Πρώτος από τη Ν.Δ. ο Μιλτιάδης Έβερτ είπε πως το κόμμα του πρέπει να στηρίξει την επανεκλογή του Κ. Στεφανόπουλου. Και πρότεινε μια «φόρμουλα» συμφωνίας ΠΑΣΟΚ και Ν.Δ. Δηλαδή να ψηφίσουν μαζί Κ. Στεφανόπουλο τον Μάρτιο με τη δέσμευση να γίνουν πρόωρες εκλογές τον Ιούνιο. Με την πρότασή του έσπευσαν να συμφωνήσουν δημοσίως ο κ. Άκης Τσοχατζόπουλος και ο κ. Γεώργιος Ράλλης, ενώ δεκάδες βουλευτές και στελέχη, κυρίως από τη Ν.Δ., σε κατ΄ ιδίαν συζητήσεις τους λένε ότι «αυτή η πρόταση θα μπορούσε να δώσει λύση στο μεγάλο πρόβλημα που αντιμετωπίζει τώρα η Ν.Δ., αφού και τον κ. Κ. Στεφανόπουλο δεν μπορεί να προσπεράσει και πρόωρες εκλογές πρέπει να ζητήσει». Επισήμως, πάντως, ΠΑΣΟΚ και Ν.Δ. δεν συζητούν αυτήν την ώρα την πρόταση. Ωστόσο, ο πρώην πρόεδρος της Ν.Δ. επιμένει και περιμένει το πλήρωμα του χρόνου: «Ελπίζω ότι στο τέλος θα έρθουν ψυχραιμότερες σκέψεις. Αυτό στο οποίο θα επιμείνω, είναι ότι από τη διαδικασία εκλογής Προέδρου δεν πρέπει να θιγεί ο θεσμός».
Παράλληλα, ο κ. Μ. Έβερτ σπεύδει να συμφωνήσει με την τακτική του κ. Κ. Καραμανλή, ο οποίος δεν ανοίγει ακόμη τα χαρτιά του και θα τοποθετηθεί τον Ιανουάριο. «Αυτή η θέση είναι και σαφής και σωστή», λέει και επικρίνει τον κ. Κ. Σημίτη, ο οποίος ξεκίνησε πολύ νωρίς τη συζήτηση για τον Πρόεδρο. «Προκάλεσε με αυτό τον τρόπο», τονίζει, «ο Σημίτης τα κόμματα της αντιπολίτευσης. Έβλαψε παρά ωφέλησε τον κ. Στεφανόπουλο. Παράδειγμα, η εσπευσμένη απόφαση του κ. Ν. Κωσταντόπουλου».
Αποφεύγει όμως ο κ. Μ. Έβερτ να σχολιάσει τις φιλοδοξίες του κ. Κ. Μητσοτάκη για την Προεδρία της Δημοκρατίας. Όταν τον ρωτάμε, απαντά λακωνικά και μάλλον αδιάφορα. «Δεν γνωρίζω», λέει, «τις πληροφορίες που μου αναφέρατε. Πιστεύω όμως ότι αυτά που σας είπα είναι και σαφή και σωστά. Ας σεβαστούμε τους θεσμούς. Υπεύθυνα η Ν.Δ. όταν έρθει η ώρα θα παρουσιάσει τη θέση της».
Ο Μιλτιάδης Έβερτ έχει κάθε λόγο να είναι ικανοποιημένος αυτή την περίοδο. Βλέπει τον κ. Κ. Καραμανλή να ακολουθεί την αντιπολιτευτική τακτική που ο ίδιος ξεκίνησε, με καταγγελίες για «την αδιαφάνεια, τη διαφθορά και τη διαπλοκή των οικονομικών συμφερόντων». Η ικανοποίησή του γίνεται ακόμη μεγαλύτερη όταν ακούει κυβερνητικά στελέχη να δηλώνουν πως «ο Καραμανλής βρίσκεται στον δρόμο που χάραξε ο Έβερτ», ενώ καθημερινά βουλευτές της Ν.Δ. τον επισκέπτονται στο γραφείο του και τον συμβουλεύονται για τα θέματα που χειρίζονται. «Σημασία έχει αν αυτά που λέγονται, είτε από τον κ. Κ. Καραμανλή είτε λέγονταν από μένα, ανταποκρίνονται στην αλήθεια και υπηρετούν το δημόσιο συμφέρον. Οι γενικόλογες τοποθετήσεις ορισμένων στελεχών του ΠΑΣΟΚ μαρτυρούν αμηχανία και έλλειψη ψυχραιμίας», λέι και προσθέτει: «Προφανώς ορισμένα στελέχη του ΠΑΣΟΚ έχουν λόγο να ενοχλούνται όταν επαναφέρεται στο πολιτικό προσκήνιο η καταγγελία κατά των διαπλεκόμενων».
