«Δεν δυσαρεστούμε κανέναν, δεν δεσμευόμαστε με συγκεκριμένες θέσεις και λέμε μόνο ό,τι θέλει ο ψηφοφόρος να ακούσει». Σε αυτές τις δύο φράσεις συνοψίζεται το νέο αντιπολιτευτικό δόγμα της Ν.Δ., το οποίο έχει οδηγήσει το κόμμα της αξιωματικής αντιπολίτευσης να τηρεί «εκκωφαντική σιωπή» στα μεγάλα προβλήματα που απασχολούν τη χώρα. Την τακτική της αυτή αποκάλυψε περισσότερο από κάθε άλλη φορά με τη στάση που τήρησε στο φορολογικό. Αρνήθηκε να συμμετάσχει στον διάλογο για να αποφύγει τις δεσμεύσεις.
Ο Κ. Καραμανλής σε εφαρμογή του νέου δόγματος της Ν.Δ. «Ό,τι θέλει ο ψηφοφόρος». Η φωτογραφία είναι από εκδήλωση στις Πρέσπες
Και για να καλύψουν το έλλειμμα θέσεων και προτάσεων, ηγεσία και στελέχη καταφεύγουν σε ισοπεδωτική αντιπολίτευση με διαρκείς προσωπικές επιθέσεις εναντίον του Πρωθυπουργού και κορυφαίων υπουργών.
Στρογγυλεμένες θέσεις. Το νέο αντιπολιτευτικό δόγμα, όπως επισημαίνουν κορυφαία στελέχη και βουλευτές που διαφωνούν με αυτήν την τακτική, βασίζεται σε τρεις προϋποθέσεις: Πρώτη προϋπόθεση είναι ότι οι θέσεις του κόμματος στα μείζονα θέματα θα πρέπει να είναι στρογγυλεμένες, ασαφείς και όσο το δυνατόν πιο αόριστες, ώστε να ερμηνεύονται κάθε φορά κατά το δοκούν. Η δεύτερη είναι πως το κόμμα της Ν.Δ. να μην έρχεται, σε καμία περίπτωση, σε αντίθεση με διεκδικήσεις κοινωνικών ομάδων, αλλά, με έμμεσο ή άμεσο τρόπο, να γίνεται αρωγός στις κινητοποιήσεις τους. Για να επιτευχθεί αυτό, επιστρατεύεται η γνωστή τακτική της διγλωσσίας. Οι συνδικαλιστές μπαίνουν στην πρώτη γραμμή, ταυτίζονται με τις θέσεις και τις μορφές αγώνα των εργαζομένων, ενώ τα πολιτικά στελέχη τηρούν αποστάσεις. Και η τρίτη προϋπόθεση είναι ότι η Ν.Δ. ουδέποτε παίρνει μέρος σε κανέναν δημόσιο διάλογο, με στόχο να εμποδίσει τη συναίνεση που επιδιώκει η κυβέρνηση, αλλά και για να αποφύγει να διατυπώσει θέσεις στα μείζονα θέματα.
Σε όλα τα μέτωπα. Το νέο δόγμα της Ρηγίλλης εφαρμόζεται εδώ και έναν χρόνο με επιτυχία σε όλα τα μέτωπα. Η αρχή έγινε με το Ασφαλιστικό, τον περασμένο Απρίλιο: Η Ν.Δ. περίμενε να δει πόσο ισχυρό ήταν το ρεύμα των λαϊκών αντιδράσεων και στη συνέχεια ταυτίστηκε με τις διεκδικήσεις των συνδικαλιστών και του κ. Γιάννη Μανώλη. Ο πρόεδρος της Ν.Δ. κ. Κ. Καραμανλής έριξε το σύνθημα ότι «σε αυτόν τον αγώνα δεν θα είναι μόνοι τους», ενώ με κάθε ευκαιρία κατηγορούσε την κυβέρνηση για αναλγησία και αθέτηση προεκλογικών υποσχέσεων. Η τότε αρμόδια τομεάρχης κ. Μαριέττα Γιαννάκου-Κουτσίκου, η οποία προφανώς δεν είχε προσαρμοστεί στο νέο δόγμα και υποστήριξε ότι αυτά τα προβλήματα δεν «λύνονται με μεθόδους πεζοδρομίου», εισέπραξε την οργισμένη απάντηση του κ. Μανώλη: «Σιγά μη μας πει η κ. Κουτσίκου τι θα κάνουμε».
