[Το κείμενο αυτό το έγραψα στις 22 Ιουνίου 2016 και δημοσιεύτηκε στο newpost.gr, με αφορμή τα 20 χρόνια από το θάνατο του Ανδρέα Παπανδρέου. Το αναδημοσιεύω με αφορμή τώρα την επέτειο 44 χρόνων από την ίδρυση του ΠΑΣΟΚ]
Είκοσι χρόνια μετά το θάνατό του, το φαινόμενο Ανδρέας Παπανδρέου παραμένει για πολλούς ιστορικούς «ένα αίνιγμα της ελληνικής πολιτικής ζωής που περιμένει την αποκρυπτογράφησή του».
Ιδρύοντας το 1974 το ΠΑΣΟΚ, ο Ανδρέας δήλωσε ρητά ότι είχε στόχο να αποτελέσει «την πολιτική έκφραση των οραμάτων τριών γενεών, της γενιάς της Αντίστασης, της γενιάς του ριζοσπαστικού κινήματος της δεκαετίας του ’60 και της γενιάς του Πολυτεχνείου». Και, πράγματι, η χαρισματική αυτή φυσιογνωμία κατάφερε με ένα μοναδικό τρόπο να συγκροτήσει ένα μεγάλο πλειοψηφικό «κίνημα», το πρώτο μαζικό κόμμα εξουσίας στην Ελλάδα, ενοποιώντας και νομιμοποιώντας λαϊκά ρεύματα με διαφορετική ιστορική και ιδεολογική αφετηρία, αξίες, αναμνήσεις και σύμβολα, με ένα κοινό όμως χαρακτηριστικό: την «αντιδεξιά» κουλτούρα.
Η κουλτούρα αυτή οδήγησε το ΠΑΣΟΚ στην εξουσία και υπήρξε ο συνεκτικός κρίκος διατήρησης της ισχύος του ακόμα και στις πιο χαλεπές στιγμές του. Μια κουλτούρα, που είχε θεμέλια την αυθεντική κοινωνική αντίθεση σε ό,τι εξέφραζε το μετεμφυλιακό «κράτος της Δεξιάς» και των πατρόνων του. Και που μπολιάστηκε με νέα λαϊκίστικα στερεότυπα, της μεγάλης παράταξης των «δημοκρατικών – προοδευτικών δυνάμεων». Σε αυτή τη βάση ο Ανδρέας έχτισε την παντοδυναμία του.
Με μια σχετική απόσταση από την «εποχή Ανδρέα», μπορούμε σήμερα να εκτιμήσουμε ότι το πέρασμά του από τη διακυβέρνηση του τόπου ήταν ιστορικό για την εποχή του, αλλά και πολλαπλά καθοριστικό για τις μετέπειτα εξελίξεις.
Σε κοινωνικό και πολιτικό επίπεδο η άνοδος του ΠΑΣΟΚ στην εξουσία ήταν αποτέλεσμα των βαθιών διεργασιών που σηματοδότησε η Μεταπολίτευση.
– Ο Ανδρέας εξέφρασε τους (για αρκετά χρόνια μετά τον Εμφύλιο) πολιτικά και κοινωνικά «αποκλεισμένους» πολίτες. Πολλοί νόμοι που είχαν τις ρίζες τους στην εμφυλιοπολεμική περίοδο καταργήθηκαν και, με μια πράξη ισχυρού συμβολισμού, όχι μόνο αναγνωρίστηκε η συμμετοχή του ΕΑΜ/ΕΛΑΣ στην εθνική αντίσταση, αλλά οι επιζώντες αγωνιστές του συνταξιοδοτήθηκαν και τα μέλη των οικογενειών τους απέκτησαν ισότιμη, με τους «καθαρούς πολίτες», πρόσβαση σε θέσεις του δημοσίου. Οι πολιτικοί πρόσφυγες επέστρεψαν, χωρίς προϋποθέσεις, από τις Ανατολικές χώρες στην πατρίδα. Ένα τραγικό κεφάλαιο της Ελληνικής ιστορίας έκλεισε οριστικά και αμετάκλητα. Πολλές χιλιάδες άνθρωποι που είχαν διωχθεί επανειλημμένα για τις πολιτικές πεποιθήσεις τους δικαιώθηκαν. Η σκιά του φόβου εξέλειπε από τη δημόσια ζωή. Η δημοκρατία εδραιώθηκε. Οι θεσμοί -και μέσω της υποδειγματικής «συγκατοίκησης» με τον Πρόεδρο Κωνσταντίνο Καραμανλή- ισχυροποιήθηκαν.
