Η ένταση στη Μέση Ανατολή έχει κλιμακωθεί τις τελευταίες δύο εβδομάδες, καθώς ΗΠΑ και Ρωσία έρχονται στο προσκήνιο με διαφορετικές ιδέες ως προς το πώς θα πρέπει να λυθούν τα προβλήματα στη Συρία. Υπάρχει όμως και άλλος παίκτης «βαρέων βαρών» στη μάχη αυτή -ένας παίκτης που εμπλέκεται ξεχωριστά τόσο με τη Ρωσία όσο και με τις ΗΠΑ και ο οποίος θα μπορούσε να παίξει ρόλο στην περιοχή, αν και η πρωταρχική ανησυχία του για την ώρα δεν βρίσκεται στην περιοχή αυτή. Ο παίκτης αυτός είναι η Ευρώπη.
Σήμερα Παρασκευή, οι ηγέτες των δύο μεγαλύτερων κεντρικών δυνάμεων της Ευρώπης, η Γαλλία και η Γερμανία, συμμετέχουν στις διαπραγματεύσεις του λεγόμενου «Κουαρτέτου της Νορμανδίας», με την Ουκρανία και τη Ρωσία, στο Παρίσι. Αυτός ο γύρος των διαπραγματεύσεων μπορεί να είναι διαφορετικός από τους προηγούμενους. Πριν τον αμερικανο-ρωσικό ανταγωνισμό στη Συρία, η Ευρώπη έψαχνε για μια ευκαιρία να αρχίσει να αποκλιμακώνει τις εντάσεις με τη Ρωσία.
Η Ευρώπη πάντα είχε ομάδες που ήθελαν πιο ειρηνικές πολιτικές έναντι της Ρωσίας, και η πρόσφατες ενέργειες της Μόσχας στην Ουκρανία ενίσχυσαν τις φωνές αυτές. Η εκεχειρία στην Ουκρανία συνεχίζεται και κάποιος βαρύς οπλισμός έχει μεταφερθεί πίσω από τα σύνορα της Ρωσίας. Επιπλέον, οι φιλορώσοι αυτονομιστές στην Ουκρανία έχουν προτείνει την αναβολή των τοπικών εκλογών. Θα ήταν μεγάλο κέρδος για το Κίεβο, αν οι περιοχές των αυτονομιστών μπορούν να πραγματοποιήσουν τις εκλογές τους σύμφωνα με την ουκρανική νομοθεσία, σύμφωνα με τα όσα αναφέρει η ανάλυση του Stratfor, που αναμεταδίδει το euro2day. Βεβαίως, η Ρωσία και η Ευρώπη δεν βρίσκονται κοντά στην επίλυση των διαφορών τους αναφορικά με την Ουκρανία. Η σύγκρουση έχει μάλλον εισέλθει στη φάση στην οποία η ιδέα ότι η Ευρωπαϊκή Ένωση θα μπορούσε να χαλαρώσει τις κυρώσεις της στις αρχές του επόμενου έτους δεν είναι και τόσο εξωπραγματική.
Σε αυτό το θέμα, ο εκλογικός μηχανισμός της Ευρωπαϊκής Ένωσης «γέρνει» περισσότερο προς την πλευρά της Ρωσίας. Για να ληφθεί μια σημαντική απόφαση απαιτείται ομοφωνία και καθώς οι κυρώσεις αναμένεται να λήξουν στις 31 Ιανουαρίου, αν δεν υπάρξει απόφαση παράτασής τους, οι πιο φιλειρηνικές ομάδες της Ευρώπης ίσως υπερτερήσουν. Ωστόσο, αυτή η δυνητική αποκλιμάκωση τίθεται εν αμφιβόλω λόγω των αεροπορικών επιθέσεων και της ενίσχυσης της στρατιωτικής παρουσίας της Ρωσίας στη Συρία. Αν οι ΗΠΑ και η Ρωσία έχουν αντίθετους σκοπούς στη Συρία, θα είναι πολιτικά δύσκολο η Ευρωπαϊκή Ένωση να χαλαρώσει τις κυρώσεις της, αφού τότε θα κινδύνευε να «τραβήξει» μια πιο ξεκάθαρη «γραμμή» μεταξύ της ΕΕ και των ΗΠΑ, και των πολιτικών τους έναντι της Ρωσίας -εξέλιξη που όλως τυχαίως θα επωφελούσε τον Ρώσο πρόεδρο Βλαντιμίρ Πούτιν. Όμως η θέση των Ευρωπαίων είναι ακόμα πιο περίπλοκη, αφού έχουν κι αυτοί τις δικές τους σκέψεις ως προς το πώς θα πρέπει να εξελιχθεί η κατάσταση στη Συρία.