Χαϊδεύει αυτιά. Πέρασε ο καιρός, άλλαξε ο υπουργός και η κυβέρνηση άνοιξε και πάλι το Ασφαλιστικό, αυτή τη φορά διά του κ. Δημήτρη Ρέππα. Μόλις στη Ν.Δ. αντελήφθησαν ότι οι νέες κυβερνητικές ρυθμίσεις δεν προκαλούν κοινωνικές εντάσεις και η ΓΣΕΕ είναι έτοιμη να καθήσει στο τραπέζι των διαπραγματεύσεων, άλλαξαν ρότα. Ξέχασαν ότι πριν από έναν χρόνο κατελόγιζαν στην κυβέρνηση αναλγησία και διά στόματος κ. Γιώργου Σουφλιά την κατηγορούσαν πως «χαϊδεύει αυτιά» και ότι «κοροϊδεύει τον ελληνικό λαό». Όσο για τις περίφημες θέσεις της Ν.Δ. για το Ασφαλιστικό, τις οποίες μάλιστα έστειλε ο κ. Καραμανλής και στον κ. Σημίτη, αν μπει κανείς στην ιστοσελίδα της Ν.Δ. θα βρει ένα αόριστο κείμενο, το οποίο αναφέρεται κυρίως στα λάθη του ΠΑΣΟΚ, τη μεταρρύθμιση της κυβέρνησης Μητσοτάκη και καταλήγει με δώδεκα λακωνικές προτάσεις από τις οποίες ενδεικτικά αναφέρουμε τις δύο:
1. «Επιτάχυνση της ανάπτυξης που οδηγεί στην τόνωση της απασχόλησης. Αυτό απαιτεί συγκροτημένη αναπτυξιακή πολιτική».
2. «Αύξηση του αριθμού των ασφαλισμένων, με την πάταξη της ανεργίας, την αντιμετώπιση της μαύρης αγοράς εργασίας και την ένταξη των μεταναστών στο σύστημα».
Κορυφαίο στέλεχος της Ν.Δ., το οποίο σε κατ’ ιδίαν συζητήσεις του παραδέχεται ότι το κόμμα του εμφανίζει γύμνια θέσεων σε όλα τα σοβαρά ζητήματα, υπενθυμίζει πως στην ίδια ιστοσελίδα υπήρχαν κάποιες άλλες θέσεις εκ διαμέτρου αντίθετες , εκείνες δηλαδή του καθηγητή κ. Κολίζα, τις οποίες απέσυρε η Ρηγίλλης, άρον άρον, νύχτα όταν τις αποκάλυψε ο Πρωθυπουργός στη Βουλή, καταγγέλλοντας τον κ. Κ. Καραμανλή πως άλλες θέσεις διατυπώνει δημοσίως και άλλες γράφει στο πρόγραμμά του.
Ανύπαρκτες θέσεις. Και αν στο Ασφαλιστικό οι θέσεις της Ν.Δ. είναι ελλιπείς, στο φορολογικό είναι ανύπαρκτες. Στις 16 Απριλίου, με επιστολή τού κ. Σιούφα, η Ρηγίλλης, πιστή στην τακτική της, γύρισε την πλάτη στον διάλογο για τη φορολογική μεταρρύθμιση. Ο κ. Δ. Σιούφας κάλεσε την κυβέρνηση να αποσαφηνίσει πρώτα τις θέσεις της και ύστερα να προκαλέσει συζήτηση στην αρμόδια Επιτροπή της Βουλής. Η πραγματικότητα είναι ότι η Ν.Δ. και σε αυτό το ζήτημα ήθελε να αποφύγει να πάρει θέση.
Είναι χαρακτηριστικό ότι μία μέρα αργότερα, σε συνέντευξή του στον ραδιοφωνικό σταθμό Σκάι, ο κ. Γ. Αλογοσκούφης περιορίστηκε απλώς να πει πως η Ν.Δ. θα περικόψει τις δαπάνες, αρνούμενος όμως επίμονα να διευκρινίσει ποιες δαπάνες θα περικόψει. Και όλα αυτά, ενώ πέρυσι στις 10 Μαΐου ο κ. Κ. Καραμανλής είχε υπογραμμίσει με έμφαση από το βήμα της Βουλής: «Σταθερά και αταλάντευτα υποστηρίζουμε ότι επιβάλλεται πρώτα απ’ όλα μια γενναία φορολογική μεταρρύθμιση, που θα απλοποιήσει το σύστημα και θα μειώσει τους συντελεστές». Στη διάρκεια του θέρους, οι επιτελείς του υποστήριζαν ότι ο κ. Καραμανλής κατά την ομιλία του στη ΔΕΘ θα γνωστοποιήσει τις προτάσεις του κόμματος. Κάτι τέτοιο όμως δεν συνέβη…
Μακρύς κατάλογος. Ο κατάλογος των κρίσιμων θεμάτων για τα οποία η Ν.Δ. ή δεν έχει ή αποφεύγει να πάρει θέση είναι μακρύς. Ενδεικτικό παράδειγμα ήταν η στάση που κράτησε η Ν.Δ. όταν ανακοινώθηκε η πρόθεση για συγχώνευση της Alpha με την Εθνική. Ο κ. Θ. Ρουσόπουλος απέφυγε να πάρει θέση, υπέρ ή κατά, λέγοντας ότι «η συγχώνευση θα κριθεί». Όταν όμως απέτυχε η συμφωνία, η Ρηγίλλης έσπευσε να εκμεταλλευθεί το γεγονός, λέγοντας πως οι επιφυλάξεις της δικαιώθηκαν και υποστήριζε, διά στόματος Γ. Σουφλιά, ότι αυτό που επιχειρήθηκε ήταν στην ουσία «η κρατικοποίηση της μεγαλύτερης ελληνικής ιδιωτικής τράπεζας», στην οποία η Ν.Δ. ασφαλώς ήταν αντίθετη. Αλλά ακόμα και για το Χρηματιστήριο, το οποίο ήταν η αντιπολιτευτική σημαία της Ν.Δ. τα τελευταία δύο χρόνια, οι προτάσεις της είτε είναι αόριστες είτε έχουν εφαρμοστεί από την κυβέρνηση. Μόνο καταγγελίες για μεγάλες καθυστερήσεις στους Ολυμπιακούς Αγώνες έχουν ακουστεί από το κόμμα της αξιωματικής αντιπολίτευσης, οι οποίες διαψεύδονται κάθε φορά από την Αθήνα 2004, αλλά και από τη ΔΟΕ.