Ο πρώην πρόεδρος της Ν.Δ., πάντως, διαχωρίζει στις αναφορές εναντίον της κυβέρνησης και του ΠΑΣΟΚ τον πρόεδρο της Βουλής αλλά και αρκετά στελέχη του κυβερνώντος κόμματος: «Ο κ. Κακλαμάνης είχε το θάρρος να διατυπώσει τις ίδιες καταγγελίες. Αλλά και άλλα στελέχη του ΠΑΣΟΚ έχουν μιλήσει για παίγνια συμφερόντων, ομερτά και διαφθορά. Πιστεύω ότι χρέος του πολιτικού είναι να λέει την αλήθεια με θάρρος, έστω και αν αυτό το πληρώσει ακριβά.
Ο κ. Μ. Έβερτ θυμάται τώρα τον δικό του «ανένδοτο» πριν από τις εκλογές του 1996 και λέει: «Πριν από τρία χρόνια καταγγέλλοντας τα διαπλεκόμενα είχα ζητήσει να ψηφιστεί νόμος που θα απαγορεύει στους εκδότες και τους μετόχους των καναλιών να έχουν δραστηριότητα που έχει σχέση με έργα και προμήθειες του Δημοσίου. Τελικά, ο κ. Βενιζέλος έφερε στη Βουλή νομοσχέδιο που ψηφίστηκε από ευρεία πλειοψηφία. Όμως, ο νόμος αυτός ουδέποτε εφαρμόστηκε, διότι δεν εκδόθηκαν τα σχετικά διατάγματα. Η απαράδεκτη και επικίνδυνη για τη δημοκρατία διαπλοκή συνεχίζεται με τις ευλογίες της κυβέρνησης.
ΕΡ.: Αν θα κάνατε μια παρατήρηση στην τακτική Καραμανλή ποια θα ήταν;
ΑΠ.: «Να επιμείνει αταλάντευτα και ανυποχώρητα στην πολιτική κατά των διαπλεκομένων. Ο κόσμος υποπτεύεται τι συμβαίνει. Οφείλουμε να βάλουμε βαθιά το μαχαίρι στο κόκαλο. Να πούμε τα γεγονότα με το όνομά τους. Αλλιώς ο πολιτικός κόσμος θα χαρακτηρίζεται ως αναξιόπιστος, διαπλεκόμενος, αιχμάλωτος στα οργανωμένα συμφέροντα.
Ζημιά στη δημόσια ζωή δεν κάνει μόνο αυτός που διαπλέκεται, αλλά και αυτός που, φοβούμενος το πολιτικό κόστος, κάνει ότι δεν βλέπει τη διαπλοκή.
ΕΡ.: Στις καταγγελίες της Ν.Δ. για το Ξυστό εκτιμάτε ότι υπάρχει περιεχόμενο ή ο κ. Κ. Καραμανλής αναζητεί ένα νέο θέμα,τύπου βιντεολόττο;
ΑΠ.: «Μα ποιος δεν συμφωνεί σήμερα, μετά την άτακτη υποχώρηση του κ. Σημίτη, ότι το βιντεολόττο ήταν, πράγματι, ένα τεράστιο οικονομικό, πολιτικό, κοινωνικό και ηθικό σκάνδαλο;
Όσο για το Ξυστό συνήθλε η Διαρκής Επιτροπή Οικονομικών Υποθέσεων της Βουλής τον Ιούνιο του 1998. Από τότε που διεκόπη η συνεδρίαση, λόγω έλλειψης απαρτίας, με ευθύνη του προεδρείου το θέμα δεν έχει συζητηθεί. Αυτή και μόνον η παράλειψη της κυβέρνησης αποτελεί σαφέστατη ένδειξη αισθήματος ενοχής. Όλα αυτά δημιουργούν την εντύπωση πως υπάρχει κουκούλωμα.