Οι περισσότερες ευρωπαϊκές χώρες ουσιαστικά δεν έχουν «μιλήσει» από την έναρξη των ρωσικών αεροπορικών επιδρομών, εν μέρει λόγω της δύσκολης φύσης της κατάστασης με τις ΗΠΑ αλλά και επίσης, πιθανότατα, διότι διαφορετικά κράτη έχουν διαφορετικές απόψεις για το θέμα και γνωρίζουν ότι αν εκφραστούν αυτές οι διαφορετικές απόψεις, μπορεί να υπονομευθεί το σύνολο. Ωστόσο, τελευταία υπήρξαν περισσότερες δηλώσεις για το θέμα. Ο Γάλλος υπουργός Εξωτερικών Λορέν Φαμπιούς ζήτησε από τη Ρωσία να μη μείνει μόνο στα λόγια σε ό,τι αφορά στην καταπολέμηση του Ισλαμικού Κράτους, ενώ ζήτησε από τη Μόσχα να ξεκαθαρίσει τη θέση της ως προς τις ενέργειές της. Ο Ιταλός πρωθυπουργός Ματέο Ρέντσι υποστήριξε πως οι ηγέτες της Δύσης θα πρέπει να αποδεχθούν τον ρόλο της Ρωσίας στη Συρία.
Ο Βρετανός πρωθυπουργός Ντέιβιντ Κάμερον άφησε να εννοηθεί ότι θα μπορούσε να υπάρξει ρόλος για τον πρόεδρο της Συρίας Μπασάρ αλ Άσαντ στη μεταβατική κυβέρνηση της Συρίας (αυτή είναι ουσιαστικά και η θέση της Ρωσίας). Και εν μέσω όλων αυτών των δηλώσεων, ο Γάλλος πρόεδρος Φρανσουά Ολάντ και η Γερμανίδα καγκελάριος Άνγκελα Μέρκελ ξεκαθάρισαν ότι η Συρία θα είναι ένα από τα θέματα που θα συζητηθούν στη σημερινή σύνοδο του «Κουαρτέτου της Νορμανδίας».
Οι ΗΠΑ έχουν δηλώσει αντίθετες στο να εμπλακούν οι Ευρωπαίοι στην παρέμβαση στη Συρία, ή ακόμα και στο να υπάρξουν συζητήσεις για τη Συρία με τη Ρωσία. Η Ουάσινγκτον φοβάται πως η Ευρώπη θα μπορούσε να καταλήξει να στηρίζει τις ρωσικές παρεμβάσεις στην περιοχή, υπονομεύοντας ως εκ τούτου τις αμερικανικές προσπάθειες. Ωστόσο, οι Ευρωπαίοι αποτελούν έμφυτο κομμάτι αυτής της ιστορίας.
Η Ευρώπη έχει αναγκαστεί να αποκτήσει άποψη για το θέμα λόγω του κύματος των προσφύγων που εισέρχεται στο έδαφός της, ιδιαίτερα τους τελευταίους μήνες. Η κρίση έχει δημιουργήσει προβλήματα στην Ευρωπαϊκή Ένωση, ως προς το πώς θα πρέπει να διαμοιραστούν οι νεοεισερχόμενοι πρόσφυγες/μετανάστες σε μια ήπειρο που γενικά είναι κατά της μετανάστευσης, ενώ υπάρχει μια γενικότερη αίσθηση ότι θα ήταν καλύτερα να αντιμετωπιστεί η πηγή του προβλήματος αντί να αντιμετωπίζονται οι επιπτώσεις του.
