στην ελεύθερη ζώνη της Ολλανδίας προκειμένου να εξαχθεί. H δουλειά όμως με το Ιράν ναυάγησε επειδή όπως υποστηρίζουν οι έμποροι οι Ιρανοί που επρόκειτο να εισάγουν το κρέας στη χώρα τους είχαν οικονομικά προβλήματα και δεν κατάφεραν να προχωρήσουν.
Έτσι οι έμποροι επιχείρησαν να το διαθέσουν στην ολλανδική αγορά. Εκεί όμως βρήκαν κλειστές πόρτες, καθώς η ολλανδική νομοθεσία είναι αυστηρή και επιτρέπει την κατανάλωση κρέατος που βρίσκεται σε κατάψυξη μέχρι δυο χρόνια. Έτσι, το κρέας κατασχέθηκε. Ακολούθησε μια μακρόχρονη δικαστική διαμάχη, της βελγικής εταιρείας με τις ολλανδικές αρχές και τελικά εκδόθηκε απόφαση που αίρει την κατάσχεση, δεν επιτρέπει όμως και την είσοδο στην ολλανδική αγορά αυτού του εμπορεύματος. Υπάρχει μάλιστα και έγγραφο στο φάκελο που βρίσκεται στο υπουργείο Γεωργικής Ανάπτυξης και στη νομαρχία Δυτικής Αττικής του υπουργείου Υγείας της Ολλανδίας, που αποδεσμεύει το κρέας και το επιστρέφει στη βελγική εταιρεία.
Απόπειρα εξαγωγής. Μετά την άρση της κατάσχεσης από τις ολλανδικές αρχές η πρώτη απόπειρα εξαγωγής του έγινε στην Ιταλία. Οι έμποροι όμως ατύχησαν καθώς οι κτηνιατρικές αρχές της Ιταλίας απαγόρευσαν τη διάθεσή του στην αγορά, και έτσι μια μεγάλη ποσότητα παρέμεινε στην ελεύθερη ζώνη της Ιταλίας.
Μισό ευρώ το κιλό. Είναι προφανές ότι ένα εμπόρευμα με αυτό το ιστορικό, ακόμη και αν δεν είναι σάπιο, λόγω της πολυετούς παραμονής του στα κοντέινερ και της ταλαιπωρίας που έχει υποστεί, είναι πάρα πολύ φθηνό προϊόν για τους εμπόρους. H εκτίμηση των κτηνιάτρων είναι ότι η τιμή της χονδρικής αγοράς του κατά πάσα πιθανότητα έφτασε το μισό ευρώ το κιλό. Αυτό το γεγονός και μόνο κάνει δελεαστικό το προϊόν για τους εισαγωγείς κρέατος, αν βεβαίως καταφέρουν να ξεπεράσουν τον σκόπελο των ελέγχων και να καταφέρουν το διαθέσουν στην αγορά.
Τον Ιούνιο του 2006, η πρώτη μεγάλη παρτίδα αυτού του κρέατος, 21.490 κιλά, εισήχθη στη χώρα μας από γνωστή εταιρεία εισαγωγής κρέατος (σ.σ.: το όνομά της είναι στη διάθεση της εφημερίδας μας) που εδρεύει στη Δυτική Αττική. Όταν οι υπεύθυνοι της εταιρείας ζήτησαν την έγκριση της διεύθυνσης κτηνιατρικής της Νομαρχίας Δυτικής Αττικής για να διαθέσουν το κρέας στην αγορά, ο διευθυντής της υπηρεσίας κ. Χαράλαμπος Προυντζόπουλος αρνήθηκε να δώσει την έγκρισή του και παρέπεμψε το θέμα στη Γενική Διεύθυνση Κτηνιατρικής του υπουργείου Γεωργίας, από την οποία ζήτησε να λάβει την απόφαση. Στο έγγραφό του ο κ. X. Προυντζόπουλος προς τον γενικό διευθυντή του υπουργείου Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων κ. Βασίλειο Μπατζηλιώτη, αναφέρει μεταξύ άλλων τα εξής: «H υπηρεσία μας όπως είχε καθήκον επισκέφθηκε την εταιρεία προκειμένου να ελέγξει την παραπάνω ποσότητα κρεάτων και διαπίστωσε ότι στη δεύτερη συσκευασία των κρεάτων αυτών αναγραφόταν η ημερομηνία παραγωγής, η οποία ήταν από 1/3/1999, ενώ δεν αναγραφόταν η ημερομηνία λήξης, καθώς επίσης και ότι προέρχονταν από δυο σφαγειοτεχνικές εγκαταστάσεις με κωδικούς αριθμούς 67 και 161/1 του Βελγίου.
