Παρακολουθώντας την κοινή χθεσινή εμφάνιση Τσίπρα-Merkel, η οποία ακολούθησε τη συνάντησή τους, θα έλεγε κανείς πως οι δύο αυτοί ηγέτες δεν έχουν και τόσα πολλά να χωρίσουν. Από την πλευρά ειδικά του Έλληνα πρωθυπουργού, το θέμα των γερμανικών αποζημιώσεων το οποίο με ιδιαίτερη θέρμη είχε επαναφέρει στην επικαιρότητα τις προηγούμενες εβδομάδες, μετατράπηκε ξαφνικά σε θέμα κυρίως ηθικού χαρακτήρα, οι ξένοι δεν φταίνε πια για τα δεινά μας, ενώ το πρόγραμμα έφερε μια πρωτοφανή δημοσιονομική προσαρμογή, η οποία δεν χαρακτηρίστηκε καταστροφική αυτή καθ’ αυτή.
Η αλλαγή στάσης του Αλέξη Τσίπρα – τουλάχιστον από πλευράς ρητορικής – δεν θα μπορούσε να είναι σαφέστερη. Άφησε στην Αθήνα το πολεμικό, διεκδικητικό ύφος στο οποίο μας έχει συνηθίσει τον τελευταίο καιρό και εμφανίστηκε στο Βερολίνο άνετος, λογικός, αν όχι φιλικός, απέναντι στην ηγέτιδα των “κακών Γερμανών”, όπως αυτοί έχουν σκιαγραφηθεί συστηματικά από τα δύο κόμματα της συγκυβέρνησης.
Από την πλευρά της Angela Merkel οι διαφορές ήταν πιο ανεπαίσθητες, ενώ κάποια μέγιστη είδηση ουσίας από την όλη συνάντηση δεν μοιάζει να προέκυψε. Το γεγονός όμως ότι οι τόνοι έπεσαν είναι από μόνο του σημαντικό. Φυσικά, με την επιστροφή στην πατρίδα, τον κύριο Τσίπρα περιμένουν αρκετοί πονοκέφαλοι που συνδέονται με τις προσδοκίες που έχει καλλιεργήσει όλο αυτό το διάστημα στο κόμμα του αλλά και σε μερίδα της κοινωνίας. Έτσι, πολύ φοβάμαι πως το κλίμα που διαμορφώθηκε με τη χθεσινή συνάντηση δεν είναι απαραίτητα “εδώ για να μείνει” ενώ η πρακτική του “άλλα λέμε μέσα, άλλα έξω” δεν μας έχει εγκαταλείψει για τα καλά.