της Αγγελικής Μπουρσινού
Τετάρτη 7 Οκτωβρίου 2020. Έφτασε επιτέλους η πολυπόθητη ημέρα. Δεκάδες συνθήματα γράφτηκαν, ειπώθηκαν και ταξίδεψαν σε όλη την επικράτεια εν αναμονή της ετυμηγορίας του δικαστηρίου για τη δράση της Χρυσής Αυγής. «Δεν είναι αθώοι», « Οι ναζί στη φυλακή» και άλλες παρομοίου είδους εκδηλώσεις καταδίκης, εκφράστηκαν μεγαλοφώνως από μεγάλη μερίδα Ελλήνων πολιτών.
Η μαχητικότητα, η αγανάκτηση και η σφοδρή επιθυμία του κόσμου για δικαίωση δικαιολογούνται απολύτως. Μιλάμε για αποτρόπαιες πράξεις, τελεσθείσες μάλιστα από άτομα που σφετερίστηκαν τον τίτλο του «πατριώτη» και ανερυθρίαστα επιχείρησαν να υπονομεύσουν καίριους θεσμούς του Πολιτεύματός μας.
Συγχωρέστε με όμως. Επιθυμώ να εκφράσω το φόβο που μου προκαλεί η λειτουργία των «λαϊκών δικαστηρίων». Δεδομένου ότι έχουμε την τύχη να ζούμε στα πλαίσια μιας ευνομούμενης πολιτείας, δεν μπορώ να φανταστώ κανέναν καταλληλότερο και αρμοδιότερο να αποφανθεί επί της ενοχής ή της αθωότητας κάποιου , από τον μηχανισμό της αμερόληπτης και χρηστής απονομής Δικαιοσύνης.
Μιλώ ουσιαστικά για τη δικαστική εξουσία , η διάκριση της οποίας σε σχέση με τη νομοθετική και την εκτελεστική συνθέτει μια από τις θεμελιωδέστερες αρχές του κράτους δικαίου. Η «απειλή» της κοινωνικής κατακραυγής και η ευρεία δημοσιότητα που λαμβάνει μια υπόθεση αισθάνομαι ότι συχνά δρουν επικίνδυνα κατά τη λήψη της απόφασης. Ενδέχεται να θολώσουν την κρίση και την πνευματική διαύγεια αυτών που καλούνται να απονείμουν δικαιοσύνη. Ο δικαστής, ωστόσο, σε κάθε περίπτωση θα πρέπει να αποφασίζει σύμφωνα με τη συνείδησή του και ακολουθώντας πιστά το γράμμα του Νόμου.
Μην ξεχνάμε όμως ότι οι δικαστές είναι πάνω από όλα άνθρωποι. Άνθρωποι εξαιρετικά καταρτισμένοι και επιφορτισμένοι με ένα ιδιαιτέρως δύσκολο έργο. Ας τους εμπιστευόμαστε λοιπόν και ας τους επιτρέπουμε να πράττουν τα δέοντα δίχως συναισθηματικά προσκόμματα.
Η αποστολή που είχαν να φέρουν εις πέρας τη μέρα εκείνη ήταν διπλά δύσκολη. Σύσσωμη η ελληνική κοινωνία κρεμόταν κυριολεκτικά από τα χείλη της προέδρου της έδρας. Σχεδόν είκοσι χιλιάδες άνθρωποι είχαν κατακλύσει τους δρόμους γύρω από το Εφετείο Αθηνών αναμένοντας με κομμένη την ανάσα τη στιγμή της «ανακούφισης».
Όλοι μια γροθιά ενάντια στη νοσηρότητα του ολοκληρωτισμού και τη ναζιστική παράνοια. Και ξαφνικά η έδρα άστραψε και βρόντηξε. ΕΝΟΧΟΙ! Στο άκουσμα της καταδικαστικής απόφασης το πλήθος ξέσπασε σε ξέφρενους πανηγυρισμούς. Όλη η Ελλάδα αισθάνεται δικαιωμένη. Η Δικαιοσύνη βρίσκεται στην κορυφαία στιγμή της. Ιστορική ημέρα εορτασμού της Δημοκρατίας.
Η μορφή της μητέρας του αδικοχαμένου Παύλου Φύσσα, διαπερνά σαν μαχαίρι τις καρδιές όλων των Ελλήνων. Θρήνος, σπαραγμός και απόγνωση παραχωρούν για λίγο τη θέση τους στη λύτρωση, η οποία αποτυπώνεται σε μία μόνο φράση της: « Ο Παύλος τα κατάφερε…Γιε μου!». Ο δολοφόνος του παιδιού της καταδικάζεται σε ανθρωποκτονία εκ προθέσεως. Και μαζί με αυτή τη μάνα δικαιώνεται και κάθε «μάνα» που στερήθηκε με τόσο άδικο και αποτρόπαιο τρόπο τη συνέχειά της στον κόσμο αυτό.
Λίγα λεπτά μετά την ετυμηγορία του δικαστηρίου, μέλη της κυβέρνησης και στελέχη όλων των πολιτικών κομμάτων έσπευσαν να εκφράσουν την ικανοποίηση και την αισιοδοξία τους για την κορυφαία αυτή νίκη της δημοκρατίας. Ο πρωθυπουργός της χώρας χαρακτήρισε την συγκεκριμένη ημέρα ως «ιστορική ημέρα για την Ελλάδα, τη Δημοκρατία και το κράτος δικαίου».
