της Αγγελικής Σπανού
Ετσι ήταν πάντα: Τι πήρε και τι έδωσε ο εκάστοτε πρωθυπουργός, αν κέρδισε ή αν έχασε, Ολυμπιακός ή Παναθηναϊκός. Κάθε επίσκεψη στην Ουάσιγκτον και κάθε συνάντηση με Αμερικανό πρόεδρο στον Λευκό Οίκο έδινε την ευκαιρία στην κυβέρνηση να πανηγυρίσει για τα αποτελέσματα των συζητήσεων με την αμερικανική αντιπροσωπεία και στην αντιπολίτευση να καταγγείλει διάφορα ελλείμματα. Αυτά ανεξαρτήτως της έκβασης των συνομιλιών. Κυριαρχεί η λογική των χούλιγκαν: Αν πάει καλά η ομάδα το αξίζει, αν δεν πάει φταίει η διαιτησία ή ο Θεός που μας μισεί.
Στον πυρήνα αυτής της ανώριμης ανάγνωσης της διπλωματίας βρίσκεται η συλλογική ομφαλοσκόπηση και η απλοϊκή σκέψη: Και βέβαια είμαστε το κέντρο του κόσμου, και βέβαια ο πλανητάρχης κοιμάται και ξυπνάει με την έγνοια μας, και βέβαια η λύση των προβλημάτων μας θα ρθει απ έξω, και βέβαια έχουμε πάντα δίκιο. Οταν αποδεικνύεται ότι η πραγματικότητα είναι πιο σύνθετη, θυμώνουμε με την πραγματικότητα. Οπως το μικρό παιδί χτυπάει το τραπέζι επειδή σκόνταψε πάνω του και έπεσε αλλά τελικά πονάει το χέρι του, όχι το ξύλο .
Η συνάντηση Τραμπ-Μητσοτάκη δεν πήγε καλά. Και δεν θα μπορούσε να πάει αφού ο πρόεδρος των ΗΠΑ βρίσκεται σε φιλοτουρκικό ντελίριο εδώ και καιρό. Το παράκανε στήνοντας τον Ελληνα πρωθυπουργό που πήγε στην ώρα του και αφήνοντάς τον να παρακολουθεί τη συνέντευξη Tύπου που έδωσε για άλλα θέματα, ενώ τα ΜΜΕ είχαν προσκληθεί για να καλύψουν τις ελληνοαμερικανικές συνομιλίες.
Είναι θλιβερό αυτό που συνέβη και δεν φταίει ο Μητσοτάκης. Θα ήταν αυτονόητη η διαπίστωση, αν δεν υπήρχε η ελληνική μικροκομματική ρουτίνα: Η κυβέρνηση κάνει πως όλα πήγαν καλά και αρνείται την πραγματικότητα, η αξιωματική αντιπολίτευση πετάει πέτρες μιλώντας για φιάσκο.
Τα ίδια έγιναν και όταν ο Αλέξης Τσίπρας ατύχησε σε συνάντηση με τον Ρ.Τ.Ερντογάν και όταν υπέγραψε τη συμφωνία των Πρεσπών. Οι δικοί του δεν αναγνώριζαν κανένα πρόβλημα και οι απέναντι τα έβρισκαν όλα λάθος. Ολυμπιακός-Παναθηναϊκός, ξανά και ξανά.
Στον τουρκικό Tύπο αποτυπώθηκε η ικανοποίηση της Αγκυρας για τη συνάντηση Τραμπ-Μητσοτάκη. Και η ικανοποίησή τους έγινε μεγαλύτερη παρακολουθώντας τις αψιμαχίες στο εσωτερικό. Δεν θα περίμενε φυσικά κανείς να πουν οι κυβερνητικοί «πω, πω τι πάθαμε», ή οι ΣΥΡΙΖΑίοι «συμβαίνουν αυτά όταν έχεις να κάνεις με τον Τραμπ». Αυτό που θα μπορούσε να συμβεί και δεν θα είχε πολιτικό κόστος για κανέναν θα ήταν να ειπωθούν λιγότερα και να κρατηθούν πιο χαμηλοί τόνοι. Ούτε διθύραμβοι ούτε οδυρμοί. Ούτε κομπασμοί ούτε απαξίωση. Πόσο δύσκολο είναι αυτό; Πολύ. Ισως και αδύνατο. Τώρα και στο ορατό μέλλον.