Τι κι αν το Συμβούλιο της Επικρατείας έκρινε αντισυνταγματικό το νόμο Παππά, κρίνοντας ότι το Εθνικό Συμβούλιο Ραδιοτηλεόρασης είναι το μόνο αρμόδιο για το εγχώριο τηλεοπτικό πεδίο; Ο ίδιος ο υπουργός Επικρατείας, ο οποίος ξεκαθάρισε ότι δεν τίθεται θέμα να παραιτηθεί καθώς απολαμβάνει της εμπιστοσύνης του πρωθυπουργού, ετοιμάζεται να φέρει στη Βουλή νέα νομοθετική ρύθμιση, η οποία θα επιτρέψει τη λειτουργία τόσο των σταθμών που εκπέμπουν ήδη, όσο και των δύο νέων που προέκυψαν από το διαγωνισμό που κατέπεσε, με ετήσιο “ενοίκιο”, διαμηνύοντας ότι “τελειώσαμε με το κλειστό κλαμπ καναλαρχών”.
Τι κι αν το Σύνταγμα απαιτεί πολιτική συναίνεση για τη σύσταση του ΕΣΡ και κατ’ επέκταση τον καθορισμό του τηλεοπτικού τοπίου, αποσκοπώντας ακριβώς στην αποφυγή χειραγώγησης της τηλεόρασης από την εκάστοτε κυβέρνηση; Η κυβέρνηση αρνείται να γυρίσει σελίδα, κηρύσσοντας πόλεμο στη δικαιοσύνη διά της εκπροσώπου της Όλγας Γεροβασίλη, η οποία δεν δίστασε να “χρεώσει” μεταξύ άλλων στο ανώτατο δικαστικό σώμα το γεγονός ότι 15.000 παιδιά θα βρεθούν εκτός παιδικών σταθμών και 4.000 νοσηλευτές δεν θα προσληφθούν στα δημόσια νοσοκομεία. Τι κι αν η Υγεία κι η Παιδεία είναι αποκλειστικές αρμοδιότητες της κυβέρνησης και όχι των δικαστών; Λεπτομέρειες.
Η Όλγα Γεροβασίλη είπε βέβαια και κάτι σωστό: “οι αποφάσεις της Δικαιοσύνης είναι δεσμευτικές”, συμπληρώνοντας ότι “αυτό δεν σημαίνει βέβαια ότι δεν κρίνονται”. Ναι κρίνονται, όπως κρίνονται όλοι για το σεβασμό τους στους θεσμούς σε μια δημοκρατική κοινωνία.