Του ΝΑΠΟΛΕΟΝΤΟΣ ΜΑΡΑΒΕΓΙΑ*
Η αρχή του καινούργιου χρόνου συνοδεύεται πάντοτε από ευχές και ελπίδες για βελτίωση της οικονομικής και κοινωνικής κατάστασης της Ελλάδας, της Ευρώπης και ολόκληρου του Κόσμου. Σύμφωνα με τις σχετικές προβλέψεις, η οικονομική κατάσταση στο σύνολο του Πλανήτη αναμένεται ελαφρώς βελτιωμένη το 2014 σε σχέση με το 2013. Αυτή η εξέλιξη οφείλεται κυρίως στη συνεχιζόμενη ανάπτυξη στην Κίνα, αλλά και στη βελτίωση της μεγαλύτερης οικονομίας του κόσμου, της οικονομίας των ΗΠΑ.
Αντίθετα, στην Ευρώπη η βελτίωση αναμένεται οριακή. Τα πιο πρόσφατα στοιχεία του τρίτου τριμήνου του 2013 δείχνουν ότι, ενώ η αμερικανική οικονομία αναπτύχθηκε με 4,1%, η ανάπτυξη στην Ευρωζώνη με δυσκολία ξεπέρασε τη στασιμότητα με 0,1%. Τα πράγματα είναι ακόμη χειρότερα στο ζήτημα της ανεργίας, όπου στις ΗΠΑ έχει πέσει στο 7% περίπου ενώ στην Ευρωζώνη βρίσκεται στο 12% στο τέλος του 2013. Στις κακές επιδόσεις της Ευρωζώνης σημαντικό ρόλο παίζει η οικονομική κατάσταση στον ευρωπαϊκό Νότο (Ιταλία, Ισπανία, Πορτογαλία, Ελλάδα), όπου είναι γεγονός ότι η οικονομία βρίσκεται σε ύφεση και η ανεργία έχει φθάσει σε ιστορικά επίπεδα. Ειδικότερα στη χώρα μας, η σωρευμένη ύφεση έφθασε το 25% του ΑΕΠ και η ανεργία πλησιάζει το 30% του ενεργού πληθυσμού, ενώ ο δείκτης βιομηχανικής παραγωγής τα χρόνια της κρίσης εμφανίζεται μειωμένος κατά 30% περίπου.
Το ερώτημα είναι γιατί τόσο μεγάλη διαφορά μεταξύ Ευρωζώνης και ΗΠΑ. Πέρα από την υπεροχή των ΗΠΑ στην καινοτομία και την επιχειρηματικότητα, στην κινητικότητα και την ευελιξία της εργασίας κ.α., είναι αναμφισβήτητο ότι η Ευρωζώνη έχει παγιδευτεί σε μια αδιέξοδη οικονομική πολιτική απότομης μείωσης των δημοσιονομικών ελλειμμάτων και περιορισμού των μισθών με στόχο την αύξηση της ανταγωνιστικότητας.
Παράλληλα, έχει αφήσει να ανατιμηθεί υπερβολικά το ευρώ, πράγμα που δυσκολεύει τις εμπορικές συναλλαγές των λιγότερο ισχυρών χωρών, ενώ με δυσκολία χαλαρώνει τη νομισματική της πολιτική για να διοχετεύσει ρευστότητα μέσω της Κεντρικής Ευρωπαϊκής Τράπεζας.
Από την άλλη πλευρά, οι ΗΠΑ ασκούν μια περισσότερο χαλαρή δημοσιονομική πολιτική, δεν επιδιώκουν αύξηση της ανταγωνιστικότητας με μείωση των μισθών αλλά με αύξηση της παραγωγικότητας, κατορθώνουν να διατηρούν την ισοτιμία του δολαρίου σε ευνοϊκά, για τις εμπορικές τους συναλλαγές, επίπεδα και τέλος παρέχουν αρκετή ρευστότητα μέσω της ομοσπονδιακής τους τράπεζας με αγορές ομολόγων.
Επιπλέον, η καθυστέρηση στην ανακεφαλαιοποίηση των τραπεζών της Ευρωζώνης και στη δημιουργία Τραπεζικής Ενωσης και ο κατακερματισμός του ευρωπαϊκού τραπεζικού χώρου, σε συνδυασμό με τον τρόπο διάσωσης των τραπεζών (π.χ. Κύπρος) έχει αυξήσει το κόστος δανεισμού των επιχειρήσεων στον ευρωπαϊκό Νότο και έχει οδηγήσει τις καταθέσεις τους στις ασφαλέστερες βορειότερες χώρες.
Αν προστεθεί και το βάρος του χρέους στις χώρες του ευρωπαϊκού Νότου και ιδιαίτερα στη χώρα μας, που γίνεται επαχθέστερο με τη μείωση του πληθωρισμού, χωρίς αμοιβαιοποίηση (ευρωομόλογα), η κατάσταση είναι εξαιρετικά δύσκολη.
Η μάχη που δίνεται από τις χώρες αυτές και προφανώς από τη χώρα μας, με τεράστιο κοινωνικό κόστος, για την ισοσκέλιση του κρατικού προϋπολογισμού τους και κυρίως οι προσπάθειες μεταρρύθμισης σε κρίσιμους τομείς (όπως η φοροδιαφυγή, η Υγεία, η Παιδεία, η Δημόσια Διοίκηση κ.ά.,) είναι πολύ σημαντικές και πρέπει να συνεχισθούν με μεγαλύτερη ευστοχία, αποτελούν αναγκαίες αλλά όχι επαρκείς προϋποθέσεις για την έξοδο από την κρίση.
Η επαρκής προϋπόθεση και η προσδοκία του 2014 βρίσκεται στην αλλαγή οικονομικής πολιτικής από την πλευρά της Ευρωζώνης. Πρέπει να κατανοηθεί, κυρίως από τη Γερμανία, ότι η οικονομική πολιτική των ΗΠΑ οδήγησε τη χώρα αυτή έξω από την κρίση (το ΑΕΠ σήμερα είναι 5,6% πάνω από το προ κρίσης επίπεδο). Αντίθετα η Ευρωζώνη παλεύει ακόμη έπειτα από έξι χρόνια να βρει διέξοδο (το ΑΕΠ σήμερα είναι 3% κάτω από το προ κρίσης επίπεδο). Ισως το αποτέλεσμα των ευρωεκλογών συμβάλει, οδυνηρά όμως, στην αλλαγή της ευρωπαϊκής πολιτικής.
* καθηγητή του Πανεπιστημίου Αθηνών, πρώην υπουργού
http://www.enet.gr/?i=news.el.article&id=407837