H ημερομηνία λήξης. Οι παραπάνω σφαγειοτεχνικές εγκαταστάσεις παραγωγής των κρεάτων έχουν ορίσει με έγγραφη επιστολή στην εταιρεία που εισήγαγε το κρέας στη χώρα μας, ότι η ημερομηνία λήξης των εμπορευμάτων είναι 08/2007. Τα παραπάνω κρέατα προορίζονταν αρχικά για εξαγωγή στο Ιράν, η οποία όμως δεν πραγματοποιήθηκε για οικονομικούς λόγους και για αυτό το λόγο στη δεύτερη συσκευασία φέρουν ενδείξεις στα αραβικά και στα αγγλικά. Στις 14/06/2006, η υπηρεσία μας προέβη σε προσωρινή δέσμευση της παραπάνω παρτίδας». Και το έγγραφο του κ. Προυντζόπουλου προς την Κεντρική Διεύθυνση του υπουργείου, καταλήγει ως εξής: «H εν λόγω εταιρεία μάς έχει γνωρίσει ότι προτίθεται να εισάγει άλλους 200 περίπου τόνους ειδικών τεμαχίων οπισθίων και εμπροσθίων μόσχου βαθιάς κατάψυξης προερχόμενα από την ίδια παρτίδα. Για το λόγο αυτό, παρακαλούμε όπως μας γνωρίσετε εάν τα παραπάνω προϊόντα μπορούν να διακινηθούν ελεύθερα στην ελληνική αγορά».
Σύντομες διαδικασίες. H Γενική Διεύθυνση του υπουργείου κινήθηκε με σύντομες διαδικασίες και με έγγραφό της στις 19.07.2006 προς τη νομαρχία Δυτικής Αττικής δίνει το πράσινο φως, το κρέας αυτό να διατεθεί στην ελληνική αγορά. Το έγγραφο που υπογράφει ο προϊστάμενος της Γενικής Διεύθυνσης κ. B. Μπατζηλιώτης, αναφέρει μεταξύ άλλων ότι αφού η υπηρεσία τους έλαβε υπ’ όψιν της «τα αποτελέσματα των εργαστηριακών αναλύσεων που διενεργήθηκαν στο Ινστιτούτο Υγιεινής Τροφίμων Αθηνών για τυχόν ανίχνευση παθογόνων μικροοργανισμών και την διαπίστωση της απουσίας αποκλίσεων από τα οργανοληπτικά και δομαισθητικά χαρακτηριστικά του κρέατος, σας γνωρίζουμε πως τα παραπάνω κρέατα μπορούν να διακινηθούν ελεύθερα στην ελληνική αγορά μέχρι την αναγραφόμενη, επί της συσκευασίας τους ημερομηνία λήξεως (31/08/2007).
Άλλοι 200 τόνοι. Έτσι λοιπόν με την έγκριση των αρμοδίων αρχών το κρέας των 7,5 ετών διοχετεύτηκε στην ελληνική αγορά. Σύμφωνα με πληροφορίες από την νομαρχία Δυτικής Αττικής, η πρώτη και η δεύτερη παρτίδα που εισήχθησαν ήταν 41 τόνοι και ακολούθησαν άλλοι διακόσιοι. Τα κρέατα αυτά σύμφωνα με κύκλους της αγοράς, διοχετεύτηκαν σε ένα από τα πιο τουριστικά νησιά της χώρας, σε μεγάλες ξενοδοχειακές εγκαταστάσεις.
