Τι τρέχει με την οικονομία και ανησυχεί την Κομισιόν
Τους προφανείς και τους κρυφούς κινδύνους της Ελληνικής οικονομίας επισημαίνουν οι δύο εκθέσεις της Κομισιόν, που συνδέονται και με την εκταμίευση της δόσης των 970 εκατ. ευρώ. Οι εκθέσεις αυτές έχουν πλήθος προειδοποιήσεων προς την ελληνική πλευρά και χτυπούν το καμπανάκι του κινδύνου για τη σταθεροποίηση και την ανάπτυξη.
Στις εκθέσεις αυτές περιγράφονται τόσο οι ανισορροπίες της οικονομίας μας όσο και οι εκκρεμείς υποχρεώσεις της κυβέρνησης, στο πλαίσιο των μεταμνημονιακών δεσμεύσεων της, η εκπλήρωση των οποίων συνδέονται με την ελάφρυνση του χρέους.
Ειδικότερα, στα θέματα της επικαιρότητας, η Κομισιόν:
–Επισημαίνει τους κινδύνους από την υπόθεση των αναδρομικών και την ακόμη άγνωστη κλίμακα της τελικής επιβάρυνσης.
–Εκφράζει αναλυτικές αντιρρήσεις για το σχεδιαζόμενο πλαίσιο για την προστασία της πρώτη κατοικίας.
–Θεωρεί ότι η αύξηση του κατώτατου μισθού θα είναι ένα είδος σοκ για μια ακόμη εύθραυστη αγορά εργασίας και ότι τα θετικά μακροοικονομικά αποτελέσματα θα είναι βραχεία, ενώ υπάρχει ο κίνδυνος αρνητικών αποτελεσμάτων στην απασχόληση και την ανταγωνιστικότητα.
–Επιμένει ότι η πολιτική διορισμών μονίμου προσωπικού υπερβαίνει τα όρια που έχουν τεθεί και διατυπώνει ανησυχία και για την αύξηση του αριθμού των συμβασιούχων.
Ο διπλός «κορσές της οικονομίας
Η Ελληνική οικονομία έχει διπλό Ευρωπαϊκό «κορσέ»: Υφίσταται τον έλεγχο που έχουν κάθε εξάμηνο όλες οι χώρες της Ε.Ε και αφορά την παρακολούθηση των δημοσιονομικών στόχων και της αναπτυξιακή πορείας τους (αυτό που ονομάζεται «Ευρωπαϊκό Εξάμηνο»). Και έχει την ειδική, «ενισχυμένη», μεταμνημονιακή εποπτεία, ως χώρα που μόλις βγήκε από «μνημόνιο» και έχει δεσμευτεί με σειρά υποχρεώσεων, τις οποίες συνομολόγησε η κυβέρνηση, μετά από διαπραγματεύσεις.
Η εφαρμογή αυτών των δεσμεύσεων – που υπόκειται σε «αξιολόγηση» – αποτελεί και την προϋπόθεση για να εφαρμοστούν μεσο -μακροπρόθεσμα τα μέτρα ελάφρυνσης του ελληνικού χρέους και, άμεσα, η επιστροφή των κερδών των ελληνικών ομολόγων, που κρατούσαν οι ευρωπαϊκές κεντρικές τράπεζες και του επιπλέον επιτοκίου των δανείων του EFSF (Ευρωπαϊκό Ταμείο Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας).
Η επιτυχής αξιολόγηση και στους δύο ελέγχους – που αποτυπώνεται σε σχετικές εκθέσεις της Κομισιόν – οδηγεί στην εκταμίευση μιας «δόσης» 970 εκατομμυρίων ευρώ που θα κριθεί από την πολιτική απόφαση του Eurogroup της 11ης Μαρτίου. Οι εκθέσεις αυτές, που δημοσιοποιήθηκαν χθες, δεν ήταν ό, τι καλύτερο για την Ελλάδα, με κίνδυνο να μην της δοθεί το σοβαρό αυτό ποσόν.
