Του Χρήστου Γκιάτα*
Ενόψει των εκλογών και λαμβάνοντας υπόψη τις τεκτονικές μεταβολές στη πολιτική σκηνή των δυτικών εθνών αφετηριακά στην αγγλοσαξονική δύση και διαχυτικά ολικώς στη δυτική Ευρώπη και αυτονόητα στην Ελλάδα επιβάλλεται η αδογμάτιστη ιδεολογική σφυγμομέτρηση των κοινωνικών παλμών. Υπό συνθήκες έντονης λαικής αποδοκιμασίας και πάνδημων συλλαλητηρίων η από-νομιμοποιήμενη ελληνική κυβέρνηση επέβαλλε αυθαίρετα την ολέθρια συμφωνία των Πρεσπών απαξιώνοντας την εθνική ευαισθησία, ατιμάζοντας το ιστορικό κεκτημένο και ασελγώντας στη δημοκρατική και κοινοβουλευτική ηθική.
Στην πολύπαθη Ελλάδα συντελείται μια ανάσταση του πατριωτικού προτάγματος και μια ευρεία πολιτική-ιδεολογική αναχάραξη. Η συντηρητική στροφή είναι γεγονός και ακολουθεί τον ειρμό της Δύσης. Τούτο δοθέντος ο δυτικός κόσμος υπερασπίζεται την υγιή προβληματική του έθνους, της ιστορικότητας, καθώς και της κρατικής κυριαρχίας του αποπνέοντας τις συντεταγμένες, με παραλλαγές περιπτωσιολογικά, του πατριωτικού ρεύματος εκφέροντας συλλήβδην την κοσμοθεωρητική του φιλοσοφία. Ο πατριωτισμός μορφοποιείται από μία πολιτικοοικονομική και πλειοψηφική κοινωνική θεμελίωση η οποία είναι δομική και μη προσωποπαγή. Το παρόν πόνημα θα επιχειρήσει μια αποκωδικοποίηση και πρωτόλεια ιδεολογική ερμηνευτική αποτίμηση του πατριωτισμού με μνεία στις συνολικότερες ζυμώσεις που εμφιλοχωρούν στο δυτικό περιβάλλον.
Όψιμα ο δυτικός κοινωνικός οίκος και η πολιτική του τοπιογραφία συνταράσσεται από διαλεκτική ομφαλοσκόπηση και ανακαίνιση του ηθικοπνευματικού της διακόσμου. Εμπράκτως σηματοδοτείται η αναστήλωση του έθνους-κράτους με απόρροια την αναψηλάφηση των ιδεολογικοπολιτικών του προτεραιοτήτων και κελευσμάτων. Συμφώνως προς τα ανωτέρω o πατριωτικός επαναπροσδιορισμός εμφορείται μέσω ενδο-κοινωνικών διεργασιών πλειοψηφικού ρεύματος συσσωρεύοντας ακατάληπτη δυναμική, επιζητώντας πολιτική αντανάκλαση και οξυγόνο στη δημόσια σφαίρα. Αξιοπρόσεκτα, το εν λόγω φαινόμενο αμφισβητεί δραστήρια και διαρρηγνύει επαμφοτερίζουσες γκλομπαλιστικές αξίες. Αν ενσκήψει κανείς με στοχαστική ανοικτότητα διακρίνει ότι δεν πρόκειται περί εθνικιστικού παραληρήματος ή μισαλλόδοξης έξαρσης όπως τεχνηέντως τικετοποίειται από διαπρύσιους ηθικολόγους-ένα ολέθριο σφάλμα το οποίο επιτρέπει στην μειοψηφούσα ακροδεξιά, στοιχεία της οποίας ομολογουμένως παρεισφρέουν, να προβάλλει ως εκφραστής-αλλα μια πατριωτική πλημμυρίδα λειτουργούσα ως θεματοφύλακας οικονομικών, πολιτικών, κοινωνικών αλλά και πολιτιστικών κεκτημένων. Οι περιθωριοποιημένες πολιτικές καρικατούρες, οι μέχρι πρότινος αθέατες και απόκληρες, εκτοξεύονται ως οργίλος πίδακας μιας κοχλάζουσας κοινωνίας η οποία ένεκα της αντιπροσωπευτικής κρίσης πολιτικώς αντιδρά χρίζοντας αυτές αγγελιαφόρους.