Συνεπώς αυτό που πρέπει να γίνει, είναι να συνταχθεί το πόρισμα και να έρθει το θέμα στη Βουλή. Παραβιάζεται ο Κανονισμός της Βουλής. Τι θέλει η κυβέρνηση να κρύψει; Γιατί φοβάται»;
ΕΡ.: Και μετά το Ξυστό, τι;
ΑΠ.: «Οπουδήποτε υπάρχει σοβαρή υπόνοια σκανδάλου πρέπει να διερευνηθεί. Γιατί πρέπει να κτυπηθεί η διαφθορά, να προστατευθεί το χρήμα των αγρίως φορολογουμένων Ελλήνων. Και πρέπει, παράλληλα, έμπρακτα να ανατραπεί η εντύπωση που υπάρχει στον κόσμο, ότι οι πολιτικοί τα βρίσκουν μεταξύ τους και πως το δημόσιο χρήμα καταληστεύεται και διασκορπίζεται στους επιτήδειους».
ΕΡ.: Γίνεται, όμως, να κερδίσει ένα κόμμα τις εκλογές μόνο με καταγγελίες του ιδίου περιεχομένου μάλιστα;
ΑΠ.: «Εάν η αξιωματική αντιπολίτευση αποσιωπά τα σκάνδαλα με διάφορα προσχήματα, τότε γίνεται συνυπεύθυνη. Και όταν θα έλθει η ώρα να κυβερνήσει, θα είναι και αυτή έρμαιο της διαπλοκής.
Ασφαλώς, όμως, έργο των κομμάτων της αντιπολίτευσης δεν είναι μόνον ο έλεγχος και η κριτική, αλλά και η διατύπωση προτάσεων, λύσεων, θέσεων στα διάφορα προβλήματα.
Μπορεί κάποιος να διαφωνεί με το πρόγραμμά μας. Υπάρχει, πάντως, πρόγραμμα. Και πάνω σε αυτό το πρόγραμμα είμαστε έτοιμοι να ακούσουμε προτάσεις και παρατηρήσεις».
Έγινε πραγματικότητα αυτό που ονόμασα «λαϊκός καπιταλισμός»
Ο κ. Μ. Έβερτ δηλώνει ότι θα αναγνωρίσει τη επιτυχία της κυβέρνησης αν η χώρα ενταχθεί στην ΟΝΕ, διότι όπως λέει «η Ν.Δ. δεν είναι μικρόψυχο κόμμα. Και αυτό μας δίνει τη δυνατότητα να κάνουμε αξιόπιστη κριτική όταν διαπιστώνουμε κυβερνητικά σφάλματα και παραλείψεις. Μας ενδιαφέρει η επιτυχία και όχι η αποτυχία ενός εθνικού στόχου».
Παράλληλα προειδοποιεί τους μικροεπενδυτές στο Χρηματιστήριο να είναι προσεκτικοί. «Με φημολογίες λέει και τακτικές τζόγου μπορεί να χαθεί το αποταμιευτικό κεφάλαιο του απλού πολίτη. Και προφανώς είναι ακόμη πιο επικίνδυνη η συμμετοχή στο Χρηματιστήριο, όταν γίνεται με δανεισμό και όχι με το περίσσευμα».
ΕΡ.: Η μεγάλη άνοδος του Χρηματιστηρίου βοηθάει τον κ. Σημίτη, ή η Σοφοκλέους θα είναι η αχίλλειος πτέρνα της κυβέρνησης, όπως κάποιοι υποστηρίζουν;
ΑΠ.: Από τα μέσα της δεκαετίας του ’80 μίλησα για την αναγκαιότητα να δημιουργηθεί και να αναπτυχθεί στην Ελλάδα η συμμετοχή του απλού πολίτη στον εθνικό πλούτο της χώρας.
Το ονόμασα «λαϊκό καπιταλισμό». Και τόνιζα, από τότε, διαρκώς και κατ’ επανάληψη, ότι αυτό μπορεί να επιτευχθεί μέσω της κεφαλαιαγοράς, βασική έκφραση της οποίας είναι το Χρηματιστήριο. Τότε πολλοί μειδίασαν. Σήμερα αυτό που έγκαιρα έλεγα έχει γίνει πραγματικότητα. Περισσότεροι από 1.200.000 πολίτες έχουν σχέση με το Χρηματιστήριο.
