Δεν θα λέγαμε ότι έχει στοιχεία ηρωισμού η παραίτηση ενός προέδρου ενάμιση μήνα πριν από την υποχρεωτική συνταξιοδότησή του. Περισσότερο υπογραμμίζει την αστοχία της κυβέρνησης και στην επιλογή των προέδρων των Ανωτάτων Δικαστηρίων και τίποτε περισσότερο. Αυτή η αστοχία πρέπει να προστεθεί σε όλες τις προηγούμενες και, ως γνωστόν, οι πολλές αστοχίες υποδηλώνουν ανικανότητα.
Δεν νομίζουμε επίσης ότι η παραίτηση του κ. Νίκου Σακελλαρίου οφείλεται στις κυβερνητικές πιέσεις, όπως καταγγέλλει η αντιπολίτευση. Φανταζόμαστε ότι τέτοιες υπήρξαν πολλές στο παρελθόν, αλλά οι προηγούμενοι πρόεδροι του Συμβουλίου της Επικρατείας είχαν το σθένος να τις αντιμετωπίσουν χωρίς να διαταράξουν την ομαλή λειτουργία του Δικαστηρίου. Οι τελευταίοι, εξάλλου, θα απέφευγαν να πάνε στο Μέγαρο Μαξίμου γενικώς, και ειδικότερα όταν παραμονές μιας κρίσιμης για την κυβέρνηση απόφασης του ΣτΕ ο πρωθυπουργός τούς καλούσε να μιλήσουν για τα… μισθολογικά τους. Να σημειώσουμε επίσης ότι διαρροές για τις αποφάσεις του ΣτΕ υπήρξαν και στο παρελθόν, αλλά οι προηγούμενοι πρόεδροι είχαν την ικανότητα να τις διαχειριστούν.
Υπάρχει όμως κάποιο σκεπτικό στη μακροσκελή δήλωση παραίτησης του κ. Σακελλαρίου που χρήζει προσοχής: «Τη στιγμή, όμως, αυτή η σκέψις μου στρέφεται στους απλούς πολίτες, που είναι τα θύματα των μνημονίων και της κλιμακούμενης επικυριαρχίας του οικονομικού παράγοντος επί του θεσμικού (…) τα αλλεπάλληλα οικονομικά μέτρα, που λαμβάνονται με την επίκληση του λεγομένου δημοσιονομικού συμφέροντος. (…) Ηδη, από την εποχή του πρώτου μνημονίου, ορισμένοι συνάδελφοί μου, μεταξύ των οποίων και εγώ, είχαμε, με τις μειοψηφίες μας, επισημάνει τη μη συμβατότητα των ρυθμίσεων του μνημονίου με το Σύνταγμα και είχαμε, εγκαίρως, προειδοποιήσει, χωρίς δυστυχώς να εισακουστούμε, για την επερχόμενη πλήρη επικυριαρχία του οικονομικού επί του θεσμικού, που επηρέασε, καίρια, το σύνολο σχεδόν της κρατικής δράσεως και σηματοδότησε τη συνακόλουθη υποχώρηση του Κράτους Δικαίου και του Κοινωνικού Κράτους».
Ακούγεται ωραία η μετεγγραφή σε περίτεχνη γλώσσα του συνθήματος «οι άνθρωποι πάνω από τους αριθμούς», μόνο που είναι παραπλανητική. Οι ρυθμίσεις του μνημονίου δεν είχαν να κάνουν με μια λανθασμένη ανάγνωση του Συντάγματος, αλλά από το γεγονός ότι το κράτος είχε χρεοκοπήσει. Θα ήταν ευχής έργον να παραγόταν πλούτος διά νομοθετημάτων ή δικαστικών αποφάσεων. Κανένας δεν θα δούλευε. Θα ψηφιζόταν ένας νόμος με ένα άρθρο και θα λυνόταν το πιο επιτακτικό πρόβλημα της ανθρωπότητας. Ομως, το «οικονομικό» λειτουργεί επί του πραγματικού. Το «θεσμικό» είναι το εποικοδόμημα. Χωρίς λεφτά δεν υπάρχουν καν συντάξεις, για τις οποίες κόπτεται ο τέως πρόεδρος του ΣτΕ, όσες και όποιες αποφάσεις να βγάλουν τα δικαστήρια.
Δυστυχώς, υπάρχουν κάποιοι νομικοί που ασπάζονται τη θεωρία του «λεφτόδενδρου». Καταγγέλλουν τον νεοφιλελευθερισμό και νομολογούν ότι η κυβέρνηση έχει συνταγματική υποχρέωση να μοιράζει λεφτά. Ωραία ακούγεται αυτή η θεωρία, μόνο που δεν απαντούν στο άλλο σκέλος που έχει μπροστά του κάθε υπουργός Οικονομικών. Για να μοιράσει κάποιος λεφτά πρέπει να τα έχει ή να τα βρει. Επομένως, καθένας που το παίζει «φίλος του λαού» και χύνει δάκρυα για την περικοπή των συντάξεων οφείλει να απαντήσει στο ερώτημα, που ορθώς τίθεται σε κάθε υποψήφιο πρωθυπουργό: «Πόθεν;». Χωρίς αυτό οι δικαστικές αποφάσεις είναι απλά ευχολόγια.
Από την εφημερίδα Η Καθημερινή