του Χρήστου Γκιάτα
Εσχάτως, οι ιλιγγιώδεις εξελίξεις στην γεωπολιτικά σεισμογενή γεωγραφία της Μέσης Ανατολής και ευρύτερα της Ανατολικής Μεσογείου προδιαγράφουν έναν φλέγοντα ορίζοντα όπου η πατρίδα μας θα βρεθεί ενώπιον ιστορικής βαρύτητας αποφάσεων. Αναντίρρητα βιώνουμε την αμεταμφίεστη και πολυμέτωπη γιγάντωση του τουρκικού μεγαλεπήβολου αναθεωρητισμού ο οποίος συναντά αναιμικούς φραγμούς αν όχι την πλήρη ανοχή των μείζονων διεθνών δρώντων στο καμβά ενός νέο-οθωμανικού αυτοκρατορικού ‘‘είναι’’.
Πρόσφατα, η πατρίδα μας σημείωσε σπουδαίες διπλωματικές νίκες συνάπτοντας παρθενικά στη ιστορία της, την ελληνοϊταλική συμφωνία οριοθέτησης Θαλασσίων Ζωνών παράλληλα την αντίστοιχη τμηματική ελληνοαιγυπτιακή αποσπώντας δυο ανθεκτικούς νομικούς τίτλους εμπέδωσης θαλάσσιας κυριαρχίας επι τη βάσει του Διεθνούς Δικαίου. Πρόκειται περί θετικών βημάτων απτής νομικοπολιτικής εφαρμογής με την Κυβέρνηση και προσωπικά τον Υπουργό Εξωτερικών Νίκο Δένδια να απωθούν την πολυετή πολιτική καθήλωση και διπλωματική ακινησία επιδεικνύοντας ισχυρή βούληση και αποφασιστικότητα.
Παρά ταύτα, ο θετικός αντίκτυπος των εν λόγω ευοίωνων επιτευγμάτων, δηλωτικών της σθεναρής και εμφατικής προσπάθειας ανατροπής του προγενέστερου γεωπολιτικού κλίματος, ενδέχεται να επισκιαστεί διολισθαίνοντας, αν δεν πλαισιωθεί από μια ολική εθνική στρατηγική, σε εσπευσμένη τακτική επιμήθεια ασυνεχών και αποσπασματικών προσεγγίσεων.
Άνευ πρόθεσης οικειοποίησης, η παρούσα επικεφαλίδα αποτελεί έμπνευση του τέως Υφυπουργού Εξωτερικών της διακυβέρνησης Κώστα Καραμανλή(2004-9) και καθηγητή διεθνών σχέσεων Γιάννη Βαληνάκη όπου σε μια συνέντευξη του προέβη στην εν λόγω αλληγορική αναγωγή συμπυκνώνοντας παραστατικά και εύληπτα την αναγκαιότητα αναχάραξης της ελληνικής εξωτερικής πολιτικής.
Στο άρτι εν κυκλοφορία βιβλίο του τιτλοφορούμενου «Η Ελλάς των Τεσσάρων Θαλασσών» από τις Εκδόσεις Ι. Σιδέρης ενεχυριάζει με εδραία επιστημονική τεκμηρίωση και διπλωματική σοφία απόρροια της πολυετούς πολιτικής του διαδρομής ομού της ακαδημαϊκής του διακονίας, τις δικές του συντεταγμένες μιας νέας ενεργητικής εθνικής στρατηγικής, υπερκαλύπτοντας το στρατηγικό έλλειμα της πατρίδας μας.
Σε τι συνίσταται όμως η νεοφυής εθνική στρατηγική υπαγορευμένη στον καινοφανή και εκ πρώτης όψεως αντιφατικό λακωνισμό της Διεκδικητικής Εξομάλυνσης. Εφεξής «Δ.Ε». Πως η διεκδίκηση επιτυγχάνει την ομαλοποίηση; Ασφαλώς ιδιάζουσα και οξύμωρη σύλληψη για το τωρινό ελληνικό υπόδειγμα διαχείρισης των ελληνοτουρκικών σχέσεων που έλκει την καταγωγή του στην δεκαετία του ’70 και μοιάζει πασιφανώς αναχρονιστικό, αδόκιμο και ως εκ τούτου ζημιογόνο.
Η μεταπολιτευτική στρατηγική αντιμετώπισης του πάγιου τουρκικού αναθεωρητισμού εξέπνευσε και η αμετακίνητη προσήλωση εις αυτήν επιφέρει στερεοτυπική υποχωρητικότητα κατά τα διδάγματα της ιστορικής εμπειρίας.
Ένεκα της αυτονόητης χωρικής στενότητας το παρόν κείμενο περιορίζεται στην προοιμιακή θεωρητική αναψηλάφηση του ανωτέρου στρατηγικού δόγματος.