Η Ρωσία παρουσιάζεται ως αυτή που θα μπορέσει να «λύσει» το πρόβλημα στη Συρία και αυτή είναι μια ελκυστική ιδέα για τους Ευρωπαίους, ακόμα και αν καταλήξει απλώς να είναι «κούφια λόγια». Παρόμοιο σενάριο προέκυψε και το 2013, όταν η Ρωσία πρόσφερε δικές της λύσεις έναντι των αμερικανικών σχεδίων για τερματισμό της κρίσης των χημικών όπλων στη Συρία. Τότε, πολλές ευρωπαϊκές χώρες στήριξαν τα ρωσικά σχέδια, προκαλώντας εντάσεις με τις ΗΠΑ. Όσο και αν προσπαθεί η Ουάσινγκτον να το αποτρέψει, οι σχέσεις ΗΠΑ-Ρωσίας πάντα επηρεάζουν τις σχέσεις ΕΕ-Ρωσίας. Και αυτή η αλληλοσύνδεση ίσως είναι προς όφελος της Ρωσίας.
Η Ρωσία έχει πολλά κίνητρα για τις επιχειρήσεις της στη Συρία. Θέλει να δείξει στον κόσμο ότι εξακολουθεί να είναι παγκόσμιος «παίκτης» και το να συζητά για το μέλλον της Συρίας με τη Γαλλία και τη Γερμανία, και να το αποδέχονται αυτό οι ΗΠΑ, δείχνει ότι είναι παγκόσμιος «παίκτης». Η Μόσχα θέλει επίσης να διατηρήσει θέση στη Μέση Ανατολή.
Η Συρία ήταν σημαντικός σύμμαχος κατά τη διάρκεια του Ψυχρού Πολέμου και η τοποθεσία ενός εκ των ελαχίστων λιμένων θερμού ύδατος της Σοβιετικής Ένωσης, όμως μετά τη σοβιετική κατάρρευση η Ρωσία έχασε μεγάλο μέρος της επιρροής της. Αυτή είναι η πρώτη φορά από το 1989 που Ρώσοι στρατιώτες διατάχθηκαν να πολεμήσουν έξω από τις πρώην σοβιετικές περιοχές. Η Ρωσία αναζητά επίσης νέους τρόπους για να αποκτήσει εξουσία επί ζητημάτων για τα οποία ενδιαφέρονται οι ΗΠΑ, προκειμένου να έχει, ενδεχομένως, κάποια κέρδη στα ζητήματα των κυρώσεων και της Ουκρανίας.
Την Τετάρτη ο Αμερικανός υπουργός Άμυνας Άστον Κάρτερ δήλωσε πως οι ΗΠΑ αποσυνδέουν τις διαπραγματεύσεις για τη Συρία από αυτές για την Ουκρανία. Αυτό ήταν ένα «χαστούκι» για τους Ρώσους, όμως προφανώς οι Ευρωπαίοι δεν διάβασαν το αμερικανικό κείμενο και εξακολουθούν να συνδέουν χαλαρά τα δύο θέματα. Αυτό εγείρει ερωτήματα ως προς το πώς θα εξελιχθεί αυτή η τριπλή εμπλοκή.
Οι ΗΠΑ φαίνεται να απέτυχαν στις προσπάθειές τους να μην εμπλακούν οι Ευρωπαίοι στην κατάσταση στη Συρία, κάτι που σημαίνει ότι πλέον έχει σημασία το τι σκέφτεται η Ευρωπαϊκή Ένωση για το θέμα. Θα μπει στον πειρασμό η Ευρώπη να ακολουθήσει τη Ρωσία στην περιοχή, υπό την ελπίδα μιας ταχείας επίλυσης που θα βοηθήσει στην προσπάθεια αντιμετώπισης της προσφυγικής κρίσης, αν και δυνητικά υπάρχει κίνδυνος αποξένωσης από τις ΗΠΑ; Και, αν συμβεί αυτό, μπορεί να οδηγήσει σε αποκλιμάκωση στην αντιπαράθεση ΕΕ-Ρωσίας για την Ουκρανία, οδηγώντας σε άρση των κυρώσεων;
Ένα άλλο αποτέλεσμα είναι πιο πιθανό: η Ευρώπη θα προσπαθήσει να ενώσει τη Ρωσία και τις ΗΠΑ για να επιλυθεί ταυτόχρονα η κατάσταση στη Συρία. Φαίνεται πως οι κρίσεις στην Ουκρανία και τη Συρία θα είναι άρρηκτα συνδεδεμένες με ευρύτερες διαπραγματεύσεις, όπως ακριβώς το σχεδίαζε η Ρωσία, είτε το παραδέχονται οι ΗΠΑ, είτε όχι.