Η κυβέρνηση δεν πρέπει να αναμειγνύεται ούτε στην άνοδο ούτε στην πτώση του Χρηματιστηρίου. Απλώς οφείλει να δημιουργεί κατάλληλες συνθήκες, για να υπάρχει μια συνεχής ανάπτυξη μέσω των επενδύσεων, μέσω της κεφαλαιαγοράς.
«Ας ασκήσει πιέσεις ο Σημίτης στον Κλίντον…»
Εμμένει ο Μ. Έβερτ στην πρότασή του να ψηφιστεί ο Κ. Στεφανόπουλος από ΠΑΣΟΚ και Ν.Δ. με παράλληλη δέσμευση ότι θα γίνουν πρόωρες εκλογές. Στη φωτό, από επίσκεψη του πρώην προέδρου της Ν.Δ. στον Πρόεδρο της Δημοκρατίας |
Ο πρώην πρόεδρος της Ν.Δ. χωρίς δισταγμό στα κρίσιμα θέματα, όταν κρίνει ότι αυτό είναι εθνικά ωφέλιμο, συμφωνεί με την κυβέρνηση. Όπως χθες με το δημοσίευμα της «Ουάσιγκτον Ποστ». Κατήγγειλε την εφημερίδα λέγοντας: «Εάν έχουν κάτι συγκεκριμένο για την τρομοκρατία να το γνωστοποιήσουν στις ελληνικές αρχές. Από όσο ξέρω, μέχρι σήμερα κάτι τέτοιο δεν έχει συμβεί.
Με παραπληροφόρηση δεν χτυπιέται η τρομοκρατία», λέει με έμφαση, και όταν ερωτάται τι περιμένει από την επίσκεψη Κλίντον απαντά: «Ρητή δήλωση – διαβεβαίωση ότι οι ΗΠΑ θα παρέμβουν αποφασιστικά για την επίτευξη δίκαιης και βιώσιμης λύσης στο Κυπριακό, με βάση τις αποφάσεις και τα ψηφίσματα του ΟΗΕ.
Η τριμερής συνάντηση θα πρέπει να πραγματοποιηθεί σε συγκεκριμένο χρόνο. Δεν μπορούν οι ΗΠΑ να κόπτονται δήθεν για τα ανθρώπινα δικαιώματα στο Κόσοβο και να αγνοούν τα όσα συμβαίνουν στην Κύπρο. Αντί να ασκήσει πίεση ο κ. Κλίντον στον κ. Σημίτη, ας ασκήσει πιέσεις ο κ. Σημίτης στον Κλίντον.
Εάν το ταξίδι τού κ. Κλίντον περιοριστεί σε ευχολόγια, μάλλον κακό, παρά καλό θα κάνει στις ελληνοτουρκικές σχέσεις, διότι θα ενθαρρύνει την τουρκική αδιαλλαξία και προκλητικότητα».
ΕΡ.: Συμμερίζεστε την αισιοδοξία του κ. Γ. Παπανδρέου για βελτίωση των ελληνοτουρκικών σχέσεων; Είστε πιο κοντά στις θέσεις του κ. Θόδωρου Πάγκαλου;
Κάνει ζημιά στη χώρα εάν ο νυν και ο πρώην, προερχόμενοι μάλιστα από το ίδιο κόμμα, εμφανίζουν εκ διαμέτρου αντίθετες απόψεις σε εθνικά θέματα και διαπληκτίζονται δημοσίως. Πολύ περισσότερο όταν ο ένας διαδέχθηκε τον άλλο μόλις πριν από λίγους μήνες· ο ένας ήταν υπουργός και ο άλλος υπουργός αναπληρωτής στο ίδιο υπουργείο. Πέρα από όσα οι ίδιοι δηλώνουν, αυτή και μόνο η συμπεριφορά φανερώνει ότι η κυβέρνηση δεν έχει πάγια εξωτερική πολιτική. Αντιλαμβάνεσθε, λοιπόν, με αυτές τις αντιθέσεις, πόσο σοβαρά μπορεί να μας λαμβάνουν υπόψη οι ξένοι. Θίγεται βάναυσα η αξιοπιστία της χώρας διεθνώς.
