Τσίπρας από τη Βουδαπέστη: Η Ελλάδα επέλεξε το μονοπάτι της αλληλεγγύης

Στις μεταρρυθμιστικές προσπάθειες που κατέβαλε η Ελλάδα στον τομέα της Υγείας, εν μέσω της οικονομικής και προσφυγικής κρίσης και παρά τις δυσκολίες, επικέντρωσε ο Αλέξης Τσίπρας, ως κεντρικός ομιλητής στις σημερινές εργασίες της 67ης Συνόδου του Περιφερειακού Γραφείου Ευρώπης του Παγκόσμιου Οργανισμού Υγείας (ΠΟΥ). Σημείωσε ότι «η Ελλάδα επέλεξε το μονοπάτι της αλληλεγγύης, του σεβασμού της ανθρώπινης αξιοπρέπειας και του διεθνούς δικαίου, του μόνο δρόμου «που επιτρέπει στην Ευρώπη να έχει ένα μέλλον».

Ο πρωθυπουργός συμμετέχει στη Γενική Συνέλευση του ΠΟΥ Ευρώπης, στη Βουδαπέστη, ύστερα από προσωπική πρόσκλησή του από τον Γενικό Διευθυντή του Οργανισμού, σε αναγνώριση, σύμφωνα με πληροφορίες, της σημαντικής δουλειάς που έχει γίνει από την Ελλάδα στον τομέα της Υγείας, των μεταρρυθμίσεων που αφορούν στην καθολική πρόσβαση του πληθυσμού στην Υγεία και την πρωτοβάθμια φροντίδα υγείας και την αναβάθμιση των δομών Δημόσιας Υγείας.

Στέλνοντας και τα ανάλογα μηνύματα, ο κ. Τσίπρας τόνισε ότι η χώρα μας χτυπήθηκε σκληρά και στον τομέα της Υγείας, από την οικονομική κρίση και τα μέτρα λιτότητας που μας επιβλήθηκαν, για να σημειώσει πως, όμως, «αποφασίσαμε ότι ο μόνος τρόπος να προστατεύσουμε και να στηρίξουμε την κοινωνία ήταν να ενδυναμώσουμε την καθολική υγειονομική περίθαλψη και, την ίδια στιγμή, να καταβάλλουμε την μεγαλύτερη δυνατή προσπάθεια ώστε όλες οι ευάλωτες ομάδες, συμπεριλαμβανομένων των μεταναστών, να έχουν πρόσβαση σε αυτή».

«Η Ελλάδα είναι μια χώρα που καταβάλλει μεγάλη προσπάθεια, προκειμένου να γιατρέψει τις πληγές των πολιτών της από τα σκληρά μέτρα λιτότητα αυτών των τελευταίων οκτώ χρόνων» υπογράμμισε ο πρωθυπουργός, τονίζοντας ότι η κυβέρνηση κατάφερε: Να διασφαλίσει πρόσβαση στο σύστημα υγείας για όλους, στήριξε και σταθεροποίησε το δημόσιο σύστημα υγείας (αύξηση ΑΕΠ), αντιμετώπισε τα θέματα διαφθοράς, φρόντισε τους πρόσφυγες – εμβολιασμός όλων των παιδιών, μεταρρύθμιση πρωτοβάθμια φροντίδα υγείας, εξασφάλισε πρόσβαση ασθενών σε καινοτόμα φάρμακα.

Υπογράμμισε ότι πρέπει να καταλάβουν όλοι οι διεθνείς οργανισμοί ότι η προστασία της υγειονομικής περίθαλψης και της ανθρώπινης αξιοπρέπειας δεν είναι προνόμιο, ούτε πολυτέλεια.

Ειδικότερα, αφού επισήμανε τον κρίσιμο παγκόσμιο ρόλο που κατέχει ο ΠΟΥ στην προστασία της υγείας του παγκόσμιου πληθυσμού σε μια περίοδο σημαντικών παγκόσμιων και περιφερειακών προκλήσεων, ο Έλληνας πρωθυπουργός σημείωσε ότι αποτελεί μεγάλη τιμή και ταυτόχρονα μεγάλη ευθύνη να εκπροσωπεί την Ελλάδα εδώ σήμερα.