Εστιάζοντας πρωτόλεια ανιχνεύουμε το φιλοσοφικό αποτύπωμα της αριστοτελικής σκέψης ως μοχλό εξισορρόπησης και εύφορης σύνθεσης. Η Δ.Ε. τοποθετείται στην ευκταία μεσότητα μεταξύ υπερβολής και έλλειψης. Προτού εκπονήσει την προβληματική του ο κ.Βαληνάκης, επιδίδεται σε μια κριτική αποτίμηση και ενδελεχή στάθμιση των προσώρας ποικιλώνυμων προβαλλόμενων εναλλακτικών μηχανισμών αντιμετώπισης της τουρκικής απειλής που κατακλύζουν τον δημόσιο λόγο.
Πραγματολογικά, η βαρύνουσα επιδίωξη της Δ.Ε. και κατ’ επέκταση πυρηνική της ορίζουσα έγκειται στην απαλοιφή της ελληνικής τελμάτωσης και του διεθνοπολιτικού της εγκλωβισμού κατατείνοντας στην ζωηρή επανεμφάνιση της Ελλάδας στο περιφερειακό προσκήνιο αποστερώντας το τουρκικό προτέρημα της πρωτοβουλίας.
Η Άγκυρα μεθοδικά υφαίνει έναν παραλυτικό ιστό ασφυκτικής γεωπολιτικής περίκλεισης της πατρίδας μας με την ίδια να στέκει ως βρώσιμο και ανήμπορο θήραμα της τουρκικής αδηφαγίας.
Αντιστρατευόμενη, η πρόταση Βαληνάκη, την κοντόθωρη μονομέρεια ενός στρατηγικού θεσφάτου άλλοτε υπο τη μορφή πολεμικής κλιμάκωσης, άλλοτε άκαρπου διμερούς διαλόγου και άλλοτε της θαυματουργής πανάκειας προσφυγής στην Διεθνή Δικαιοσύνη, απορρίπτει την ευσεβή αεροβασία, την συμβιβαστική ρητορική και την στομφώδη συνθηματολογία αντιπαραβάλλοντας την συνεκτίμηση της πολυπαραμετρικότητας του διεθνούς γίγνεσθαι καταρτίζοντας συζευκτικά ένα ενιαίο, πολυσχιδές και ρασιοναλιστικό σχέδιο μη ιδωμένο αποκλειστικά υπό το πρίσμα της ανταπάντησης ή εξουδετέρωσης των τουρκικών ονειρώξεων αλλά πρωτίστως ως αυτόφωτο εθνικό όραμα.
Η ανωτέρω εννοιολογική διαλεύκανση φιλοτεχνεί την οντολογική γκραβούρα του νεόκοπου στρατηγικού δόγματος καθιστώντας εντούτοις επιτακτική την αποκρυστάλλωση του σε επιμέρους αξιακής υφής απτές επισημάνσεις.
Τηλεγραφικά, επομένως σταχυολογούνται οι κατωτέρω παραδοχές:
α) Αμφίδρομη συρραφή και νουνεχή διασταύρωση των ετερογενών πτυχών του εθνικού οπλοστασίου κατατείνοντας στον πορισμό και την αντιστροφώς ανάλογη σχέση κόστους-αποτελέσματος. Χρησιμοποίηση συλλήβδην των διαθέσιμων μέσων για την μεγιστοποίηση δυνατοτήτων και ελαχιστοποίηση αδυναμιών.
β) Συθέμελη αναθεώρηση της ελληνικής διπλωματικής ιδιοσυγκρασίας του άυλου βερμπαλισμού ο οποίος αναλώνεται σε μια στείρα και γραφική επίκληση του διεθνούς δικαίου. Στιβαρή και επιθετική αξίωση ολικώς των απορρεόντων δικαιωμάτων της Ελλάδας εκ του διεθνούς νομικού κεκτημένου, εν προκειμένω του Δικαίου της Θάλασσας. (Οι νεογενής συνομολογηθείσες συμφωνίες θα αποτελούν μια φωτεινή παρέκκλιση από τον λεγκαλισμό αν δεν υιοθετηθεί μονιμότητα στην εκρίζωση του).
γ) Διπλωματική προεργασία και διεθνή γνωστοποίηση των ελληνικών αποφάσεων προκειμένου να αποσπάσουμε εφάμιλλή συγκατάνευση και συμμαχικό υποστύλωμα(Θωρείται αφέλεια η μονομερής ενέργεια άνευ προετοιμασίας και ενημέρωσης ζωτικών τρίτων). Κατά αυτόν τον τρόπο διασφαλίζεται η εξωτερική νομιμοποίηση της Στρατηγικής-πάγιο συστατικό επιτυχίας-αναχαιτίζοντας ενδεχόμενες αντιδράσεις ενώ συν τοις άλλοις παλμογραφούνται οι διαθέσεις του διεθνούς περιγύρου. Εν ολίγοις επικροτείται η ενορχήστρωση ενός μαραθωνίου διασυμμαχικής προλείανσης και πολιτικής ενυδάτωσης της εθνικής στοχοθεσίας.
