ΜΟΛΙΣ ΒΡΑΔΙΑΣΕ, μαζευτήκαμε όλοι – ένα ολόκληρο χωριό – στην πλατεία που αγναντεύει τον Σκορπιό. Μια ανάσα χώριζε τον απόλυτο πλούτο με την απόλυτη φτώχεια. Εμείς δεν είχαμε ηλεκτρικό και εκείνη η νύχτα ήταν μαγική. Τα είχε όλα. Φώτα, πολλά φώτα. Μουσικές του κόσμου, φωνές, τραγούδια και γέλια διασημοτήτων που είχαν φθάσει από νωρίς με υδροπλάνα. Ο μοιραίος γάμος του Ωνάση με την Τζάκι ήταν η τελευταία χαρά που γνώρισε το νησί. Ύστερά η μοίρα τσάκισε τον άνθρωπο που την προκάλεσε όσο κανείς. Τα βράδια επέστρεφαν σκυθρωποί στο Μεγανήσι οι ναυτικοί του «Χριστίνα» και αφηγούνταν στο καφενείο, γύρω από τη λάμπα πετρελαίου, μία προς μία τις τελευταίες πράξεις του δράματος.
Χωρίς να έχω καταλάβει ακόμη το γιατί, δεθήκαμε με τον Ωνάση. Και ας μη μας έχτισε ποτέ του τον γκρεμισμένο τοίχο του σχολείου. Θρηνήσαμε τον γιο του, λυπηθήκαμε τον ίδιο, συμπονέσαμε την κόρη του. Ύστερα φτιάξαμε το δικό μας παραμύθι. Μια ιστορία ανάμεσα στον μύθο και την πραγματικότητα με όλες τις ανατροπές της αρχαίας τραγωδίας.
Την ιστορία αφηγούνται κάθε πρωί οι βαρκάρηδες στους χιλιάδες επισκέπτες του Σκορπιού με τρόπο που σου κόβεται η ανάσα.
Το νησί πωλείται. Ο Ρώσος μεγιστάνας, όμως, δεν θα αγοράσει ποτέ το παραμύθι μας. Αυτό δεν έχει τιμή.
Το άρθρο δημοσιεύθηκε στην εφημερίδα “Real News” την Κυριακή, 21 Απριλίου 2013