Η έκθεση του «ευρωπαϊκού εξαμήνου»
Η έκθεση αυτή αφορά την πρόοδο ως προς την αντιμετώπιση των μακροοικονομικών ανισορροπιών και την πρόοδο των μεταρρυθμίσεων. Η έκθεση αυτή:
–Επιμένει ότι η συνολική καθαρή διεθνής επενδυτική θέση της Ελλάδας παραμένει ιδιαίτερα αρνητική και ότι χρειάζεται ειδική προσπάθεια ώστε να μεταφερθούν επενδύσεις και πόροι σε διεθνώς εμπορεύσιμους κλάδους και να μειωθεί η εξάρτηση από εισαγωγές.
–Διαπιστώνει ότι η δυναμική της ανάπτυξης παραμένει χαμηλή ως αποτέλεσμα χαμηλού ρυθμού επενδύσεων και της μετανάστευσης ειδικευμένου εργατικού δυναμικού την περασμένη δεκαετία.
–Αναφέρεται με έμφαση στην ανάγκη να αντιμετωπιστεί το πρόβλημα των μη εξυπηρετούμενων δανείων ως βασική πρόκληση για τον τραπεζικό τομέα.
–Επισημαίνει ότι μπορεί να ανακάμπτουν κάπως οι επενδύσεις, αλλά το ποσοστό 13% των επενδύσεων ως προς το ΑΕΠ παραμένει ακόμη το χαμηλότερο στην Ευρώπη
–Αναδεικνύει το πρόβλημα των χαμηλών δημόσιων επενδύσεων.
–Αναγνωρίζει ότι η Ελλάδα έχει καταφέρει να πετύχει τους δημοσιονομικούς στόχους ως προς τα πρωτογενή πλεονάσματα και επιμένει στη συνέχεια αυτής της πολιτικής
–Καταγράφει τις μεγάλες περιφερειακές ανισότητες. Ακόμη και σήμερα ο μέρος όρος των λοιπών ελληνικών περιφερειών πλην Αττικής βρίσκεται στο 60% του κατά κεφαλήν ΑΕΠ της πρωτεύουσας.
–Τονίζει την ανάγκη να μειωθεί το επενδυτικό χάσμα, με ιδιαίτερη έμφαση στις μεταφορές και τα logistics, την αναζωογόνηση των αστικών και υποβαθμισμένων περιοχών, την ενεργειακή αποδοτικότητα και τις υποδομές, την προστασία του περιβάλλοντος, τις ψηφιακές τεχνολογίες, την εκπαίδευση, την κοινωνική ενσωμάτωση, την υγεία και την έρευνα και ανάπτυξη, συμπεριλαμβανομένης της έξυπνης εξειδίκευσης στον αγροδιατροφικό τομέα και τον τουρισμό.
–Υπογραμμίζει ότι η βιωσιμότητά του χρέους εξαρτάται από την προώθηση των συμφωνηθεισών μεταρρυθμίσεων και την τήρηση των δημοσιονομικών στόχων.
–Αναγνωρίζει την υποχώρηση της ανεργίας, αλλά λέει ότι παραμένει ιδιαίτερα υψηλή
–Καταγράφει τον «κίνδυνο» οι πρόσφατες αυξήσεις στον κατώτατο μισθό και η κατάργηση του υποκατώτατου μισθού να διακυβεύσουν τα κέρδη στην ανταγωνιστικότητα που είχαν επιτευχθεί τα προηγούμενα χρόνια.
–Περιγράφει την ανάγκη να προχωρήσουν οι αλλαγές στις αγορές προϊόντων, στους κλάδους δικτύων (ενεργειακών και άλλων) αλλά και στη δημόσια διοίκηση και τη δικαιοσύνη.
Τι μας λέει η έκθεση της ενισχυμένης εποπτείας
Η δεύτερη έκθεση που αναφέρεται στην αξιολόγηση της οικονομίας, στο πλαίσιο της ενισχυμένης εποπτείας, ακτινογραφεί λεπτομερώς κρίσιμα και επίκαιρα ζητήματα και προχωρά σε πολύ πιο συγκεκριμένη «βαθμολόγηση» των μέτρων που έχει λάβει η κυβέρνηση. (Αυτά τα συμπεράσματα είναι που θα ληφθούν υπόψη το Eurogroup της 11ης Μαρτίου όπου και θα ληφθούν οι κρίσιμες αποφάσεις για την εκταμίευση της δόσης των 970 εκατομμυρίων ευρώ).