Ο Νίκος Δένδιας, σημείωσε ότι με τη συγκεκριμένη απόφαση του Εφετείου Κακουργημάτων « επέρχεται η Νέμεση στην Ύβρη που συνιστά για το Κράτος Δικαίου η Χρυσή Αυγή». Ο Προκόπης Παυλόπουλος αναφερόμενος στην ελληνική Δικαιοσύνη, επεσήμανε ότι « όρθωσε με την δίκαιη ετυμηγορία της στιβαρό τείχος υπεράσπισης του Ανθρώπου, της Δημοκρατίας μας και του Πολιτισμού μας».
Η πρόεδρος της Δημοκρατίας μιλώντας για την εν λόγω απόφαση τόνισε ότι « η Δημοκρατία και οι Θεσμοί της έχουν πάντα τη δυνατότητα να ανατρέψουν οποιαδήποτε προσπάθεια υπονόμευσής τους». Ο υπουργός Εθνικής Αμύνης τοποθετήθηκε με λακωνικότητα χρησιμοποιώντας τα λόγια του Ευριπίδη «Αλλ’ η Δίκη γαρ και κατά σκότον βλέπει».
Ο τομεάρχης Δικαιοσύνης του ΣΥΡΙΖΑ, Θεόφιλος Ξανθόπουλος, έκανε λόγο για « απόφαση-απάντηση του κράτους δικαίου στην προκλητική εγκληματική δράση του ναζιστικού μορφώματος». Πλήθος αναφορών υπήρξε ακόμη και στον ξένο τύπο. Ενδεικτικά, το CNN σχολίασε ότι « Οι ηγέτες της νεοναζιστικής ομάδας “Χρυσή Αυγή” καταδικάστηκαν ως επικεφαλής εγκληματικής οργάνωσης», ενώ ο Guardian μετέδωσε ότι « Ο αρχηγός και πρώην βουλευτές της Χρυσής Αυγής, κρίθηκαν ένοχοι από το δικαστήριο».
Η παράθεση όλων αυτών των αναφορών γίνεται προκειμένου να αντιληφθεί κανείς ότι επί τέτοιων υποθέσεων θα πρέπει να υπάρχει –και εν προκειμένω υπήρξε-ενιαία γραμμή από όλες τις πολιτικές παρατάξεις. Ένα αρραγές εθνικό μέτωπο έναντι οποιασδήποτε προσπάθειας αποσταθεροποίησης του Πολιτεύματος. Διατυπώθηκαν ωστόσο, μεμονωμένα, και διαφορετικές απόψεις. Βασικό επιχείρημα αυτών: O φόβος της κοινωνικής κατακραυγής οδήγησε στην έκδοση μιας περισσότερο «πολιτικής» απόφασης, αφού η αυστηρή εφαρμογή του νόμου νικήθηκε από το κοινό περί δικαίου αίσθημα.
Πράγματι οι πέτρες και οι μολότοφ δεν προωθούν την ανεξαρτησία της δικαιοσύνης. Αν ωστόσο αναλογιστεί κανείς ότι μιλάμε για πραγματικά γεγονότα-και όχι αόριστες αξιολογικές κρίσεις-τα οποία είχαν ως κοινό παρονομαστή μια ιδιόμορφη ναζιστική ιδεολογία, μάλλον στο αντίθετο συμπέρασμα οδηγείται. Άλλωστε, όταν έχουμε να κάνουμε με τόσο προφανή δεδομένα, υπάρχει σοβαρή πιθανότητα το κοινό περί δικαίου αίσθημα να συναντά το κράτος δικαίου.
Η δράση της Χρυσής Αυγής αποκάλυψε ότι πράγματι υπάρχει μια βαθιά σχισμή τόσο στην ελληνική κοινωνία όσο και σε διεθνές επίπεδο. Δεν πρόκειται δηλαδή για παγκόσμια πρωτοτυπία. Η διαφορά της σε σχέση με άλλα ευρωπαϊκά ακροδεξιά κόμματα ήταν ότι ενεργούσε εντελώς απροκάλυπτα. Αδιαμφισβήτητα η πρωτόδικη αυτή καταδικαστική απόφαση αποτελεί βαριά παρακαταθήκη αλλά και σταθμό στην ιστορία της Δημοκρατίας και της Δικαιοσύνης. Δίδει το έναυσμα να αποτραπεί η ρατσιστική βία και τα εγκλήματα μίσους στο μέλλον και το ηχηρό μήνυμα ότι καμία εγκληματική πράξη δεν μένει ατιμώρητη, ακόμη και αν τελείται από εκλεγμένα μέλη του Κοινοβουλίου.
Η Χρυσή Αυγή πράγματι καταδικάστηκε. Πρώτα στις κάλπες και μετά στο δικαστήριο. Φοβάμαι όμως ότι οι φασιστικές απόψεις δεν ξεριζώθηκαν αυτομάτως από όλες τις ανθρώπινες ψυχές. Πέραν των εκ πεποιθήσεως φανατισμένων υπάρχουν και περιπτώσεις ευάλωτων ατόμων που λόγω αμάθειας, φόβου ή εξαθλίωσης αποτελούν ακόμη εύκολο στόχο και δεν είναι δύσκολο να τους «πλάσσει» κανείς όπως επιθυμεί. Μήπως ο κίνδυνος να αναδυθεί εκ νέου ένα παρόμοιας φιλοσοφίας μόρφωμα καραδοκεί στη γωνία;
Η χώρα μας γέννησε πράγματι τη Δημοκρατία. Μετά την έκδοση της συγκεκριμένης απόφασης δείχνει περίτρανα ότι ξέρει και να την υπερασπίζεται. Έχει όμως η «μητέρα» Ελλάδα αναπτύξει επαρκείς μηχανισμούς ώστε να τη διατηρεί αλώβητη; Μήπως έχουμε αρκετό δρόμο μπροστά μας ώστε επιτύχουμε το απόλυτο ρεκόρ;