Περισσότερες ήταν την προηγούμενη χρονιά οι επιχειρήσεις που ξεκίνησαν δραστηριότητα, από αυτές που κατέβασαν ρολά, ενώ ανάλογη είναι η εικόνα κι από το πρώτο τετράμηνο του 2023.
Συμπέρασμα; Ο κύκλος της οικονομίας παραμένει ανοδικός, παρά τις έντονες αναταράξεις της πανδημίας και της ενεργειακής κρίσης.
Σύμφωνα με τα απολογιστικά στοιχεία του Επαγγελματικού Επιμελητηρίου της Αθήνας, οι συνολικές εγγραφές επιχειρήσεων πανελλαδικά, καθ’ όλη τη διάρκεια του 2022, ανήλθαν στις 45.752 (από 40.313 που πραγματοποιήθηκαν το 2021) και οι διαγραφές στις 14.498 (από 10.980 το 2021). Ειδικά όσον αφορά στην Αθήνα, πραγματοποιήθηκαν 11.480 εγγραφές επιχειρήσεων μέσα στο 2022. Συγκριτικά με το 2021, όπου πραγματοποιήθηκαν 9.516 εγγραφές, καταγράφεται αύξηση της τάξης του 20,64%. Από την άλλη, διαγράφηκαν 2.552 επιχειρήσεις, εκ των οποίων 1 στις 3 είχαν προβεί σε εγγραφή κατά την 5-ετία 2016 – 2020 (ποσοστό 30,09%), ενώ υπάρχει ένα ποσοστό 17,05% με επιχειρήσεις που διαρκούν 1- 2 χρόνια.
Η εικόνα δεν διαφοροποιείται ούτε στους πρώτους μήνες του 2023, δείχνοντας έτσι ότι υπάρχει δυναμική. Σύμφωνα με τα στοιχεία από το ΓΕΜΗ, από την αρχή της χρονιάς ως τις αρχές Μαίου είχαν κάνει έναρξη εργασιών 22.569 επιχειρήσεις, δηλαδή περίπου 4.000 παραπάνω από το αντίστοιχο περσινό διάστημα, με μόνο “αρνητικό” μήνα τον Απρίλιο, πιθανότατα λόγω των εορτών του Πάσχα.
Πόσες επιχειρήσεις «κατέβασαν ρολά» το 2023
Όσον αφορά στις διαγραφές, μέσα σε αυτό το τετράμηνο κατέβασαν ρολά 4.666 επιχειρήσεις, έναντι 5.967 επιχειρήσεων πέρσι.
Πέρα από το ισοζύγιο συστάσεων- διαγραφών, αυτό που έχει ενδιαφέρον είναι το προφίλ της ελληνικής επιχειρηματικότητας, η οποία παραμένει μικρομεσαία, παρά τα κίνητρα για εξαγορές- συγχωνεύσεις και το έλλειμμα ανταγωνιστικότητας.
Οι μικρομεσαίες επιχειρήσεις στην Ελλάδα
Σύμφωνα με ειδική μελέτη της ΓΣΕΒΕΕ, 694.346 επιχειρήσεις, δηλαδή το 99,9% του συνόλου των ελληνικών επιχειρήσεων, ορίζονται ως μικρομεσαίες. Ποσοστό 92,7% των ελληνικών επιχειρήσεων (644.264) είναι πολύ μικρές, ενώ 6,5% (45.401) είναι μικρές, το 0,7% (4.681) είναι μεσαίες και μόλις 0,1% (600) είναι μεγάλες επιχειρήσεις.
Περίπου τα 2/3 του ελληνικού εργατικού δυναμικού απασχολούνται σε πολύ μικρές και μικρές επιχειρήσεις και συνολικά 8 στους 10 εργαζόμενους απασχολούνται σε ΜμΕ. Οι πολύ μικρές και μικρές επιχειρήσεις αντιπροσωπεύουν το 38,8% της προστιθέμενης αξίας στην οικονομία, ενώ συμπεριλαμβανομένων και των μεσαίων επιχειρήσεων, η συνολική συνεισφορά των ΜμΕ στη δημιουργία προστιθέμενης αξίας στην οικονομία ανέρχεται σε 61,6%.
Οι «θνησιγενείς» επιχειρήσεις
Ποιες χαρακτηρίζονται- κι εκ του αποτελέσματος- “θνησιγενείς”; Ιδιαίτερα κατά τα χρόνια της οικονομικής κρίσης της περιόδου 2008-2018, χαρακτηριστικό παράδειγμα επιχειρηματικότητας ανάγκης στην ελληνική περίπτωση αποτελούν οι επιχειρήσεις του κλάδου της ταχείας εστίασης, οι οποίες αποτέλεσαν επιλογή ανάγκης για την ανάληψη επιχειρηματικής δράσης, κυρίως λόγω χαμηλού κόστους αρχικής επένδυσης, χαμηλού επίπεδου εξειδίκευσης και μη σημαντικών γραφειοκρατικών εμποδίων για την έναρξη και λειτουργία τους.
Ουσιαστικά όμως, πρόκειται για επιχειρήσεις οι οποίες, λόγω του υψηλού ανταγωνισμού στην αγορά από μεγάλο αριθμό όμοιων επιχειρήσεων, κινδυνεύουν να βρεθούν σε σύντομο χρονικό διάστημα στην «κοιλάδα θανάτου» («death valley»), με αποτέλεσμα να διακόψουν τη λειτουργία τους σε σύντομο χρονικό διάστημα. Είναι ενδεικτικό ότι στην περιοχή της Αθήνας πέρσι “άνοιξαν” 1.315 επιχειρήσεις εστίασης- ο μεγαλύτερος αριθμός νέων εγγραφών- αλλά παράλληλα έβαλαν “λουκέτο” άλλες 513 επιχειρήσεις του κλάδου.
Η τάση αύξησης των επιχειρήσεων του εν λόγω κλάδου μετά το 2014 μειώθηκε αισθητά, τόσο κατά τη διάρκεια της πανδημίας όταν ο κύκλος εργασιών του κλάδου της εστίασης παρουσίασε κάθετη πτώση κατά 37,2% με αποτέλεσμα να παρατηρηθούν σημαντικά προβλήματα ρευστότητας και αύξηση των οφειλών, όσο και κατά την τρέχουσα ενεργειακή κρίση.