Δεν συμμερίζομαι την αισιοδοξία του υπουργού Εξωτερικών για τις ελληνοτουρκικές σχέσεις. Δεν βλέπω την Τουρκία διατεθειμένη να ευνοήσει έναν εποικοδομητικό και ουσιαστικό διάλογο για την επίλυση του Κυπριακού. Δεν δείχνει καμιά διάθεση εγκατάλειψης των επεκτατικών βλέψεών της στο Αιγαίο. Αυτό δεν σημαίνει βέβαια ότι θα πρέπει να σταματήσει ο διάλογος με την Τουρκία σε άλλα θέματα. Ούτε όμως και να τροφοδοτούμε τη βουλιμία της με μονομερείς υποχωρήσεις.
Δεν πρέπει να δώσουμε εμείς προσχήματα στην Τουρκία. Οφείλουμε να αποκαλύπτουμε διεθνώς τις πραγματικές προθέσεις της Τουρκίας.
Η τουρκική πολιτική εναντίον της Ελλάδας έχει βαθιές ρίζες και δεν θα μεταβληθεί τόσο εύκολα. Άλλωστε οι πολιτικές συνθήκες που επικρατούν σήμερα στο εσωτερικό της Τουρκίας δεν επιτρέπουν την ανάπτυξη ενός ουσιαστικού και ειλικρινούς διαλόγου.
ΕΡ.: Ποια πρέπει να είναι η θέση της Ελλάδας για την προοπτική ένταξης της Τουρκίας στην Ευρωπαϊκή Ένωση;
Η Ελλάδα δεν μπορεί να είναι αντίθετη στον ευρωπαϊκό προσανατολισμό της Τουρκίας. Κάτι τέτοιο άλλωστε θα μας έκανε ζημιά. Άλλες, μεγαλύτερες και ισχυρότερες ευρωπαϊκές χώρες δεν θέλουν την ένταξη της Τουρκίας. Ωστόσο, η ενταξιακή πορεία της Τουρκίας στην Ευρώπη προϋποθέτει ότι η χώρα αυτή θα αποδεχθεί, στο σύνολό τους, τις σχετικές αποφάσεις και αρχές της Ευρωπαϊκής Ένωσης, το κοινοτικό κεκτημένο, την αρμοδιότητα του Διεθνούς Δικαστηρίου της Χάγης, θα σεβαστεί τα ανθρώπινα δικαιώματα και θα προχωρήσει στον εκδημοκρατισμό της.
Για να πούμε το «ναι», η Τουρκία θα πρέπει να αποδεχθεί τα ψηφίσματα και τις αποφάσεις του ΟΗΕ για την Κύπρο και να συμπράξει έμπρακτα και αποτελεσματικά σε μια δίκαιη και βιώσιμη λύση του Κυπριακού.
Θα πρέπει να σταματήσει τις απειλές χρήσης βίας και να αποδεχθεί ότι οι μονομερείς αιτιάσεις και αμφισβητήσεις που, κάθε τόσο, εγείρει εις βάρος της Ελλάδας μπορεί να απαντηθούν με την προσφυγή της στο Διεθνές Δικαστήριο της Χάγης.
Πρέπει ταυτόχρονα και η Ευρωπαϊκή Ένωση να δεσμευτεί ρητά σε συγκεκριμένη ημερομηνία ένταξης της Κυπριακής Δημοκρατίας σ’ αυτήν.
Βολές κατά Σημίτη το επόμενο βήμα του «ανένδοτου»
Με σκληρή επίθεση εναντίον του Πρωθυπουργού για το Ξυστό συνέχισε χθες τον «ανένδοτο» αγώνα του ο κ. Κ. Καραμανλής. Μιλώντας στην Κεντρική Επιτροπή του κόμματός του, κατήγγειλε την κυβέρνηση ότι παρανόμησε με την απόφαση να ανανεώσει τη σύμβαση για το Ξυστό και τόνισε με έμφαση: «Το μέγα ερώτημα είναι αν ο αρμόδιος υπουργός (σ.σ. είναι ο κ. Γ. Δρυς) μόνος και εξ οικείας βουλήσεως παρανόμησε και προέβη σε παράνομες πράξεις. Ή κατ΄ εντολήν άνωθεν; Στην πρώτη περίπτωση έπρεπε τάχιστα να έχει παραιτηθεί ή να τον απομακρύνουν χωρίς συζήτηση. Στη δεύτερη περίπτωση όμως, αν απλώς εκτελούσε εντολές, την ευθύνη για την καταφανή παρανομία έχει ο ίδιος ο Πρωθυπουργός».
