της Δάφνης Γρηγοριάδη
«Ριγμένη» εμφανίζεται η Ελλάδα στη μάχη “Βορείων” και “Νοτίων” της Ευρωπαϊκής Ένωσης για το Πολυετές Δημοσιονομικό Πλαίσιο 2021-2027 που θα συζητηθεί στο Ευρωπαϊκό Συμβούλιο (Κορυφής) στο οποίο ο πρωθυπουργός Κυριάκος Μητσοτάκης αναμένεται να “παίξει σκληρή άμυνα”, υπερασπιζόμενος τις ελληνικές θέσεις.
- Το αντικείμενο της συνεδρίασης συνιστά μια εξαιρετικά δύσκολη εξίσωση και – κατ’ επέκταση – επιφυλάσσει μια δύσκολη διαπραγμάτευση, καθώς με λιγότερους κοινοτικούς πόρους χρειάζεται να καλυφθούν μεγαλύτερες ανάγκες.
Η Ευρώπη καλείται, συγκεκριμένα, να αντιμετωπίσει ταυτόχρονα δύο προβλήματα και τέσσερις προκλήσεις:
- Το πρώτο από τα δύο προβλήματα οφείλεται στο γεγονός ότι μία από τις βασικές χώρες συνεισφοράς – το Ηνωμένο Βασίλειο – αποχώρησε από την Ε.Ε. Το Brexit συνεπάγεται ένα καθαρό χρηματοδοτικό κενό της τάξεως των 10 δισεκατ. ευρώ ετησίως. Το γεγονός αυτό δυσκολεύει τις διαπραγματεύσεις μεταξύ καθαρών συνεισφορέων (net contributors) και καθαρών αποδεκτών (net receivers) για το ύψος του νέου Πολυετούς Δημοσιονομικού Πλαισίου.
- Και αυτό οδηγεί στο δεύτερο πρόβλημα που είναι το γεγονός ότι οι υπόλοιπες χώρες συνεισφοράς επιμένουν σε έναν μειωμένο κοινοτικό Προϋπολογισμό.
Ο Γερμανός υπουργός Οικονομικών Όλαφ Σολτς ζητά εκσυγχρονισμό της κατανομής των κονδυλίων και να δαπανώνται λιγότερα χρήματα στη γεωργία. Η Γαλλία, επίσης μια χώρα που καταβάλει μεγάλες εισφορές, αρνείται ωστόσο την περικοπή των αγροτικών κονδυλίων. Άλλωστε Γάλλοι και Πολωνοί αγρότες είναι αυτοί που περισσότερο επωφελούνται από τα αγροτικά κονδύλια.
Οι χώρες της νότιας και ανατολικής Ευρώπης προσπαθούν πάλι από την πλευρά τους να περισώσουν το ισχύον status quo. Για παράδειγμα η Λιθουανία, η Πορτογαλία, η Ελλάδα, η Πολωνία ή η Ουγγαρία επωφελούνται σήμερα τα μέγιστα από τα διαρθρωτικά ταμεία και τις αγροτικές επιδοτήσεις.
Κυβέρνηση: «Είμαστε, ακόμα, μακριά από μια αποδεκτή πρόταση»
«Είμαστε, ακόμα, μακριά από μια αποδεκτή πρόταση, καθώς η απόσταση ανάμεσα στην πρόταση του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και την πρόταση του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου είναι 230 δισεκατ. ευρώ» σημείωσε χθες βράδυ ο κυβερνητικός εκπρόσωπος Στέλιος Πέτσας και εξήγησε πως με έναν τόσο μικρότερο κοινοτικό προϋπολογισμό, θα πρέπει να βρεθούν πόροι για να αντιμετωπιστούν οι τέσσερις προκλήσεις που αφορούν:
- Την Πολιτική Συνοχής,
- Την Κοινή Αγροτική Πολιτική,
- Τη μεταναστευτική-προσφυγική κρίση
- Την κλιματική αλλαγή.
Η απόπειρα “τετραγωνισμού του κύκλου”
Κυβερνητικές πηγές τόνιζαν χθες ότι “σε αυτό το ιδιαίτερα δύσκολο περιβάλλον, των μειωμένων πόρων και των αυξημένων αναγκών, κάθε προσπάθεια ισορροπίας μοιάζει με απόπειρα τετραγωνισμού του κύκλου, με τον πρωθυπουργό να είναι έτοιμος και αποφασισμένος να εργαστεί, προκειμένου να εξασφαλίσουμε όσο το δυνατόν περισσότερους πόρους για την περίοδο 2021-2027″.