Πράγματι η αναβίωση της εθνικής ταυτότητας αλώνει το συλλογικό φαντασιακό και το πρόσταγμα της ανόρθωσης της εθνικής βιομηχανίας και παραγωγής προκαλεί την επάνοδο του έθνους-κράτους. Ιστορικώς η πυρηνική θεωρία της αρχής των εθνοτήτων εκπορεύεται από τη χάραξη της πολιτικής γεωγραφίας βάσει της σύμπτωσης και ενύπαρξης του εθνικού συνόλου στην κρατική του περιβολή. Η εθνική ιδέα όπως εκφράστηκε στην Πτώση της Βαστίλης επισφραγίζει την μετάβαση από την ετερονομία και τον δεσποτισμό στην αυτοκυβέρνηση και την αυτονομία. Ο φιλελευθερισμός ευαγγελίστηκε ένα πολιτειακό οικοδόμημα ιδωμένο σχηματικά ως μια θεμελιώδης τριγωνική αλληλεξάρτηση μεταξύ της ατομικής ιδιοκτησίας, της ατομικής ελευθερίας και της συνταγματικής διακυβέρνησης και το έθνος του εγχείρησε την ύστατη εστία άσκησης και εφαρμογής αυτού. Αυτονόητα η χειραφέτηση των πνευμάτων την εποχή του Διαφωτισμού σύνηψε το κοινωνικό συμβόλαιο με αντισυμβαλλόμενο τον κυματισμό των σημαιών. Η εθνική αυτοδιάθεση συνοδοιπορούσε το αίτημα του εκδημοκρατισμού και η ατομική προαίρεση αποτελούσε την εμβάθυνση της εθνικής αυθυπαρξίας. Συνακόλουθα η Γενική Θέληση εκπεφρασμένη από την εθνική συνειδητότητα μετουσιώνεται σε θεσμική οντότητα συγκροτώντας το κράτος(κρατογένεση) εντός του οποίου ο υπήκοος μετατρέπεται σε πολίτη και οι μετά αυτού ελευθερίες κατοχυρώνονται νομικόπολιτικώς ισόρροπα και αμφίδρομα με τα προτάγματα του δημοσίου συμφέροντος. Συγκεφαλαιωτικά το Έθνος-Κράτος αποτέλεσε την κορύφωση της μακρόσυρτης-επίπονης νεωτερικής κοσμογονίας καταδεικνύοντας την βιωσιμότητα του ως απαρομοίαστη πολιτική μονάδα.
Έπειτα από την ανώτερο ευσύνοπτη ιστορική και ιδεολογικοπολιτική επισκόπηση-οσο μας επιτρέπει η οικονομία και το εύρος της ανάλυσης- το νεωτερικό υπόδειγμα κατά αναλογία του σύγχρονου πατριωτισμού κατατείνει στην ανάγνωση του δημοσίου συμφέροντος ως την αρμονική συμπόρευση της ατομικής άνθισης, της εθνικής ευπορίας και θωράκισης του κρατικού αυτεξουσίου. Εκπορεύεται η βαθιά πεποίθηση ότι το έθνος-κράτος λογίζεται ως η ακεραιότερη και προσφορότερη-ιστορικώς ανθεκτική- πολιτειακή και πολιτικό-διοικητική μονάδα διακυβέρνησης. Συγχρόνως στο ίδιο εδράζεται η ευδόκιμη κιβωτός της δημοκρατίας, του δικαιοκρατισμού και του φιλελευθερισμού. Απαράγραπτη αποστολή και αψευδές τεκμήριο της πολιτικής εξουσίας και κρατικής πολιτικής νοείται η εξυπηρέτηση και περάτωση της εθνικής-δημόσιας ωφέλειας και των συνταγματικών δικαιωμάτων. Αυτό δεν συνεπάγεται de facto απόρριψη διακρατικών συνεργασιών ή διεθνών πρωτοβουλιών, διεθνών οργανισμών ή υπερεθνικών σχηματισμών αλλά αξιολόγηση τους βάσει εθνικής στοχοθεσίας. Η αμερικανική δεξιά πρωταγωνιστεί στην μεταστροφή μεταφέροντας τη καταστατική συνθήκη του Αμερικανικού