Απολύτως διασφαλισμένες οι καταθέσεις μετά τη συμφωνία

Μετά τη θετική έκβαση του χθεσινού Eurogroup, το εγχώριο τραπεζικό σύστημα βρίσκεται υπό την σκέπη των ευρωπαϊκών μηχανισμών κατόπιν της διάθεσης των 10 δισ. ευρώ. Το ποσό θα αξιοποιήσουν οι τράπεζες όταν ολοκληρώσουν βασικές κινήσεις στον δρόμο προς την ανακεφαλαιοποίηση, ενώ η συμφωνία σε συνδυασμό με τα πρώτα κεφάλαια ανοίγει τον δρόμο για την σταδιακή επιστροφή στην δεξαμενή ρευστότητας της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας.

Τα υπόλοιπα 15 δισ. ευρώ αναμένεται να δοθούν μετά τα stress tests και σίγουρα πριν τις 15 Νοεμβρίου. Βαρόμετρο όμως που θα κρίνει το χρονοδιάγραμμα, αλλά και την σταθερότητα του συστήματος, αποτελούν οι τυχόν άμεσες πολιτικές εξελίξεις.

Οι πληροφορίες των τελευταίων ημερών ανέφεραν ότι οι διοικήσεις των ελληνικών τραπεζών επεδίωκαν την άμεση διάθεση των 10 δισ. ευρώ – του πρώτου πακέτου από το σύνολο των 25 δισ. ευρώ για την ανακεφαλαιοποίηση του ελληνικού τραπεζικού συστήματος – κυρίως για την τόνωση της εμπιστοσύνης των καταθετών αλλά και για την σταδιακή αποκατάσταση την πιστωτικής γραμμής, με τον φθηνό διαθέσιμο της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας.

Η ψυχολογική στήριξη αρκεί, σύμφωνα με τραπεζικές πηγές, να ενισχύσει το σύστημα τουλάχιστον για όσο χρονικό διάστημα συντελούνται ταυτόχρονα το Asset Quality Review και η επικαιροποίηση των business αλλά και των restructuring plans, όπως αναφέρει το αναλυτικό ρεπορτάζ του euro2day. Το πρώτο, δηλαδή, η ολοκλήρωση του AQR αναμένεται να γίνει εντός της επόμενης εβδομάδας, ενώ τα πλάνα θα είναι έτοιμα στο τέλος Αυγούστου. Παράλληλα, θα αρχίσουν να τρέχουν τα stress tests, αλλά και οι κρίσιμες επαφές με τους ξένους επενδυτές, με στόχο την τοποθέτηση τους στις επικείμενες αυξήσεις μετοχικού κεφαλαίου. Η είσοδος των ξένων αποτελεί, όπως εξηγούν στο Εuro2day.gr τραπεζικά στελέχη, το μεγαλύτερο στοίχημα από την αρχή της κρίσης.

Προϋπόθεση

Στο χθεσινό eurogroup επισημάνθηκε στο πλαίσιο της εξυγίανσης των ελληνικών τραπεζών η ανάγκη άμεσης λήψης νομοθετικών πρωτοβουλιών αλλά και κινήσεων με στόχο την ενεργή αντιμετώπισης του βουνού των 110 δισ. κόκκινων και προβληματικών δανείων.

Στο ανακοινωθέν αναφέρεται ξεκάθαρα πως πρέπει να ανοίξει η «αγορά» των επισφαλών δανείων. Τραπεζικές πηγές αναλύοντας την πρόταση αυτή στέκονται στον όρο «αγορά» και τονίζουν ότι οι θεσμοί πέρασαν την άποψη τους βάσει της οποίας επισφαλή χαρτοφυλακια, κυρίως επιχειρηματικών δανείων, πρέπει να αντιμετωπιστούν με ενεργό τρόπο ακόμη και με πώληση τους σε ελληνικά και ξένα funds.

Αξιοσημείωτη είναι επίσης η αναφορά, η οποία γίνεται για πρώτη φορά σε επίσημο έγγραφο και τονίζει ότι πρέπει να ερευνηθεί η δυνατότητα δημιουργίας bad bank. Κομβικό ρόλο στην κατηγοριοποίηση των NPLs θα διαδραματίσει η Τράπεζα της Ελλάδος, η οποία μέχρι τα μέσα Οκτωβρίου θα πρέπει να έχει έτοιμη σχετική έκθεση.

Στο επικείμενο ξεσκαρτάρισμα των επισφαλών δανείων αναμένεται να υπάρξει δίχτυ προστασίας για τους πραγματικά οικονομικά αδύναμους δανειολήπτες, οι οποίοι εφόσον αποδείξουν με αυστηρά κριτήρια ότι αδυνατούν να εξυπηρετήσουν το δάνειο τους τότε θα προστατεύετε η κυρία κατοικία από τους πλειστηριασμούς. Στόχος της αυστηροποίησης είναι η… αποκάλυψη των 20-25.000 στρατηγικά κακοπληρωτών, οι οποίοι διαθέτουν κινητή και ακίνητη περιουσία ωστόσο κρύβονται κάτω απο την ομπρέλα προστασίας κάνοντας κατάχρηση του νόμου.

Καταθέτες, ομολογιούχοι

Στο πλαίσιο της ενίσχυσης της εμπιστοσύνης προς τις ελληνικές τράπεζες και με στόχευση την επιστροφή των καταθέσεων εντός του τραπεζικού συστήματος ο πρόεδρος του eurogroup Γερούν Ντάισελμπλουμ επανέλαβε δύο φορές πως οι καταθέσεις είναι απολύτως διασφαλισμένες και δεν υπάρχει κανένα ενδεχόμενο bail in, κάτι που αναφέρεται ρητά και στην απόφαση.

Εξάλλου, οι διαδικασίες της ανακεφαλαιοποίησης θα τρέξουν κατά πάσα πιθανότητα εντός του Νοεμβρίου άρα εκ των πραγμάτων αποκλείεται το κούρεμα καταθέσεων καθώς η οδηγία προβλέπει την συμμετοχή των καταθετών με καταθέσεις άνω των 100.000 ευρώ στην ανακεφαλαιοποίηση από την 1.1.2016.

Αντίθετα, οι ομολογιούχοι, κυρίως οι κάτοχοι senior bonds, η αξία των τίτλων των οποίων εκτιμάται κοντά στα 2 δισ. ευρώ, αναμένεται να «κουρευθούν».

Βέβαια, όλα θα κριθούν από το ύψος των κεφαλαιακών αναγκών που θα προκύψουν από τα stress tests αλλά και από την δυνατότητα προσέλκυσης ξένων επενδυτών.