Και επειδή στην αγορά «τα καλά νέα» που φέρνουν κέρδη μαθαίνονται αμέσως, μία ακόμη εταιρεία εισαγωγής κρέατος που έχει έδρα στο Πέραμα, πληροφορήθηκε την κερδοφόρα εισαγωγή και προχώρησε και εκείνη σε δική της εισαγωγή από την ίδια παρτίδα κρέατος της βελγικής εταιρείας. Σύμφωνα με πληροφορίες από κύκλους της αγοράς πάντα, η εταιρεία του Περάματος (σ.σ.: το όνομα και αυτής της εταιρείας είναι στη διάθεσή μας) έχει εισαγάγει μέχρι στιγμής πέντε χιλιάδες τετρακόσια σαράντα ένα κιλά και το πιθανότερο είναι ότι αυτό διατέθηκε σε κρουαζιερόπλοια.
H απάτη είναι δεδομένη
Οι ιδιοκτήτες των ξενοδοχείων που τα αγόρασαν σίγουρα δεν ενημέρωσαν τους πελάτες τους ότι τους προσφέρουν κρέας 7,5 ετών που αγοράστηκε, για να φτάσει στο ακριβό τραπέζι τους, έναντι ευτελούς ποσού
Γνωστός κτηνίατρος με τον οποίο επικοινώνησαν «TA NEA», δήλωσε ότι κανείς δεν είναι σε θέση να γνωρίζει πριν δει λεπτομερώς τις εργαστηριακές εξετάσεις και τον τρόπο με τον οποίο έγιναν, αν το κρέας αυτό εγκυμονεί κινδύνους για την υγεία των καταναλωτών. «Σε κάθε περίπτωση όμως το κρέας αυτό ακόμη και αν δεν έχει αναπτύξει εστίες μικροβίων, έχει χάσει τα ποιοτικά του χαρακτηριστικά και είναι μια άχρηστη τροφή. Αυτό είναι το καλύτερο σενάριο».
Και εξηγεί: «Στην Ελλάδα μπορεί η νομοθεσία μας να μην είναι ίδια με την ολλανδική που προβλέπει ότι μετά τα δυο χρόνια κατάψυξης το κρέας αποσύρεται από την αγορά, η πρακτική όμως λέει ότι δεν καταναλώνουμε κρέατα που βρίσκονται στα ψυγεία περισσότερο από δυο χρόνια. Διότι, ακόμη και αν δεν μας βλάψουν, οι ουσίες τους έχουν καταστραφεί, άρα δεν μας προσφέρουν τίποτα. Είναι για να καταλάβετε – λέει χαρακτηριστικά όπως τα ληγμένα φάρμακα ή τα ληγμένα τρόφιμα, τα οποία και όταν δεν μας βλάπτουν πάντως δεν μας ωφελούν. Ο ίδιος κτηνίατρος εκτιμά ωστόσο ότι σε κάθε περίπτωση πρέπει να διακριβωθεί εάν έγιναν από τη Γενική Διεύθυνση του υπουργείου όλα όσα ορίζει ο νόμος σε αυτές τις περιπτώσεις.
Πάντως ακόμη και αν διαπιστωθεί ότι τα κρέατα δεν είχαν αναπτύξει εστίες μικροβίων άρα δεν ήταν επικίνδυνα για τους καταναλωτές, σε κάθε περίπτωση – όπως επισημαίνει άλλος κτηνίατρος – η απάτη είναι δεδομένη, δεδομένου ότι οι ιδιοκτήτες των ξενοδοχείων που τα αγόρασαν σίγουρα δεν ενημέρωσαν τους πελάτες τους ότι τους προσφέρουν κρέας 7,5 ετών που αγοράστηκε, για να φτάσει στο ακριβό τραπέζι τους έναντι ευτελούς ποσού.
