Οι διαπραγματεύσεις μεταξύ της Αθήνας και των δανειστών της για την πρώτη αξιολόγησή του μπορούν να ολοκληρωθούν στις επόμενες τέσσερις εβδομάδες, σύμφωνα με τον γενικό διευθυντή του Ευρωπαϊκού Μηχανισμού Σταθερότητας, Κλάους Ρέγκλινγκ. Σε συνέντευξή του στην Wall Street Journal ο κ. Ρέγκλινγκ επισήμανε ότι αν η Ελλάδα εμμείνει στις προβλεπόμενες μεταρρυθμίσεις, θα μπορεί να δανείζεται το 2017 από τις διεθνείς αγορές.
“Ασχολούμαστε με θέματα που είναι πολιτικά δύσκολα, όπως η μεταρρύθμιση της φορολογίας εισοδήματος, η μεταρρύθμιση του συνταξιοδοτικού συστήματος, τα μη εξυπηρετούμενα δάνεια του τραπεζικού τομέα. Με τις καλύτερες δυνατές συνθήκες, αυτά είναι, τεχνικά και πολιτικά, δύσκολα θέματα”, αναγνώρισε ο κ. Ρέγκλινγκ και εκτίμησε “ότι δεν είναι εξωπραγματικό να αναμένουμε ότι αυτό θα ολοκληρωθεί στις επόμενες τέσσερις εβδομάδες”.
Ερωτηθείς για το εάν η όποια συμφωνία για το ελληνικό χρέος, αφού ολοκληρωθεί η αξιολόγηση, θα συνδέεται με όρους εφαρμογής περαιτέρω μεταρρυθμίσεων από τη χώρα, απάντησε ότι είναι πιθανή μία τέτοια επιλογή ωστόσο όμως σημείωσε ότι “καθώς δεν γνωρίζουμε σήμερα αν ή πόση ελάφρυνση χρέους χρειάζεται, είναι πολύ δύσκολο να δώσουμε τώρα μία ξεκάθαρη ένδειξη για το ποια θα είναι τότε η απόφαση”.
Ο κ. Ρέγκλινγκ τόνισε ότι οι πιθανές επιλογές για την ελάφρυνση θα εστιάσουν στον ανασχεδιασμό του (reprofiling), μεταθέτοντας την αποπληρωμή του χρέους και των τόκων στο μέλλον και επιμηκύνοντας τις περιόδους χάριτος και επισήμανε ότι μία άλλη επιλογή μπορεί να είναι η σύνδεση των αποπληρωμών χρέους με το ελληνικό ΑΕΠ ώστε η χώρα να αποπληρώνει περισσότερο χρέος, αν η οικονομία της πηγαίνει καλά και να αποπληρώνει λιγότερο στην αντίθετη περίπτωση.
Μιλώντας για την ελάφρυνση του χρέους ο επικεφαλής του Ευρωπαϊκού Μηχανισμού Σταθερότητας ανέφερε ότι το μέγεθος της ελάφρυνσής του θα εξαρτηθεί από τις προοπτικές της ελληνικής οικονομίας, όπως θα εκτιμηθούν στο τέλος των συζητήσεων και εκτίμησε ότι θα επηρεασθούν τόσο από παράγοντες που ελέγχονται από την κυβέρνηση (όπως ο προϋπολογισμός) όσο και από άλλους παράγοντες που δεν είναι στον έλεγχό της, όπως ένα περιβάλλον χαμηλών επιτοκίων.
Παράλληλα εκτίμησε ότι δεν θα αλλάξει ο στόχος που έχει τεθεί στο ελληνικό πρόγραμμα για την επίτευξη πρωτογενούς δημοσιονομικού πλεονάσματος 3,5% του ΑΕΠ το 2018 και υπογράμμισε ότι “μπορεί επίσης να υπάρχουν διαφωνίες για την αποτελεσματικότητα ορισμένων μέτρων – αυτό είναι μέρος των συζητήσεων – αλλά (ο στόχος για) το πρωτογενές πλεόνασμα 3,5% του ΑΕΠ το 2018 συμφωνήθηκε στο κορυφαίο επίπεδο τον περασμένο Ιούλιο και δεν θεωρώ ότι αυτό θα τεθεί εν αμφιβόλω”.
Καταλήγοντας ο κ. Ρέγκλινγκ ανέφερε πως αν η Ελλάδα επηρεάζεται από τη συνεχιζόμενη μεταναστευτική κρίση, αυτή δεν θα επηρεάσει τις μεταρρυθμίσεις που ζητούν οι πιστωτές της και υπογράμμισε πως “όλοι προσέχουν πολύ να μην αναμείξουν αυτά τα δύο”.