Ο Αλέξης Τσίπρας συντάσσεται πλέον με τις «προοδευτικές, δημοκρατικές φιλοευρωπαϊκές δυνάμεις», τελεία και παύλα. Το δήλωσε ξεκάθαρα κατά την πρόσφατη ομιλία του στο Ευρωκοινοβούλιο.
Βέβαια, οι δημοκρατικές φιλοευρωπαϊκές δυνάμεις πάντα στην ίδια πλευρά ήταν. Ο Αλέξης Τσίπρας και ο ΣΥΡΙΖΑ ήταν στην απέναντι. Αλλά περασμένα ξεχασμένα. Η σύγκρουση με τους Θεσμούς το 2015, υπό την απειλή εξόδου της Ελλάδας από το Ευρώ, έδωσε τη θέση της στον έρωτα με το ευρωπαϊκό ιδεώδες, αφότου ο Αλέξης Τσίπρας κατάλαβε ότι όχι μόνο η διάσωση της χώρας αλλά και η δική του πολιτική επιβίωση περνά μέσα απ’ τα γρανάζια του Ευρώ και τα κανάλια της Ενωμένης Ευρώπης. Χέρι βοηθείας τείνουν οι Ευρωπαίοι σοσιαλιστές που διατυμπανίζουν διαρκώς πόσο είναι γοητευμένοι απ’ τον Αλέξη Τσίπρα και ότι καλοβλέπουν τη συνεργασία τους με τον ΣΥΡΙΖΑ, για την ενίσχυση της ευρωομάδας τους.
Ο στόχος του Αλέξη Τσίπρα δεν είναι άλλος από την ιδεολογική κυριαρχία του ΣΥΡΙΖΑ στον χώρο που αποκαλεί προοδευτικό και δεν εκφράζεται βέβαια ούτε περιορίζεται στον προσεταιρισμό στελεχών από το χώρο του ΠΑΣΟΚ και της κεντροδεξιάς. Αυτός, με τα χαρακτηριστικά που έχει, είναι απλώς ένα παιχνίδι προσώπων, που σε επίπεδο συμβολισμού έχει μικρή σημασία και ακόμη μικρότερη επιρροή στον τρόπο που σκέφτονται και αποφασίζουν οι ψηφοφόροι. Κι αυτό ο Αλέξης Τσίπρας το γνωρίζει. Στη δεδομένη συγκυρία η προέλκυση των πολιτικών στελεχών από άλλους χώρους είναι κυρίως στη λογική «όλοι οι καλοί χωράνε». Όπου οι καλοί είναι, κατά τον ΣΥΡΙΖΑ, όσοι διαφοροποιήθηκαν και αποβλήθηκαν από τα κόμματά τους, εξαιτίας των παλιών, συντηρητικών νοοτροπιών, ενώ το κυβερνών κόμμα τους άνοιξε την αγκαλιά του ως κόμμα ανοιχτό, σε όποιον μπορεί και θέλει να συμβάλει στην εθνική προσπάθεια. Για συμφωνίες και ανταλλάγματα, κουβέντα.
Ιδεολογικό ψάρεμα σε θολά νερά
Η διεύρυνση στο κέντρο αποσκοπεί στην επέκταση στον κεντροαριστερό χώρο, όπου το αποψιλωμένο ΠΑΣΟΚ αφήνει ελεύθερο το πεδίο, όσο η ιδεολογική ταυτότητα στο ΚΙΝΑΛ παραμένει θολή και συγκεχυμένη και όσο η εσωτερική του συνοχή πλήττεται απ’ τις αντικρουόμενες αρχηγικές βλέψεις των στελεχών που εκφράζουν τις συνιστώσες του. Οι ιδεολογικού τύπου αντεγκλήσεις σε ζητήματα όπως η μετάβαση φύλου, η Συμφωνία των Πρεσπών, το εκλογικό σύστημα, οι σχέσεις κράτους-εκκλησίας, που εκφράζονται με κάθε ευκαιρία κάνουν αισθητά τα ρήγματα στο εσωτερικό του. Η συζήτηση για τη συνταγματική αναθεώρηση, που στοχευμένα, ανοίγει προεκλογικά η κυβέρνηση θα ξαναφέρει στην επιφάνεια τις εσωκομματικές παραφωνίες στο ΚΙΝΑΛ, «βούτυρο στο ψωμί» του Αλέξη Τσίπρα.