TI ΛΕΝΕ ΟΙ ΚΤΗΝΙΑΤΡΟΙ Το πολύ τέσσερα χρόνια να μείνει στην κατάψυξη
Κρέατα που έχουν μείνει στην κατάψυξη για πάνω από τέσσερα χρόνια, στην καλύτερη περίπτωση απλώς είναι αφυδατωμένα και χωρίς κανένα θρεπτικό συστατικό
Το πολύ τέσσερα χρόνια μπορεί να μείνει το κρέας στην κατάψυξη ώστε να είναι ασφαλής η κατανάλωσή του, σύμφωνα με όσα ορίζει η κοινοτική νομοθεσία και εφόσον έχουν τηρηθεί όλοι οι κανόνες επεξεργασίας και συντήρησης. Στην πράξη, ωστόσο, το κρέας δεν μπορεί να συντηρείται πάνω από έναν χρόνο. Σε κάθε περίπτωση, ειδικοί κτηνίατροι επισημαίνουν πως η συντήρηση κρέατος για επτάμισι χρόνια θεωρείται εξωφρενική.
«Εάν και εφόσον έχουν τηρηθεί όλοι οι κανόνες ασφαλούς επεξεργασίας, το κρέας μπορεί να συντηρηθεί στην κατάψυξη για έναν χρόνο αν πρόκειται για χοιρινό και ίσως λίγο περισσότερο στην περίπτωση του βοδινού. Αυτό ισχύει για τις μονάδες επεξεργασίας του κρέατος και όχι για τις οικιακές καταψύξεις», εξηγεί ο κ. Απόστολος Ράντσιος κτηνίατρος και συνεργάτης της Εθνικής Σχολής Δημόσιας Υγείας.
Όπως προσθέτει, «η συντήρηση κρέατος για επτά και πλέον χρόνια είναι υπερβολική. Σε τόσο διάστημα το λίπος στους ιστούς του κρέατος έχει ταγγίσει ενώ έχουν χαθεί και όλα τα λεγόμενα οργανοληπτικά χαρακτηριστικά. Δηλαδή το κρέας είναι σκληρό, άνοστο και ενδεχομένως να έχει τη χαρακτηριστική γεύση του ταγγισμένου λίπους».
Σύμφωνα μάλιστα με τον κ. Αντώνη Ζαμπέλα, επίκουρο καθηγητή Κλινικής Διατροφής και Διαιτολογίας στο Χαροκόπειο Πανεπιστήμιο, «στην κατάψυξη το κρέας δεν χάνει θρεπτικά συστατικά όπως οι πρωτεΐνες και οι υδατάνθρακες. Μόνο κατά τη διάρκεια της απόψυξης μαζί με τα υγρά χάνονται και ορισμένες υδατοδιαλυτές βιταμίνες. Πάντως, όλα τα κατεψυγμένα τρόφιμα καλό είναι να καταναλώνονται σε διάστημα μερικών μηνών από την κατάψυξή τους».
Το κρέας θα πρέπει να είναι κατεψυγμένο σε θερμοκρασία που φτάνει τους -20 βαθμούς Κελσίου. Όπως εξηγούν στα «NEA» στελέχη των κρατικών κτηνιατρικών υπηρεσιών, υψηλότερες θερμοκρασίες δεν θεωρούνται αποδεκτές από τη νομοθεσία που έχει θεσπίσει η Ευρωπαϊκή Ένωση και την οποία η χώρα μας υποχρεούται να ακολουθεί.
Επιπλέον, το νωπό κρέας που προορίζεται για κατάψυξη θα πρέπει να φυλάσσεται στους -40 βαθμούς Κελσίου ώστε η κατάψυξη να επιτυγχάνεται σε σύντομο χρονικό διάστημα και να αποφεύγεται η δημιουργία κρυστάλλων που μπορεί αν αλλοιώσουν το κρέας. Αντίστοιχα η θερμοκρασία συντήρησης του νωπού κρέατος εκτός κατάψυξης δεν πρέπει να ξεπερνά τους 5 ή 6 βαθμούς Κελσίου. Στην περίπτωση αυτή ο «χρόνος ζωής» του κρέατος είναι πολύ μικρότερος – θα πρέπει να καταναλώνεται σε διάστημα μερικών ημερών, αν συντηρείται σε οικιακό ψυγείο.
Το άρθρο δημοσιεύτηκε στην εφημερίδα “ΤΑ ΝΕΑ “