Διπλή γλώσσα στο αγροτικό
«Με ένα σμπάρο δυο τρυγόνια» ήθελε να πετύχει η Ν.Δ. μέσω των αγροτικών κινητοποιήσεων. Ο πρώτος στόχος της ήταν να καταφέρει ένα ισχυρό πλήγμα στην κυβέρνηση ενισχύοντας με όλες τις δυνάμεις της τα μπλόκα των αγροτών και ο δεύτερος να δημιουργήσει ένα μέτωπο κοινής δράσης με το ΚΚΕ, ώστε αυτό να αποτελέσει γέφυρα για συνεννοήσεις και συνεργασίες στις δημοτικές εκλογές.
Απέτυχε όμως και στα δύο, λόγω λανθασμένων χειρισμών. Τον Νοέμβριο, στην πρώτη φάση των αγροτικών κινητοποιήσεων, ο κ. Θ. Ρουσόπουλος απέφυγε να επαναλάβει την παλαιά θέση του κόμματος, ότι η Ν.Δ. είναι αντίθετη με το κλείσιμο των δρόμων. Μετά τις αντιδράσεις που προκλήθηκαν από αυτή τη στάση, ο εκπρόσωπος τύπου της Ν.Δ. έκανε στροφή 180 μοιρών. Λογάριασε όμως χωρίς τον ξενοδόχο, ο οποίος στη συγκεκριμένη περίπτωση ήταν ο αγροτοσυνδικαλιστής και μέλος του Πολιτικού Συμβουλίου κ. Νασίκας. Μάλιστα, στην προσπάθειά του να δείξει ότι εκείνος είναι το «αφεντικό τού κάμπου», επιτέθηκε και στον εκπρόσωπο Τύπου: «Γράφω στα παλιά μου τα παπούτσια τις δηλώσεις Ρουσόπουλου. Αν δεν ξέρει, να το βουλώσει», είπε με οργισμένο ύφος ενώπιον μεγάλου ακροατηρίου στη Λάρισα.
Ο κ. Θ. Νασίκας, πάντως, βρήκε πολλούς συμμάχους στο κόμμα, με πρώτο τον βουλευτή κ. Σ. Χατζηγάκη, ο οποίος ανέβηκε σε τρακτέρ για να αποδείξει εμπράκτως τη συμπαράστασή του στους αγρότες. Πέραν τούτων, όμως, η Ν.Δ. υπήρξε εχέμυθη, όπως χαρακτηριστικά επισήμαιναν κυβερνητικά στελέχη, ως προς τις απόψεις της για το αγροτικό ζήτημα. Η Ρηγίλλης δεν έχει αγγίξει το θέμα της αγροτικής μεταρρύθμισης, πέρα από γενικόλογες αναφορές.
Παράδειγμα, η φράση του κ. Κ. Καραμανλή τον Ιανουάριο στην Καβάλα για μια επιθετική αγροτική πολιτική: «Αν δεν έχουμε μία στρατηγική, που θα επιχειρήσει να κάνει τα ελληνικά προϊόντα ανταγωνιστικά και ελκυστικά στις ξένες αγορές, δεν θα πετύχουμε πολλά πράγματα. Για να γίνει όμως αυτό, σημαίνει ότι θα πρέπει να πάμε σε ποιότητα και σε τυποποίηση». Έτσι, όλες οι αναφορές ηγεσίας και στελεχών αρχίζουν και τελειώνουν σε ένα δριμύ κατηγορώ εναντίον της κυβέρνησης.
Το άρθρο δημοσιεύτηκε στην εφημερίδα “ΤΑ ΝΕΑ “