– Σημαντικές ήταν και οι μεταρρυθμιστικές παρεμβάσεις του ΠΑΣΟΚ : Ο εκσυγχρονισμός του Οικογενειακού Δικαίου με μία νομοθεσία που θεωρήθηκε από τις πλέον προοδευτικές στην Ευρώπη. Η πλήρης ισότητα των δύο φύλων. Ο πολιτικός γάμος. Η δυναμική ανάπτυξη του, στοιχειώδους ως εκείνη την εποχή, κράτους πρόνοιας. Η δημιουργία του Εθνικού Συστήματος Υγείας, που ανέτρεψε τα δεδομένα στο χώρο της Υγείας, προσφέροντας περίθαλψη σε όλα τα κοινωνικά στρώματα (παρά το γεγονός ότι σχεδιάστηκε πλημμελώς , με κρίσιμες ατέλειες και ποτέ δεν ολοκληρώθηκε). Οι αλλαγές στην Ανώτατη Παιδεία, με το άνοιγμα των Πανεπιστημίων σε νέους επιστήμονες και σε νέα αντικείμενα διδασκαλίας.
– Σοβαρή ήταν η πρόνοια: Για τους χαμηλόμισθους εργαζόμενους (οι αυξήσεις των χαμηλόμισθων έφτασαν και το 50% και επιπλέον όλοι οι μισθοί απέκτησαν προοδευτικές κλίμακες αυξήσεων). Τους συνταξιούχους (για τους οποίους καθιέρωσε την καθολική κατώτατη σύνταξη). Το εργασιακό περιβάλλον, που εκσυγχρονίστηκε. Τους μικρομεσαίους επιχειρηματίες και τους αγρότες. Οι κανονιστικές διευθετήσεις της πρώτης περιόδου διακυβέρνησης του ΠΑΣΟΚ ήταν καθοριστικές για την πραγματική αναδιανομή του εισοδήματος και την ανακούφιση των κοινωνικά ασθενών στρωμάτων – αν και πολλές από αυτές θεωρήθηκαν, εκ των υστέρων, «παροχές» που επιβάρυναν υπερβολικά την οικονομία και το δημόσιο προϋπολογισμό.
Το έργο του Ανδρέα Παπανδρέου είχε βαθύ και ουσιαστικό αντίκτυπο στην κοινωνία, τόσο στο επίπεδο της εθνικής συμφιλίωσης, όσο και στο επίπεδο των κοινωνικών παρεμβάσεων και της πρόνοιας. Ωστόσο η πολιτεία του ελέγχεται σοβαρά σε τρία κρίσιμα ζητήματα:
1.Στην κοινωνία, που επιδίωξε να ευεργετήσει, καλλιέργησε παράλληλα και ένα ιδιότυπο και ανεξέλεγκτο λαϊκισμό, με αμφιλεγόμενους κώδικες αξιών και ιδιοτελή ατομικά κίνητρα. Κατά την περίοδο της διακυβέρνησής του, οι πολίτες έμαθαν να διεκδικούν , ως αυτονόητο δικαίωμα, την κρατική αρωγή και προστασία, τόσο σε ατομικό όσο και σε κλαδικό επίπεδο.
2.Η «εποχή Ανδρέα» άφησε, επίσης, πίσω της κομβικής σημασίας αρνητικά δεδομένα στη διοίκηση, τις συνδικαλιστικές συμπεριφορές και την οικονομία.