Σε κεντροδεξιούς ψήφους, που έλαβε στις προηγούμενες εκλογές κυρίως με την υπόσχεση για τη μείωση του ΕΝΦΙΑ, ο Αλέξης Τσίπρας γνωρίζει ότι δεν μπορεί πλέον να ελπίζει. Πολύ περισσότερο, μετά τη Συμφωνία των Πρεσπών, που είναι «κόκκινο πανί» για τους ψηφοφόρους της κεντροδεξιάς. Ρίχνει όμως, επίσης στοχευμένα, τα δίχτυα του σε δύο κατηγορίες ψηφοφόρων: α) σε μετριοπαθείς κεντροδεξιούς που ποτέ δεν είδαν με καλό μάτι την είσοδο στη ΝΔ των προερχόμενων απ’ το ακροδεξιό ΛΑΟΣ και θεωρούν ότι η ρητορική και η αισθητική τους δεν εναρμονίζονται με την ιδεολογική ταυτότητα και την πολιτική παράδοση της κεντροδεξιάς και β) σε δημοσίους υπαλλήλους, συνταξιούχους και χαμηλά εισοδηματικά στρώματα, τους οποίους προσπαθεί να πείσει ότι η οικονομική πολιτική που υιοθετεί η αξιωματική αντιπολίτευση υπονομεύει την εργασιακή τους ασφάλεια (κίνδυνος απολύσεων στο δημόσιο) και την παροχή βοηθημάτων και επιδομάτων, έστω και προσωρινού χαρακτήρα, που η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ παρέχει.
Παρόλα αυτά, δύσκολα θα μπορέσει να αντισταθμίσει την τραγική διαχειριστική ανεπάρκεια που επέδειξε η κυβέρνηση στην πυρκαγιά στο Μάτι και επέφερε εκατόμβη νεκρών, ολοσχερή περιβαλλοντική και οικιστική καταστροφή. Ο δείκτης της αποτελεσματικότητας στην ασφάλεια, την προστασία της ζωής και της περιουσίας είναι ψηλά στα κριτήρια με τα οποία αξιολογεί την κυβέρνηση ο μέσος κεντροδεξιός ψηφοφόρος.
«Καραμέλες» για τον ψόγο του άλλου
Η μάχη των χαρακωμάτων θα είναι μάχη ακραίας πόλωσης, με σημαία την σύγκρουση ανάμεσα στο «παλιό» και το «νέο», με όχημα τη σκανδαλολογία και τη «δολοφονία χαρακτήρων».
Οι Έλληνες έχουμε ιστορικούς δεσμούς με τα διχαστικά διλήμματα. Με τις αντιδιαστολές, με τις αντιθέσεις, με τα δίπολα. Έχουμε αποθεώσει τις ιδεολογικές μαρκίζες, τις ετικέτες, τους –ισμούς.
Τα δίπολα λειτουργούν με τις κατάλληλες εννοιολογικές παγίδες. Είναι η παλιά, καλή, δοκιμασμένη «συνταγή» για την προπαγάνδα, που αντιστρατεύεται τον ορθό λόγο. Γιατί εμπεδώνουν τη γενίκευση, ενώ η λογική ανάλυση επιζητά τη διάκριση.
Θα βαρεθούμε πάλι την «καραμέλα» της συντήρησης σε αντιδιαστολή με την πρόοδο. Μόνο που πρέπει πια να μην την καταπίνουμε αμάσητη. Αφενός γιατί αυτή η ροπή, η άκριτη και αβασάνιστη υιοθέτηση ευθύνεται σε ένα σημαντικό βαθμό για το σημερινό άγονο πολιτικό πεδίο, για την ένδεια ιδεών και προσώπων, στην πιο κρίσιμη καμπή της μεταπολίτευσης.
Αφετέρου γιατί δεν είναι εξ’ ορισμού κακή η συντήρηση. Αν συντηρείς αξίες αλλά έχεις ανοιχτά τα μάτια και το μυαλό, ώστε να τις επαναπροσδιορίζεις στο σύγχρονο κόσμο, είναι καλό. Αν συντηρείς ιδεοληψίες, ανασφάλειες και κόμπλεξ, είναι κακό.
Ούτε ό,τι βαφτίζεται προοδευτικό είναι κατ’ ανάγκη πρόοδος. Αν το σχέδιο για τον εκσυγχρονισμό του κράτους και τον εκπολιτισμό της κοινωνίας, βασίζεται στις πραγματικές εθνικές και κοινωνικές ανάγκες και υπερβαίνει τα κομματικά και προσωπικά οφέλη, είναι προοδευτικό. Αν είναι προσχηματικό, ώστε να διαιωνίζονται οι πελατειακές σχέσεις και οι παθογένειες στο κράτος και τη δημόσια σφαίρα γενικότερα, με στόχο τα πρόσκαιρα κομματικά οφέλη, είναι βαθιά συντηρητικό.
Υπάρχει ο ιδεολογικός προσανατολισμός, οι ιδεολογικές αρχές και πεποιθήσεις αλλά υπάρχει και το «κατά περίπτωση». Δεν πρέπει να το ξεχνάμε.
Άλλωστε, τα κόμματα κατά την άσκηση της πολιτικής παίρνουν καλές και κακές αποφάσεις. Κάνουν πολλά σωστά και πολλά λάθη.
Ακόμη και οι καραμέλες έχουν διαφορετική γεύση. Και το κυριότερο δεν είναι για όλες τις περιπτώσεις.