Συντάγματος «pursuit of happiness» σε κλίμακα αφενός ατομοκεντρική αφετέρου οικουμενικώς εθνοκεντρική-ήτοι τα έθνη να διεκδικούν την ευδαιμονία τους αντλώντας από την συσσωρευμένη σοφία του παρελθόντος και τον Ορθό Λόγο πραγματοποιώντας άλματα εξέλιξης και προόδου. Όσον αφορά το όραμα της ευρωπαϊκής ενοποίησης ο πατριωτισμός τείνει στις αξιακές ορίζουσες ενός μιτερανικού λειτουργισμού. Όσο η Ευρώπη εμμένει στην αποφλοίωση των εθνικών-κρατών, στον στιγματισμό της εθνικής ταυτότητας, την ασφυκτική λιτότητα, την απομάκρυνση από το κοινωνικά φιλελεύθερο πυρήνα της υιοθετώντας ανάλγητο τεχνοκρατισμό και περιφρονεί το δημοκρατικό της έλλειμμα θα βυθίζεται στην αντίφαση και την συστολή. Απαιτείται ένας συμμετρικός συγκερασμός και λυσιτελής πραγματισμός. Ουδείς παρατηρητής παρακάμπτει ως πεπερασμένες τις βεστφαλιανές και νεωτερικές εθνοκρατικές διαρθρώσεις είτε σε ευρωπαϊκό επίπεδο είτε σε παγκόσμιο.
Ο πατριωτισμός όπως αναβλύζει στην Δύση υπερακοντίζει την αδαμάντινη διαχρονικότητα της ιστορικής και πολιτισμικής ιδιοσυστασίας των εθνών και του δικαιώματος τους να την διαφυλάττουν και διαιωνίζουν. Αξιέπαινα, στο οικουμενικό ανάγλυφο φιλοτεχνείται ένα μωσαϊκό, οι ψηφίδες του οποίου λαξεύονται από την πολυχρωμία των εθνικών οντοτήτων. Ο εν λόγω αστερισμός ακτινοβολεί έναν αμύθητο και περίλαμπρο πολιτιστικό θησαυρό. Η δόλια τάση πολτοποίησης και φαλκίδευσης αυτής της παγκόσμιας πολυεθνικότητας-ποικιλομορφίας προδιαγράφει μια σκιώδη εκφυλιστική αντίληψη με έντονο χαρακτήρα διακρίσεων. Ο πλανήτης γοητεύει επειδή κατά μήκος και πλάτος της γεωγραφίας του συναντώνται ιδιαιτερότητες και διαφορετικότητες. Αυτή είναι και η προϋπόθεση της διαπολιτισμικής συνδιαλλαγής. Κατακτούμε την αυτογνωσία και συλλαμβάνουμε την ετερότητα μας όταν αλληλεπιδρούμε και αντικρίζουμε τον άλλον. Οι εν λόγω συλλογικότητες χαρτογραφούν κοινό προορισμό, συμμεριζόμενες κοινούς κώδικες, ήθη, έθιμα, καταγωγή, παραδόσεις, όμοια γραμματεία, θρησκευτική πίστη , γλωσσική ιδιοπροσωπεία, μια συνεκτική-αδιάσπαστη συνείδηση του ‘‘ανήκειν’’ και του συλλογικού ‘‘είναι’’. Τα έθνη επομένως συγκροτούν αρραγείς πολιτισμικές κοινότητες με ταυτότητα και αποτελούν τη φυσική εστία και αφετηρία της ζωής και δράσης του ανθρώπου όπου αναπτύσσει τις δημιουργικές του δυνάμεις, μεγαλουργεί και καταξιώνεται ηθικά, κοινωνικά και πολιτιστικά. Ο άνθρωπος δίχως ρίζες αιωρείται στην άβυσσο, αχρείος και αφρήτωρ(αριστοτελικό προσωνύμιο για τον άπατρη), άνευ κοινωνικού ‘‘εγώ’’ και αντίληψης ιστορικής αποστολής. O πατέρας του ανθρωποκεντρικού φιλελευθερισμού, βρετανός φιλόσοφος και οικονομολόγος, john Stuart Mill εξυμνούσε τον πολιτισμικό πλουραλισμό διαγραφόμενο και μνημονευόμενο σε όλο το εύρος της Γηραιάς Ηπείρου.