3.Και, βέβαια, ίδρυσε το «κομματικό κράτος» του ΠΑΣΟΚ, που διαδέχτηκε το «κράτος της Δεξιάς». Έως το 1981, το κράτος υπηρετούσε μονολιθικά τη λογική των κυβερνήσεων της Δεξιάς. Η διακυβέρνηση Ανδρέα ενέταξε το κρατικό σύστημα στην υπηρεσία των συμφερόντων του κόμματος, δημιουργώντας νέα παράδοση…
Στον τομέα της οικονομίας ο Ανδρέας ευθύνεται για δύο κυρίως ζητήματα: Δεν αξιοποίησε αναπτυξιακά τις μεγάλες δυνατότητες των ευρωπαϊκών χρηματοδοτήσεων της δεκαετίας του ’80. Προτίμησε να διαθέσει τη σημαντική εισροή κοινοτικών πόρων στη διαχείριση και την κοινωνική ανέλιξη των ετερογενών κοινωνικών στρωμάτων που στήριζαν την «Αλλαγή». Και, επιπλέον, η επεκτατική και αναδιανεμητική δημοσιονομική πολιτική της πρώτης περιόδου της εξουσίας του ( η οποία μάλιστα εφαρμόστηκε στο τέλος της μεγάλης πετρελαϊκής κρίσης, σε συνθήκες στασιμοπληθωρισμού και παράλυσης της διεθνούς οικονομίας ) επιβάρυνε υπερβολικά την ελληνική οικονομία, αφού συν τοις άλλοις ήταν και δυσανάλογη με τη φορολογική βάση της χώρας.
Επί των ημερών του Ανδρέα αυξήθηκε ο εξωτερικός δανεισμός. Οι δανειακές εισροές χρηματοδότησαν τις ανάγκες της κοινωνικής πολιτικής και την κατανάλωση και όχι την μακροπρόθεσμη ανάπτυξη της χώρας. Και επίσης χρηματοδότησαν ένα διαρκώς ογκούμενο και αναποτελεσματικό δημόσιο τομέα. Αυτά συνέβησαν ενώ η παραγωγικότητα της ελληνικής οικονομίας μειωνόταν και το εμπορικό ισοζύγιο επιδεινωνόταν ραγδαία. Αναπόφευκτα, το δημόσιο έλλειμμα από 2,3% του ΑΕΠ το 1980 σκαρφάλωσε στο 14% το 1990. Το κόστος των πολιτικών της δεκαετίας του ’80 μετακυλίσθηκαν στο μέλλον.
Στο επίπεδο της προσωπικής αξιολόγησης, είκοσι χρόνια μετά το θάνατο του, ο Ανδρέας παραμένει μια από τις πιο ενδιαφέρουσες φιγούρες της σύγχρονης πολιτικής ιστορίας, κυρίως λόγω των μεγάλων του αντιφάσεων. Στην ίδια προσωπικότητα συνυπήρχαν ο ριζοσπάστης, εκσυγχρονιστής πολιτικός και ο «πατερούλης» κάθε πικραμένου. Ο επιφανής ακαδημαϊκός οικονομολόγος με τις διεθνείς περγαμηνές και ο λαϊκιστής «Σωτήρας» που πρόσφερε απλόχερα στο κοινό του το μύθο που ήθελε να ακούσει από τον ηγέτη του: πως ο λαός έχει πάντα δίκιο. (Κυρίως έχουν δίκιο όσοι αισθάνονται ταπεινοί «μη προνομιούχοι» απέναντι σε ένα σύστημα επιφανών «προνομιούχων»). Ο γοητευτικός, χαρισματικός, ευγενικός άνθρωπος και ο «επιθετικός» πολωτικός πολιτικός, που υποδαυλίζει και χειραγωγεί τα λαϊκά ένστικτα. Ο κοσμοπολίτης συνομιλητής διασημοτήτων με το στενό προσωπικό κύκλο ασήμαντων γελωτοποιών . Ο εμπνευστής και ηγέτης ενός πρωτοφανούς μαζικού λαϊκού κινήματος και ο συγκεντρωτικός αρχηγός ενός προσωποπαγούς κόμματος. Ο μεγάλος δημοκράτης που περιφρόνησε όσο κανείς την εσωκομματική δημοκρατία.
Ο Ανδρέας υπήρξε ο ηγέτης που αγαπήσαμε να λατρεύουμε και λατρέψαμε να μισούμε. Και γι αυτό έγραψε ιστορία. Ο ιστορικός του μέλλοντος θα κρίνει το πώς θα μείνει στην ιστορία…