δ) Στρατιωτική προπαρασκευή και ενδυνάμωση μη επαφιόμενη μονοσήμαντα στον οπλικό εκσυγχρονισμό αλλά εδρασμένη στους πολλαπλασιαστές ισχύος. Εκπομπή ευκρινούς και μεστού μηνύματος αποτροπής στην αντίπερα όχθη. Επιπρόσθετα αποποίηση δαπανηρών και χρονοβόρων λύσεων. “Κυβερνάν εστί προβλέπειν” κατά την αριστοτελική διδαχή και τούτο συναρτάται στην κατοχύρωση αυτόνομης δράσης εν περιπτώσει κρίσιμων συγκυριών καθώς και στην ορθή ανασκευή των συνθηκών μιας πιθανής σύρραξης εφόσον κριθεί αναγκαία. Στρατιωτική αντίπραξη επιλαμβάνεται ως αναντίλεκτο και αυτόματο εθνικό χρέος για την υπεράσπιση της εθνικής ακεραιότητας και του πατρογονικού εδάφους.
ε) Τελευταίο άλλα όχι έλασσον προκρίνεται η βέλτιστη αξιοποίηση της ευρωπαϊκής διάστασης της Ελλάδας.
στ) Καλλιέργεια πνεύματος εθνικής ομοψυχίας. Τούτου δοθέντος υπερακοντίζει την εμπέδωση κλίματος ενότητας σύγκορμου του πολιτικού συστήματος και τη συνειδητοποίηση της κεφαλαιώδους σημασίας διακομματικής σύμπνοιας στην χάραξη εξωτερικής πολιτικής προς περάτωση του εθνικού συμφέροντος. Δεν πρέπει να εμφιλοχωρεί η ζημιογόνα έριδα στην εθνική ασφάλεια.
Το δόγμα της Δ.Ε. πρεσβεύει την αυτενέργεια της ελληνικής εξωτερικής πολιτικής μετατρέποντας την πατρίδα μας από αφανές διεθνοπολιτικό αντικείμενο σε οτρηρές διεθνοπολιτικό υποκείμενο εξοστρακίζοντας την νωχελική ακολουθία του τουρκικού μονότονου κρέντο.
Διατρανώνει ευσύνοπτα τον ουσιώδη αφοπλισμό του αντιπάλου ανακτώντας τα σκήπτρα της πρωτοκαθεδρίας των κινήσεων. Εξ’ ου και ο ευθύβολος προσδιορισμός της ως «επιθετικής» που επουδενί ερμηνεύεται στρατιωτικά. Στηλιτεύει την διαρκή αυτό-απομόνωση και διαχειριστική προχειρότητα, συνάμα την ενστικτώδη ανταπόκριση στην τουρκική πίεση. Ως επιστέγασμα διαπλάθεται μια μικτή προσέγγιση ήτοι εκείνη που εγκολπώνεται την εφαρμογή κραταιών νομικών πλεονεκτημάτων συνεπικουρούμενων από ισχυρά πολιτικά ερείσματα.
Επιμύθιο
Προσφιλής βιβλική αφήγηση της προχριστιανικής εποχής παρμένη από την περιπέτεια του λαού του Ισραήλ και παραστατικά αποτυπωμένη στην Παλαιά Διαθήκη, η άνιση μονομαχία του μικρόσωμου παρά ταύτα εύψυχου ποιμένα Δαβίδ εναντίον του επιβλητικά θηριώδους πολεμιστή Γολιάθ. Την περίοδο της βασιλείας του Σαούλ διεξήχθη μια στρατιωτική αναμέτρηση μεταξύ Φιλισταίων και Ισραηλιτών.
Υπό τη δαμόκλειο σπάθη προϊούσας αιματοχυσίας πρόβαλε εκ του στρατοπέδου των Φιλισταίων, ένας θρασύς κυκλώπειος οπλίτης, ο Γολιάθ, με ανείκαστη ρωμαλέα όψη, προκαλώντας τις ισραηλίτικες γραμμές να αναδείξουν ένα ανδρείο πολεμιστή αντίπαλο του.
