Το επικίνδυνο «παιχνίδι» του Ερντογάν με τη Δύση

Οι καταιγιστικές εξελίξεις στην Τουρκία και ο τρόπος που ο Ερντογάν, μεθοδεύει τη μετάβαση της χώρας, σε ένα ολοκληρωτικό καθεστώς ανατολικού τύπου, δημιουργεί προβληματισμούς και εγείρει σημαντικά ερωτήματα, για το ρόλο της Δύσης.

Για τη διεθνή κοινότητα ο Ερντογάν είναι ένας απρόβλεπτος και χωρίς ξεκάθαρο πολιτικό προσανατολισμό ηγέτης. Στα πρώτα χρόνια της πολιτικής του σταδιοδρομίας υιοθέτησε ένα εκσυγχρονιστικό φιλοδυτικό προφίλ. Η στάση του όμως άρχισε να αλλάζει σταδιακά, όταν διαπίστωσε πως η Δύση δεν συμμερίζονταν το πολιτικό του όραμα για την ανάδειξη της Τουρκίας σε περιφερειακή υπερδύναμη. Στη λογική αυτή, δεν δίστασε να χαλάσει τις σχέσεις του με παραδοσιακούς συμμάχους, όπως οι ΗΠΑ και το Ισραήλ, ήρθε σε ρήξη με τη Μόσχα, αλλά, και με την ΕΕ οι σχέσεις του πέρασαν και περνούν, περιόδους έντασης.

Η κρίση στη Συρία, καθώς και το ενδεχόμενο δημιουργίας κουρδικού κράτους με την ανοχή των Αμερικανών, επιδείνωσαν περαιτέρω τις σχέσεις μεταξύ των δυο χωρών. Το πάγωμα των ενταξιακών διαπραγματεύσεων με την ΕΕ, η μη κατάργησης της βίζας για τους τούρκους πολίτες, καθώς και τα σημάδια διάλυσης στους κόλπους της Ένωσης, επέδρασαν καθοριστικά στην απόφαση του Ερντογάν, να αλλάξει πολιτικό προσανατολισμό.

Στον αντίποδα, η επικράτηση του Ισλαμικού Κράτους (ISIS), σε μεγάλο τμήμα του Ιράκ και της Συρίας και η στήριξη του, από φιλικές προς την Τουρκία χώρες, όπως το Ιράν και η Σαουδική Αραβία, αναπτέρωσαν τις ελπίδες του, για την επίτευξη των στόχων του.

Με την ανοχή της διεθνούς κοινότητας, κατάφερε να εξουδετερώσει τoν έναν μετά τον άλλο τους πολιτικούς του αντιπάλους, φίμωσε την ελευθερία του τύπου, απαγόρευσε τη λειτουργία κομμάτων, κατήργησε με συνοπτικές διαδικασίες τoν νόμιμα εκλεγμένο Πρωθυπουργό της χώρας Αχμέτ Νταβούτογλου, και κατά πολλούς, υποκίνησε την πρόσφατη απόπειρα πραξικοπήματος, την οποία στη συνέχεια χρησιμοποίησε, για να ελέγξει πλήρως το στράτευμα, τη δικαιοσύνη και τη δημόσια διοίκηση.

Αλλά και σε κοινωνικό επίπεδο μεθόδευσε σημαντικές αλλαγές, εμπλέκοντας τη θρησκεία με την πολιτική και εκφράζοντας δημόσια τις επιφυλάξεις του για τον δυτικό πολιτισμό. Με τον τρόπο αυτό κατάφερε να αποσπάσει τη στήριξη των λαϊκών στρωμάτων, τα οποία σήμερα χρησιμοποιεί, ως προμετωπίδα, για να νομιμοποιήσει τις παράνομες ενέργειες του.

Το γεγονός ότι είναι ένας νόμιμα εκλεγμένος πρόεδρος, σε συνδυασμό με το ότι η χώρα του είναι μέλος του ΝΑΤΟ, τον καθιστά ισχυρό, τόσο στο εσωτερικό, όσο και στο εξωτερικό και του επιτρέπει να ισορροπεί σε δυο βάρκες, από τη μια της Ανατολής και από την άλλη της Δύσης. Με τον τρόπο αυτό, χτίζει μια νέα Τουρκία στα μέτρα του, χωρίς να του αντιστέκεται κανείς.

Σε κάθε περίπτωση η τακτική του είναι υψηλού ρίσκου και θυμίζει ηγέτες άλλων εποχών. Με τα μέχρι στιγμής δεδομένα, δείχνει να πετυχαίνει τους στόχους του, είναι όμως πολύ νωρίς, για να βγουν ασφαλή συμπεράσματα.

Καθοριστικός παράγοντας στις εξελίξεις, θα είναι η στάση που θα κρατήσει η Διεθνής Κοινότητα, το αμέσως προσεχές διάστημα, με κύριους εκφραστές τις ΗΠΑ, την ΕΕ και τη Ρωσία. Το ερώτημα που γεννάται είναι, εάν και κατά πόσο οι παραπάνω δυνάμεις, στην παρούσα φάση, είναι πρόθυμες να «στριμώξουν» τον Ερντογάν.

Προς το παρόν, δείχνουν επιφυλακτικές στο να έρθουν σε ευθεία αντιπαράθεση μαζί του, καθώς ο Ερντογάν είναι ένας πολύ δημοφιλής ηγέτης, που ανά πάσα στιγμή μπορεί να βγάλει τον λαό στους δρόμους. Υπάρχουν βέβαια και άλλοι λόγοι, εξίσου σημαντικοί, που δυσκολεύουν περαιτέρω τη θέση της Δύσης: Οι μεν Αμερικανοί, δεν επιθυμούν να διαταραχθούν οι σχέσεις της Τουρκίας με το ΝΑΤΟ, οι δε Ευρωπαίοι, φοβούνται την αθέτηση της συμφωνίας, από μέρους της Άγκυρας, για τον έλεγχο των προσφυγικών ροών. Όσο για τη Μόσχα, πιθανώς και να μην επιθυμεί, να διακινδυνεύσει εκ νέου, τις πολύ πρόσφατα αποκατεστημένες σχέσεις της με το καθεστώς Ερντογάν.

 

 

Διεθνής κοινότηταΕΕΝΑΤΟπραξικόπημαΡωσίαΤαγίπ Ερντογάν