Ο κ. Κ. Καραμανλής, χωρίς να προσκομίσει κάποιο νέο στοιχείο, έκανε περισσότερο συγκεκριμένη την καταγγελία του για το Ξυστό λέγοντας: «Η κυβέρνηση παρανόμησε σπεύδοντας να αποδεχθεί το αίτημα για ανανέωση της σύμβασης χωρίς τη σύμφωνη γνώμη των αρμοδίων υπηρεσιών, χωρίς τη διασφάλιση των συμφερόντων του Ελληνικού Δημοσίου. Η κυβέρνηση παρανόμησε επειδή δεν κατήγγειλε από μακρού τη σύμβαση. Η κυβέρνηση παρανόμησε κάνοντας δήθεν διαπραγματεύσεις που δεν προβλέπονταν από πουθενά».
Ο πρόεδρος της Ν.Δ. αναφέρθηκε για μια ακόμη φορά στην επιτυχία του κόμματός του για το Βιντεολόττο και κάλεσε τους εμπλεκομένους στο θέμα αυτό υπουργούς να παραιτηθούν: «Επί οκτώ ημέρες έβαλε ο κ. Σημίτης πέντε υπουργούς να μας επιτίθενται με επιχειρήματα αστεία, έωλα και ένοχα. Και μετά “κρέμασε” και τους πέντε υπουργούς. Και αναρωτιέται κανείς πώς μένουν στη θέση τους. Δεν υπάρχει στοιχειώδης ευθιξία;».
Έντονη ήταν η αντίδραση της κυβέρνησης διά του γενικού γραμματέα Τύπου κ. Ν. Αθανασάκη. «Τη σημαία της διαφάνειας η κυβέρνηση δεν τη δίνει σε κανέναν. Η Ν.Δ. θα μένει με τη σημαία των κουλοχέρηδων. Πάντως, αυτός ο ρόλος που επέλεξε ο κ. Κ. Καραμανλής δεν ταιριάζει ούτε στον ίδιο ούτε στην παράταξή του».
Η επόμενη καταγγελία του προέδρου της Ν.Δ. από το βήμα της Κεντρικής Επιτροπής ήταν για τους διορισμούς. «Προχθές είπε η κυβέρνηση αναγκάστηκε να παραδεχθεί σε επερώτηση συναδέλφων ότι πάνω από 40.000 διορισμοί έχουν εξαγγελθεί ή θα εξαγγελθούν. Το ΑΣΕΠ καταγγέλλει, αλλά δεν εισακούεται. Ο Νόμος Πεπονή, με τις όποιες αδυναμίες του, παραβιάζεται. Γύρω από τα επιδοτούμενα προγράμματα του ΟΑΕΔ έχει στηθεί μια ολόκληρη αμαρτωλή βιομηχανία εμπορίας ελπίδων για τους άνεργους νέους. Αυτή είναι η κυβέρνηση Σημίτη. Ο τζουμπές ο Κωλέττης και ο Θόδωρος Δηληγιάννης, πρωταγωνιστές της δημαγωγίας και του παλαιοκομματισμού, βρήκαν τον αντάξιο όμοιό τους στη σημερινή Ελλάδα». Στη συνέχεια επετέθη και πάλι στα διαπλεκόμενα συμφέροντα και σε δημοσιογράφους που δεν κατονόμασε, τονίζοντας: «Τους προειδοποιούμε ότι δεν μας τρομάζουν οι πανικόβλητοι συκοφάντες. Δεν μας πτοούν άναρθρες κραυγές των μισθοφόρων της διαπλοκής και των στρατευμένων λασπολόγων. Γιατί θα βουλιάξουν στον βούρκο τους και αυτοί και οι πολιτικοί τους προστάτες».
Το άρθρο δημοσιεύτηκε στην εφημερίδα “ΤΑ ΝΕΑ “