Διότι, όπως υπογράμμισε εν συνεχεία, η Ελλάδα είναι «μια χώρα της ΕΕ που βρέθηκε στο επίκεντρο δύο από τις μεγαλύτερες προκλήσεις της εποχής μας: την οικονομική κρίση και την προσφυγική και μεταναστευτική κρίση». «Δύο κρίσεις, για τις οποίες η διεθνής κοινότητα δεν ήταν έτοιμη, δύο κρίσεις που», όπως τόνισε ο κ. Τσίπρας, «μας οδήγησαν -ιδιαίτερα στην Ευρώπη- σε ένα μεγάλο δίλημμα: Αντιμετωπίζουμε τις προκλήσεις της εποχής μας μέσα από την αλληλεγγύη, τον σεβασμό της ανθρώπινης αξιοπρέπειας και το διεθνές δίκαιο; Ή αποφασίζουμε ότι η καλύτερη επιλογή είναι να προστατεύσουμε μόνο το δικό μας έθνος και να αφήσουμε όλες τις άλλες επιλογές στις αγορές;».

«Η χώρα μου», τόνισε ο πρωθυπουργός, «επέλεξε το πρώτο μονοπάτι, το οποίο είναι και το μόνο μονοπάτι που επιτρέπει στην Ευρώπη να έχει ένα μέλλον».

Υπογράμμισε ότι η Ελλάδα χτυπήθηκε σκληρά και στον τομέα της Υγείας από την οικονομική κρίση και τα μέτρα λιτότητας που μας επιβλήθηκαν. «Αποφασίσαμε ότι ο μόνος τρόπος να προστατεύσουμε και να στηρίξουμε την κοινωνία ήταν να ενδυναμώσουμε την καθολική υγειονομική περίθαλψη και, την ίδια στιγμή, να καταβάλλουμε την μεγαλύτερη δυνατή προσπάθεια ώστε όλες οι ευάλωτες ομάδες, συμπεριλαμβανομένων των μεταναστών, να έχουν πρόσβαση σε αυτή» ανέφερε χαρακτηριστικά.

«Η Ελλάδα είναι μια χώρα που καταβάλλει μεγάλη προσπάθεια προκειμένου να γιατρέψει τις πληγές των πολιτών της από τα σκληρά μέτρα λιτότητα αυτών των τελευταίων οκτώ χρόνων. Μέτρα που αναμφισβήτητα επηρέασαν το επίπεδο υγείας και υγειονομικής περίθαλψης των πολιτών της Ελλάδας» επισήμανε.

Ο Έλληνας πρωθυπουργός είπε πως αισθάνεται ότι μιλά σήμερα «εκ μέρους όλων των πολιτών της ΕΕ που υποστηρίζουν τις ιδρυτικές αρχές της, των Ευρωπαίων πολιτών που πιστεύουν ότι το να επενδύεις στην υγεία σημαίνει να προστατεύεις την ανθρώπινη αξιοπρέπεια και την κοινωνική ισότητα και συνοχή. Απέναντι σε εκείνους που θέλουν να αποδυναμώσουν το κεκτημένο της κοινωνικής πρόνοιας και που πιστεύουν ότι η υγειονομική φροντίδα πρέπει να είναι ένα προνόμιο μόνο για εκείνους που μπορούν να το αντέχουν οικονομικά. Απέναντι σε εκείνους που πιστεύουν ότι η υγειονομική περίθαλψη πρέπει να είναι ένα προνόμιο μόνο για τους πολίτες μιας χώρας, αλλά όχι για τους μετανάστες που ζουν σε αυτή».

Τόνισε ότι, όπως λένε στον ΠΟΥ, «η υγεία δεν είναι μόνο η απουσία ασθένειας ή αναπηρίας, αλλά η κατάσταση της πλήρους σωματικής, ψυχολογικής και κοινωνικής ευημερίας».