Η έκθεση αυτή:
–Αναγνωρίζει σημαντική πρόοδο ως προς την τήρηση των δεσμεύσεων που ανέλαβε η Ελλάδα το καλοκαίρι του 2018 για την επιτυχή ολοκλήρωση του «ελληνικού προγράμματος».
–Επιμένει ότι η Ανεξάρτητη Αρχή Δημοσίων Εσόδων πρέπει να φτάσει τους 12.000 υπαλλήλους για να μπορεί να φέρει σε πέρας το έργο της.
–Επισημαίνει την ανάγκη να μην ξεπερνιούνται τα όρια τόσο στην πρόσληψη μονίμου προσωπικού όσο και στην πρόσληψη συνταξιούχων.
–Δίνει έμφαση στα μη εξυπηρετούμενα δάνεια υποστηρίζοντας ότι πρέπει να εξεταστούν πιο προσεκτικά διάφορες πλευρές του κυβερνητικού σχεδίου για την προστασία πρώτης κατοικίας, το οποίο σχέδιο να μην παραβιάζει τους ευρωπαϊκούς κανόνες ανταγωνισμού.
–Επιμένει στην θέση να μην έχουν κόστος στην ανταγωνιστικότητα η αύξηση του κατώτατου μισθού και η κατάργηση του υποκατώτατου
–Πιέζει να προχωρήσει η διαδικασία ιδιωτικοποίησης των λιγνιτικών μονάδων της ΔΕΗ.
–Αναδεικνύει την ανάγκη να προχωρήσει η εφαρμογή των αλλαγών στη δημόσια διοίκηση.
–Εκτιμά ότι από τα 16 προαπαιτούμενα που είχαν τεθεί, στα δέκα έχουν τηρηθεί οι δεσμεύσεις, όμως υπάρχουν ζητήματα σε έξι από αυτά:
1.Ως προς τα δημόσια έσοδα και την ΑΑΔΕ πρέπει να συνεχιστούν οι αλλαγές στη διαχείριση ανθρωπίνων πόρων, να υιοθετηθεί νομοθεσία για την πειθαρχική, ποινική και αστική ευθύνη των υπαλλήλων της, να αποκτήσει επιπλέον προσωπικό μέσω «κινητικότητας» και να υιοθετηθεί νομοθεσία για τις αλλαγές καυσίμων. Σημειώνουμε ότι η έκθεση επισημαίνει ότι οι ελληνικές αρχές δήλωσαν ότι δεν σκοπεύουν να προχωρήσουν σε αλλαγές στο σύστημα των δόσεων για τις φορολογικές και ασφαλιστικές οφειλές, σε αντίθεση με τις κυβερνητικές εξαγγελίες.
2.Ως προς τα μη εξυπηρετούμενα δάνεια, η κύρια έμφαση είναι στα ανοιχτά θέματα που υπάρχουν με το σχέδιο για το νόμο που θα διαδεχθεί το νόμο Κατσέλη, αλλά και τους ηλεκτρονικούς πλειστηριασμούς.
3.Ως προς το ΤΧΣ να ολοκληρωθεί ο διορισμός του αναπληρωτή Διευθύνοντος Συμβούλου και της κενής θέσης στο Γενικό Συμβούλιο.
4.Να υπάρξει νέα προσπάθεια πώλησης των λιγνιτικών μονάδων της ΔΕΗ μετά την αποτυχημένη πρώτη προσπάθεια ιδιωτικοποίησης
5.Να προχωρήσει η διαδικασία παραχώρησης της Εγνατίας Οδού που εκκρεμεί
6.Να ολοκληρωθούν οι μεταρρυθμίσεις που αφορούν τη δημόσια διοίκηση, αν και η έκθεση αναγνωρίζει ότι προχωρούν οι διαδικασίες ως προς τους διοικητικούς γραμματείς και αποδέχεται το χρονοδιάγραμμα της ελληνικής πλευράς.