Η επέμβαση επί του πρασίνου στο Πάρκο Ριζάρη στο πλαίσιο κατασκευής του σταθμού “Ευαγγελισμός” προϋποθέτει την κατάρτιση ειδικής μελέτης για την προστασία του. Ακυρώνεται η παράλειψη κατάρτισης της μελέτης αυτής.
Το Συμβούλιο της Επικρατείας έκανε μερικώς δεκτή την αίτηση του Ιδρύματος του Νικολάου Πατέρα και του ίδιου του επιχειρηματία για μετακίνηση του εργοταξίου που στήθηκε για την κατασκευή του σταθμού «Ευαγγελισμός» της Γραμμής 4 του μετρό (Άλσος- Βεΐκου -Γουδή),
Συγκεκριμένα:
Το Συμβούλιο της Επικρατείας εξέδωσε την 2274/2023 απόφασή του σχετικά με την κατασκευή σταθμού μετρό στο Πάρκο Ριζάρη της Αθήνας. Η απόφαση εκδόθηκε επί αιτήσεως ακυρώσεως ιδιώτη και νομικού προσώπου, οι οποίοι είχαν την ιδιότητα του δωρητή για την κατασκευή του πάρκου. Η αίτηση στρεφόταν κατά της έγκρισης περιβαλλοντικών όρων, δηλαδή υπουργικής απόφασης του έτους 2018, η οποία αδειοδοτούσε περιβαλλοντικά όχι μόνο τον συγκεκριμένο σταθμό, αλλά όλους τους σταθμούς του τμήματος της γραμμής 4, η κατασκευή του οποίου βρίσκεται σε εξέλιξη (Άλσος Βεΐκου – Γουδή). Με την απόφαση κρίθηκε ότι η αίτηση ακυρώσεως ήταν εκπρόθεσμη κατά το μέρος που αφορούσε την έγκριση περιβαλλοντικών όρων, η οποία είχε εκδοθεί και αναρτηθεί τέσσερα χρόνια πριν από την προσβολή της στο Δικαστήριο. Για το λόγο αυτό, η αίτηση ακυρώσεως απορρίφθηκε κατά το μέρος αυτό. Και τούτο, παρ’ότι η διαβούλευση επί της μελέτης περιβαλλοντικών επιπτώσεων του έργου, από την οποία, κατά τη νομολογία του Δικαστηρίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης, εξαρτάται το εμπρόθεσμο ή μη της αιτήσεως ακυρώσεως κατά της έγκρισης περιβαλλοντικών όρων, είχε, στη συγκεκριμένη περίπτωση, τη νομική πλημμέλεια ότι η σχετική πρόσκληση προς το ενδιαφερόμενο κοινό είχε δημοσιευθεί σε εφημερίδα ειδικού αντικειμένου κατά το έτος 2017, και όχι σε γενική πολιτική εφημερίδα, κατά τεκμήριο μεγαλύτερης αναγνωσιμότητας, ώστε να εξασφαλίζεται ευρύτερη συμμετοχή του κοινού. Η απόφαση, επομένως, του ΣτΕ επιβεβαίωσε την ισχύ της έγκρισης περιβαλλοντικών όρων, τουλάχιστον ως προς το προσβαλλόμενο μέρος, δηλαδή τον σταθμό “Ευαγγελισμός”.
Στη συνέχεια, το Συμβούλιο της Επικρατείας έκρινε ότι, ενώ η μελέτη περιβαλλοντικών επιπτώσεων, που προηγήθηκε της έγκρισης, υπήρξε αναλυτική ως προς τις επιπτώσεις του έργου στο πράσινο της περιοχής κάθε σταθμού, η έγκριση περιβαλλοντικών όρων δεν έθεσε αρκετά λεπτομερείς όρους ως προς το ζήτημα αυτό, λόγου χάρη ως προς την τυχόν επαναφύτευση των δέντρων που θα απομακρυνθούν. Η έλλειψη ειδικών όρων για την προστασία του πρασίνου και την αποτροπή δυσανάλογης ζημιάς σε αυτό θεωρήθηκε, όμως, εύλογη από το Δικαστήριο λόγω της ασυνήθιστα μεγάλης κλίμακας του έργου, το οποίο υπήχθη σε ενιαία διαδικασία περιβαλλοντικής αδειοδότησης για το σύνολο των 15 σταθμών, ο καθένας από τους οποίους θα μπορούσε να αποτελέσει αντικείμενο ξεχωριστής μελέτης, οπότε και θα μπορούσε ευλόγως να αναμένεται λεπτομερέστερη ρύθμιση των περιβαλλοντικών ζητημάτων κάθε σταθμού ξεχωριστά. Ενόψει αυτών, κρίθηκε ότι η ελλειπτικότητα των εγκριθέντων περιβαλλοντικών όρων ως προς το ζήτημα του πρασίνου έχει ως νόμιμη συνέπεια να μετατίθεται η επίλυση των σχετικών ζητημάτων στο επόμενο στάδιο της Τεχνικής Μελέτης Εφαρμογής του συγκεκριμένου εργοταξίου και, μάλιστα, υποχρεωτικώς. Η υποχρέωση κατάρτισης της εν λόγω μελέτης, εξάλλου, κρίθηκε ότι απορρέει και από την ίδια την έγκριση περιβαλλοντικών όρων του έτους 2018, όπου ορίστηκε ότι το ζήτημα του πρασίνου πρέπει να μελετηθεί περαιτέρω και, μάλιστα, με τη συμμετοχή των αρμοδίων κατά τη δασική νομοθεσία διοικητικών οργάνων. Όπως, εξάλλου, γίνεται δεκτό από την απόφαση του Δικαστηρίου, η υποχρέωση αυτή αφορά “κατ’ εξοχήν”, τον σταθμό “Ευαγγελισμός”, τον οποίον, άλλωστε, προσβάλλει η αίτηση ακυρώσεως των συγκεκριμένων διαδίκων, τούτο δε για δύο λόγους: Ο πρώτος είναι ότι στον σταθμό αυτό προβλέπεται, κατά τη μελέτη περιβαλλοντικών επιπτώσεων, πολύ μεγαλύτερη θυσία πρασίνου από ό,τι στους άλλους σταθμούς (πολύ περισσότερα από 100 – κατά άλλους υπολογισμούς περισσότερες εκατοντάδες – φυτά, μεταξύ των οποίων ακακίες, πεύκα, λεύκες, φοίνικες, αγριελιές, νεραντζιές, κουτσουπιές, ευκάλυπτοι και ιτιές). Ο δεύτερος λόγος είναι ότι τα εν λόγω πολυάριθμα φυτά, πολλά από τα οποία αποτελούν δασικά είδη -εξ ου και η πρόβλεψη συμμετοχής των δασικών αρχών – έχουν, στην περίπτωση του συγκεκριμένου σταθμού, τη μορφή συμπαγούς πάρκου ή άλσους, διαφοροποιούνται δε ουσιωδώς από τη φυτοκάλυψη απλών κοινόχρηστων χώρων κατά την πολεοδομική νομοθεσία, (π.χ. πλατειών). Με αυτά τα δεδομένα, το Δικαστήριο ακύρωσε την παράλειψη να καταρτιστεί και εγκριθεί μελέτη με αυτό το περιεχόμενο. Κατόπιν τούτων, αναπέμφθηκε η υπόθεση στη Διοίκηση ώστε να μεριμνήσει για την κατάρτιση και έγκριση της σχετικής μελέτης.