Σε ό,τι αφορά την αναδιανομή των Ευρωπαϊκών αναπτυξιακών κονδυλίων, στην Ελλάδα κανονικά αναλογούσαν 35,5 δισ. ευρώ για την περίοδο 2021-2027. Ωστόσο, το τελικό ποσό αναμένεται να είναι ελαφρώς μικρότερο, καθώς υπάρχει μεγάλη σύγκρουση μεταξύ των χωρών της Νότιας και της Βόρειας Ευρώπης.
H αποχώρηση του Ηνωμένου Βασιλείου από την Ευρωπαϊκή Ένωση, δημιουργεί τρύπες στον κοινοτικό προϋπολογισμό αλλά και ευκαιρίες διεκδίκησης μεγαλύτερων ποσών χρηματοδότησης για τα υπόλοιπα κράτη-μέλη. Έτσι, η μάχη των μεγάλων δυνάμεων για τα επιπλέον κονδύλια αφήνει απέξω δυστυχώς την Ελλάδα.
Γιατί η Ελλάδα θα έπρεπε να λάβει μεγαλύτερη χρηματοδότηση
H χώρα μας, με δεδομένο ότι βρίσκεται σε τροχιά ανάκαμψης, θα έπρεπε να λάβει μεγαλύτερο ύψος χρηματοδότησης για μεγάλα αναπτυξιακά έργα και για την τόνωση της εγχώριας επιχειρηματικότητας στο πλαίσιο ανασυγκρότηση της οικονομίας της.
Θα μπορούσαν να χρηματοδοτηθούν τομείς που επιταχύνουν την ανάπτυξη όπως ο κλάδος της ενέργειας, η ναυτιλία και η υψηλή τεχνολογία. Ας μην ξεχνάμε άλλωστε ότι η Ελλάδα έχει ένα υπέρογκο χρέος, υψηλό ποσοστό κόκκινων δανείων και έχει πληγεί πιο πολύ σε σχέση με τις υπόλοιπες ευρωπαϊκές χώρες κατά τα χρόνια της ύφεσης, χάνοντας μάλιστα το 25% του ΑΕΠ της.
Οι μεγάλες δυνάμεις εμπόδιο: Οι ισχυρές χώρες της Ευρώπης δε φαίνεται ότι καταλαβαίνουν την αναγκαιότητα της Ελλάδας να λάβει παραπάνω ευρωπαϊκά κονδύλια. Αντιθέτως, η Ελλάδα πιθανότατα θα λάβει μικρότερο ύψος χρηματοδότησης. Μειωμένο θα είναι και το ποσό που προορίζεται για τον κλάδο της γεωργίας. Μπορούμε να χαρακτηρίσουμε παράλογη την στάση αυτή της Ε.Ε απέναντι στην αναδιανομή αναπτυξιακών κονδυλίων προς την χώρα μας, καθώς από την μια έχει υπογραμμιστεί η αναγκαιότητα τόνωσης του ρυθμού ανάπτυξης όμως από την άλλη, τις κρίσιμες στιγμές η Ελλάδα “μένει” πίσω.
Τι συνέπειες θα έχει αυτό στην πραγματική οικονομία: Ο αγροτικός κλάδος το προηγούμενο έτος συνέβαλε στην διαμόρφωση του ΑΕΠ σε ποσοστό κοντά στο 4 % έναντι 6% περίπου προ κρίσης. Όσον αφορά την απασχόληση, τουλάχιστον το 12% του εργατικού δυναμικού της Ελλάδας, εργάζεται με κύρια απασχόληση στον πρωτογενή τομέα.
Ρίχνοντας μια ματιά στα προηγούμενα χρόνια, διαπιστώνει κανείς πως ο κλάδος παρουσιάζει πτωτική τάση εξαιτίας της οικονομικής ύφεσης , η οποία μείωσε και τις εξαγωγές των αγροτικών προϊόντων. Μια μείωση λοιπόν της χρηματοδότησης από την Ε.Ε στον Ελληνικό πρωτογενή τομέα , θα έχει ως αποτέλεσμα την επιβράδυνση της ανάκαμψης του κλάδου.
Πηγή: Economico.gr