«Η προώθηση της υγείας και της υγειονομικής περίθαλψης είναι ένα θεμελιώδες ανθρώπινο και κοινωνικό δικαίωμα», τόνισε, για να προσθέσει ότι δεν είναι μόνο ζήτημα καλών υπηρεσιών υγειονομικής περίθαλψης, «αλλά ζήτημα συνολικών πολιτικών που αποτρέπουν τις κοινωνικές και οικονομικές αιτίες της κακής υγείας και της ασθένειας. Αιτίες όπως η φτώχεια και ο κοινωνικός αποκλεισμός, η έλλειψη συνθηκών αξιοπρεπούς διαβίωσης ή κακή διατροφή».

Και γι’ αυτόν τον λόγο, υπογράμμισε, «αυτό που χρειαζόμαστε είναι μια πολιτική για την υγεία, η προτεραιότητα της οποίας είναι η στήριξη των αδύναμων και ευπαθών ομάδων, με στόχευση τη μείωση των ανισοτήτων. Ας μην ξεχνάμε ότι οι ανισότητες παραβιάζουν τις θεμελιώδεις αρχές του ΠΟΥ και τη Διακήρυξη Alma Ata για “Υγεία για όλους”».

Ο Αλέξης Τσίπρας, μιλώντας ειδικότερα για το τι έχει πράξει η κυβέρνηση τα τελευταία δύο χρόνια στον τομέα της Υγείας, είπε ότι «στην Ελλάδα έχοντας βιώσει -με τραυματικό τρόπο- τις συνέπειες πολιτικών λιτότητας στον τομέα της δημόσιας υγείας και του κράτους πρόνοιας, προωθούμε ένα εναλλακτικό πολιτικό πρόγραμμα τα τελευταία δύο χρόνια».

Αυτό, ανέφερε ο πρωθυπουργός, βασίζεται στα εξής:

-καθολική κάλυψη του πληθυσμού

-έμφαση υπέρ του Δημόσιου Συστήματος Υγείας

-βελτίωση της διαχείρισης στο Σύστημα Υγείας

-εξάλειψη της «παθητικής ιδιωτικοποίησης» του Συστήματος Υγείας και του βάρους των πολιτών από τις παράτυπες οικονομικές συναλλαγές/πληρωμές

-μεταρρύθμιση της πρωτοβάθμιας φροντίδας υγείας

-περισσότερη έμφαση στα δικαιώματα του ασθενή

«Αυτή», τόνισε, «είναι η απάντηση μας στην κρίση στο Σύστημα Υγείας, στις ανισότητες στην πρόσβαση, και στην αρνητική τάση στην υγειονομική περίθαλψη του πληθυσμού, ιδιαίτερα σε μια περίοδο υψηλότερου κίνδυνο και πολλαπλών προκλήσεων στην υγεία».

Σημείωσε ότι παρά την ασυμμετρία μεταξύ των πιεστικών αναγκών και των διαθέσιμων πόρων και παρά τους δημοσιονομικούς περιορισμούς, «έχουμε κάνει σημαντικά βήματα σε αυτή την κατεύθυνση».

Ειδικότερα , επισήμανε πως με την ανακατανομή δημόσιων δαπανών και συνδυάζοντας πόρους από τον κρατικό προϋπολογισμό και την κοινωνική ασφάλιση, η κυβέρνηση έχει επιτύχει στα εξής:

1) Πρώτον, έχουμε διασφαλίζει την καθολική, ελεύθερη και ισότιμη πρόσβαση των ανασφάλιστων πολιτών στο δημόσιο σύστημα υγείας. Με αυτόν τον τρόπο, κλείσαμε επιτέλους την περίοδο της «φτώχειας στην υγεία» στη χώρα μας, εκπληρώνοντας τον στόχο του ΠΟΥ και της ΕΕ κατά τον οποίο «κανείς δεν πρέπει να μείνει πίσω».

