Πλησιάζοντας προς τις γερμανικές εκλογές ξεκαθαρίζει ολοένα και περισσότερο το πολιτικό τους περιεχόμενο. Η συγκυρία επιβάλει στο γερμανικό πολιτικό σύστημα να τοποθετηθεί με σαφήνεια σε μια απλή ερώτηση: Ποια Ευρώπη εξυπηρετεί καλύτερα τους γερμανικούς στόχους.
Με άλλα λόγια η πολιτική διαμάχη στη Γερμανία και με αφορμή το δισεπίλυτο ελληνικό ζήτημα αρχίζει και περιστρέφεται γύρω από το δίλημμα: Συμφέρει τη Γερμανία η ηγεμονία σε μια μεγάλη Ευρωπαική Ενωση; Ή, τελικά, είναι προς το συμφέρον του Βερολίνου μια ελεγχόμενη αποδιάρθρωση της ΕΕ και η δημιουργία μιας άλλης αρχιτεκτονικής διασύνδεσης των χωρών μελών σε διαφορετικούς κύκλους και ταχύτητες υπό την Γερμανική ηγεσία;
Όποια από τις δύο επιλογές έχει κόστη και οφέλη. Για να κρατήσουν οι Γερμανοί την πολιτική/ οικονομική τους ηγεμονία σε μια μεγάλη Ευρώπη θα πρέπει να πληρώσουν. Θα πρέπει δηλαδή να δεχτούν τη διανομή των κολοσσιαίων πλεονασμάτων που επιτυγχάνει η γερμανική οικονομία «εισπράττοντας» από τα ελλείματα των υπολοίπων. Αυτό σημαίνει την αλλαγή οικονομικής/νομισματικής πολιτικής σε πιο χαλαρά πρότυπα, σημαίνει περιορισμό της λιτότητας και μεγαλύτερη ευελιξία ως προς τον κανόνα των ελλειμάτων των προυπολογισμών.
Από την άλλη η επιμονή στους σιδηρούς σημερινούς κανόνες, είναι φανερό ότι οδηγεί στην αποδόμηση του ευρωπαικού οικοδομήματος με την απομάκρυνση χωρών όπως η Ελλάδα που δεν μπορούν να λειτουργήσουν μέσα σε ένα πλαίσιο που είναι κατασκευασμένο με γερμανικά μέτρα.
Και στη μια και στην άλλη περίπτωση το πολιτικό/ οικονομικό κόστος για τη Γερμανία θα είναι μεγάλο, αλλά έχει όπως φαίνεται έρθει η στιγμή, οι Γερμανοί να κάνουν την επιλογή τους και θα την κάνουν ψηφίζοντας στις εκλογές του ερχόμενου Φθινοπώρου.
Ήδη οι μεγάλες πολιτικές δυνάμεις στη Γερμανία τοποθετούνται: Η Μέρκελ μίλησε ήδη για την Ευρώπη των πολλών ταχυτήτων σκιαγραφώντας την τοποθέτηση των χριστιανοδημοκρατών προς μια συντηρητική επιλογή. Από την άλλη η υποψηφιότητα του Σουλτς με τους σοσιαλδημοκράτες και η πρόσφατη έκκληση – διαμαρτυρία του σοσιαλδημοκράτη αντικαγκελαρίου Γκάμπριελ προς τον Σόιμπλε για τον τρόπο που αντιμετωπίζει την ελληνική υπόθεση περιγράφουν την απάντηση των σοσιαλδημοκρατών στο πιεστικό γερμανικό δίλλημα.
Είναι, λοιπόν, φανερό ότι η ελληνική υπόθεση αποτελεί το έδαφος επάνω στο οποίο εξελίσσεται και θα εξελιχθεί η γερμανική πολιτική διαμάχη, γεγονός που τίποτε καλό δεν προδικάζει για την Αθήνα. Η κατάσταση, μάλιστα, γίνεται ακόμη περισσότερο πιεστική για την Ελλάδα, καθώς αποτελεί το έδαφος επάνω στο οποίο μπορεί να ασκηθεί (και ασκείται) η αμερικανική πίεση προς τη Γερμανία, μέσα από την εμπλοκή του ΔΝΤ.
Το ΔΝΤ με την εμπλοκή του στο ελληνικό πρόγραμμα «διάσωσης» και θέτοντας τους όρους του υπενθυμίζει στο Βερολίνο το δίλλημα που πρέπει να αντιμετωπίσει: Θα πληρώσετε για να κρατήσετε την Ελλάδα εντός ευρωζώνης ή θα επιμείνετε σε μια πολιτική που δεν την οδηγεί πουθενά αλλού παρά μόνο στην έξοδο;
Ποιες θα είναι τελικά οι γερμανικές απαντήσεις θα το δείξει ο λίγος χρόνος που απομένει. Το βέβαιο ωστόσο είναι πως καθώς οι γερμανικές εκλογές θα γίνουν το Φθινόπωρο και οι ελληνικές ανάγκες προβάλλουν με τρόπο πιεστικό από τώρα η Ελλάδα ήδη επωμίζεται την πίεση ενός τρομακτικής έντασης μεγάλου παιχνιδιού που εξελίσσεται στην αδύναμη έτσι κι αλλιώς πλάτη της.
Με άλλα λόγια, η χώρα έχει βρεθεί στο λάθος σημείο στην λάθος στιγμή: Στον βούρκο όπου παλεύουν τα βουβάλια…
Το άρθρο δημοσιεύτηκε στο topontiki.gr