Συνάγεται αβιάστως η παραδοχή ότι δεν εμπεριέχεται ούτε σοβινισμός ούτε επεκτατισμός ούτε φυλετισμός-τυπικά γνωρίσματα ενός εθνικιστικού- ακροδεξιού credo- τουναντίον στον πατριωτισμό συνομολογείται, αναζωογονημένη, η σύμβαση της εθνικής αυτοδιάθεσης οικοδομημένη επί τη βάση της ειρηνικής και ισότιμης συνύπαρξης των κρατών και του αλληλοσεβασμού της εθνικής ανεξαρτησίας, αξιοπρέπειας και εδαφικής ακεραιότητας τους. Κακουργηματικά δαιμονοποιώντας και ποινικοποιώντας τη συλλογική ιδιοκτησία της ταυτότητας ξεκλειδώνεται τοιουτω τρόπω η σκοτεινή κερκόπορτα του εξτρεμισμού. Ο εθνομηδενισμός εκκολάπτει και τροφοδοτεί την οργή.
Κατανοητή, θεμιτή και ευπρόσδεκτη η βέβαιη διαφωνία πολλών εκ των αναγνωστών. Η γοητεία της ελευθεροφροσύνης είναι ο γόνιμος διάλογος. Το διαρκές σφάλμα των προσεγγίσεων-δίχως να διεκδικώ αυθεντία- συνίσταται στην παραμορφωτική πραγματολογικά μελανή οπή και στην αφοριστική αποστροφή η οποία στρεβλώνει την καταγραφή των πολιτικών και κοινωνικών δυναμικών αποδίδοντας τα πάντα σε δημαγωγική επιρρέπεια και λαϊκισμό. Δεν προσφέρει απολύτως τίποτα πέρα από διανοητική ρηχότητα. «Sapere aude!» προέτρεπε ο Emmanuel Kant ορίζοντας την πεμπτουσία του Διαφωτισμού απαθανατίζοντας την πλατωνική αλληγορική εικόνα της «απολύτρωσης του πεπλανημένου δεσμώτη» με την ευψυχία του νουνεχή ανθρώπου για την πνευματική του ενηλικίωση. Σκωπτικά διαπίστωνε ότι βολεύει η ανωριμότητα. Μόνο έτσι ανταποκρινόμαστε στις προκλήσεις ειδάλλως γινόμαστε ανδρείκελα του άτολμου και παιδαριώδους διανοητικού μας εφησυχασμού.
Το βέβαιον είναι ότι παρατηρούνται μετασχηματισμοί απαλείφοντας την καθίζηση και την από-ιδεολογικοποίηση προσδίδοντας στην Πολιτική το οντολογικό της βάθος και την θεωρητική της έριδα. Καθήκον της κραταιάς πλην όμως βαλλόμενης κεντροδεξιάς είναι να αφουγκραστεί το πολιτικό σημαινόμενο της εποχής εκλεπτύνοντας και εξευγενίζοντας την έκφραση του αποτρέποντας την εξαχρείωση ή καπίλευση του. Να μετατραπεί σε μετρονόμο του τετραγωνίζοντας τον κύκλο της πολιτικής. Ούτε παθολογική-ρομαντική εσωστρέφεια αλλά ούτε θρυμματισμό του εθνικού κελύφους και ιδιοσυστασίας στο βωμό της ουτοπίας της παγκοσμιοποίησης.
*O Χρήστος Γκιάτας είναι φοιτητήςστο Τμήμα Πολιτικής Επιστήμης και Δημόσιας Διοίκησης του Εθνικού και Καποδιστριακού Πανεπιστημίου Αθηνών