Επί σαράντα συναπτές ημέρες ο δυσθεώρητος Φιλισταίος κόμπαζε εμπρηστικά υβρίζοντας σκαιά τους Ισραηλίτες ωσότου ο φιλότιμος και ευυπόληπτος Δαβίδ βαθιά προσβεβλημένος από την χυδαιολογία, «σήκωσε» το γάντι κατόπιν συναίνεσης και πορεύθηκε ηρωικά στην ετεροβαρή πάλη.
Εφοδιάστηκε με λείους λίθους, την φαινομενικά ακίνδυνη σφεντόνα του και ένα έρημο ραβδί. Άμα τη εμφανίσει του, αντίκρισε την χλεύη. Απτόητος και όντας επιτήδεια ακροβολισμένος αποφεύγοντας την μοιραία αβλεψία εκ του συστάδην σύγκρουσης, άρπαξε από το σάκο ένα λίθο και σύροντας το νήμα της σφεντόνας εξαπέλυσε θανάσιμο πλήγμα στο μέτωπο του υπερφίαλου Γολιάθ. Έξαφνα ο αθεόφοβος και ασεβής γίγαντας κείτονταν άψυχος.
Ένας άκρως παιδευτικός μύθος που αναπαριστά τη σύγχρονη σχέση Ελλάδας-Τουρκίας. Η στρατηγική της Διεκδικητικής Εξομάλυνσης, που καταθέτει ο Γιάννης Βαληνάκης αποτελεί την εναίσιμη πυξίδα και τον ασφαλή πλοηγό ανταπόκρισης στις εθνικές προκλήσεις με αίσθημα πατριωτικής ευθύνης και πολιτικού ρεαλισμού.
Το ελληνικό κράτος προοδευτικά αφυπνίζεται με την τωρινή ηγεσία να ορθώνει ανάστημα υλοποιώντας ύστατα δίκαιες εθνικές αξιώσεις. Δυστυχώς όμως δεν αντισταθμίζονται οι επιπτώσεις της χρόνιας και ανερμάτιστης παθητικότητας και οξείας απουσίας ταυτότητας με αποκλειστική εξαίρεση-διακοπή αυτής της νοσηρής συνέχειας το μακρόπνοο σχεδιασμό της διακυβέρνησης Κώστα Καραμανλή(2004-9).
Κατά την ταπεινή εκτίμηση του γράφοντος τα υπαρκτά δόγματα διαχείρισης των ελληνοτουρκικών σχέσεων κρίνονται απαρχαιωμένα εκμετρώντας το ζην. Η πανισλαμική ηγεμονία και η ανασύσταση του Οθωμανικού μεγαλείου συγκροτούν μια ναπολεόντεια πλην όμως υποστατή υψηλή στρατηγική του εξ ανατολών γείτονα.
Η Ελλάδα ως κυρίαρχο κράτος και διεθνής δρών τι επιζητεί, που αποβλέπει, τι μεθοδεύει, πως αυτοπροσδιορίζεται; Οι κορυφογραμμές της παρούσας πολιτικής ηγεσίας, ήτοι η κυβέρνηση του Κυριάκου Μητσοτάκη και ο Υπουργός Εξωτερικών Νίκος Δένδιας, εγκαινιάζουν μια ζωτική αφετηρία που μέλει να ολοκληρωθεί με τη φιλόδοξη ορμή μιας ολότελα νέας και αποτελεσματικής στρατηγικής μόχλευσης ικανής να μετουσιώσει εμπράγματα τα συγκριτικά πλεονεκτήματα της, ο εφαρμοστέος οίστρος της οποίας θα προσδώσει διορατικότητα και εθνική αυτοπεποίθηση. Η Διεκδικητική Εξομάλυνση μας παρέχει την άκακη σφεντόνα που χρειαζόμαστε προκειμένου να ρίψουμε τους λίθους.
Φρονώ ότι αρμόζει να παραθέσω αυτούσιο το καταληκτικό εδάφιο από το οπισθόφυλλο του Βιβλίου του κ. Γιάννη Βαληνάκη σωρεύον την τελολογία της Διεκδικητικής Εξομάλυνσης η οποία «εκθέτει τους καταφανώς υπέρτερους «γαλανόλευκους» τίτλους απέναντι στις έωλες διεκδικήσεις της Τουρκίας σε μια περιοχή που ούτε πατρίδα της υπήρξε ούτε και πρέπει να αφεθεί να υφαρπάσει».
Βιβλιογραφικές Πηγές
Βαληνακής, Γ.(2020). Η Ελλάς των Τεσσάρων Θαλασσών. Το σχέδιο «Ελλάς επι Τέσσερα» . Αθήνα: Εκδόσεις Ι. Σιδέρης.
Χρήστος Γκιάτας: Τελειόφοιτος του Τμήματος Πολιτικής Επιστήμης και Δημόσιας Διοίκησης του Εθνικού και Καποδιστριακού Πανεπιστήμιου Αθηνών.