2) Δεύτερον, στηρίξαμε και σταθεροποιήσαμε το Δημόσιο Σύστημα Υγείας. Αυξήσαμε το ποσοστό των δημοσιών δαπανώ στο ΑΕΠ, από 4,7% το 2015, σε 5,1% το 2016-2017. Καλύψαμε πολλές κενές θέσεις ιατρικού και νοσηλευτικού προσωπικού στα νοσοκομεία. Βελτιώσαμε τη λειτουργία και την αποτελεσματικότητα των δημόσιων θεσμών. Βελτιώσαμε τη διαφάνεια όπως και την δημόσια λογοδοσία στη διοίκηση. Επενδύσαμε στην ανάπτυξη ανθρώπινων πόρων. Προστατεύσαμε την επιστημονική και επαγγελματική ακεραιότητα των νέων γιατρών και προσπαθούμε να αντιστρέψουμε το brain drain.

3) Τρίτον, αντιμετωπίσαμε τα προβλήματα της διαφθοράς και της σπατάλης στο σύστημα υγείας.

4) Τέταρτον, διασφαλίσαμε αξιόπιστη υγειονομική περίθαλψη σε χιλιάδες πρόσφυγες και μετανάστες, συμπεριλαμβανόμενου και του εμβολιασμού των παιδιών, μέσω της διασφάλισης ότι η προσφυγική κρίση δεν θα οδηγούσε σε ένα πρόβλημα δημόσιας υγείας και μέσω της ενδυνάμωσης της κουλτούρας της αλληλεγγύης στην ελληνική κοινωνία.

5) Πέμπτον, προωθήσαμε μεταρρυθμίσεις στο σύστημα υγείας που εκκρεμούσαν για δεκαετίες. Η σημαντικότερη ήταν η μεταρρύθμιση της Πρωτοβάθμιας Φροντίδας Υγείας που τώρα οργανώνεται με βάση τις αποκεντρωμένες δομές και την ενίσχυση του θεσμού του οικογενειακού γιατρού. Σε αυτό το σημείο, ο πρωθυπουργός υπογράμμισε ότι η τεχνική βοήθεια και συνεισφορά του Περιφερειακού Γραφείο Ευρώπης του ΠΟΥ στην μεταρρύθμιση της πρωτοβάθμιας φροντίδας υγείας ήταν εξαιρετικά πολύτιμη.

6) Έκτον, διευκολύναμε την πρόσβαση των ασθενών στην απαραίτητη καινοτόμο ιατρική, αντιμετωπίζοντας ένα πρόβλημα που υπήρχε για πολλά χρόνια στην Ελλάδα στην αξιολόγηση της φαρμακευτικής καινοτομίας και τη διαπραγμάτευση προσιτών τιμών για ακριβά φάρμακα, όπου είναι απαραίτητο.

«Να καταλάβουν όλοι οι διεθνείς οργανισμοί ότι η προστασία της υγειονομικής περίθαλψης δεν είναι προνόμιο ούτε πολυτέλεια»

Κατόπιν αυτών, ο πρωθυπουργός ανέφερε ότι «φυσικά υπάρχουν πολύ σημαντικά βήματα να γίνουν προκειμένου να διορθώσουμε τα λάθη του παρελθόντος και να χτίσουμε ένα σύγχρονο σύστημα υγείας στην Ελλάδα, χρειαζόμαστε πολλές ακόμα μεταρρυθμίσεις και δύσκολα μέτρα».

Για να σημειώσει, όμως, ότι την ίδια στιγμή, χρειάζεται να γίνει κατανοητό διεθνώς πως η προστασία της υγειονομικής περίθαλψης και της ανθρώπινης αξιοπρέπειας -η επίτευξη των Στόχων της Αειφόρου Ανάπτυξης- δεν είναι προνόμιο ούτε πολυτέλεια και αυτό, υπογράμμισε, είναι κάτι που πρέπει να το καταλάβουν όλοι οι διεθνείς οργανισμοί.

«Είναι ένα από τα σημαντικότερα εργαλεία που διαθέτουμε προκειμένου να αντιμετωπίσουμε τις προκλήσεις της εποχής μας» κατέστησε σαφές ο πρωθυπουργός, για να τονίσει ότι ο ΠΟΥ είναι και θα είναι σύμμαχος σε αυτή την προσπάθεια.

Τέλος, ευχαρίστησε τον ΠΟΥ για την υποστήριξη προς την Ελλάδα και την κυβέρνηση στις προσπάθειές της.

ΑΠΕ – ΜΠΕ