Άγνοια κινδύνου, κυνισμός και τραπεζικές ελπίδες...

Αναμφίβολα η συμμετοχή των ιδιωτών στις ανακεφαλαιοποιήσεις των ελληνικών τραπεζών αποτελεί ένα θετικό μήνυμα για το μέλλον της χώρας.

Τίποτα όμως δεν μας διασφαλίζει πως οι ξένοι μπορεί να κάνουν λάθος και να χάσουν πάλι τα χρήματα που θα επενδύσουν στην Ελλάδα.

Οι ιδιώτες που επενδύουν στην Ελλάδα μπορεί να χάσουν πάλι τα λεφτά τους όπως έγινε με όσους το έπραξαν στις δυο προηγούμενες ανακεφαλαιοποιήσεις.

Μια ματιά στις αποτιμήσεις τότε και τώρα είναι αρκετή για να αποδείξει του λόγου το αληθές…

Αν οι πιθανότητες να χάσουν ήταν μεγάλες, τότε γιατί συμμετείχαν στις προηγούμενες αυξήσεις κεφαλαίου;  Η απάντηση στο ερώτημα αυτό έχει να κάνει με τα ποιοτικά χαρακτηριστικά των κεφαλαίων που συμμετείχαν και το ποσοστό του κεφαλαίου τους που ρίσκαραν στην Ελλάδα.

Πάντα υπήρχαν και θα υπάρχουν επιθετικά κεφάλαια τα οποία θα ποντάρουν ένα ποσοστό της τάξης του 1-2% του κεφαλαίου τους σε περιπτώσεις που έχουν σημαντικές πιθανότητες αποτυχίας όπως π.χ. η Ελλάδα.

Ας μην κοροϊδευόμαστε όμως, αν ήξεραν 100% πως θα χάσουν έστω και μερικά σεντς δεν θα ρίσκαραν να επενδύσουν.

Η φιλοσοφία αυτών των επενδύσεων έχει τα εξής χαρακτηριστικά: Όταν επενδύει κάποιος σε δέκα περιπτώσεις υψηλού ρίσκου στις μισές να κερδίσει το στοίχημα, τα κέρδη θα είναι πολύ μεγαλύτερα από αυτά που θα χάσει στις άλλες μισές περιπτώσεις. Τέτοιου είδους επιθετικά κεφάλαια επενδύουν ακόμη και σε περιπτώσεις χωρών που βρίσκονται σε πολύ χειρότερη κατάσταση, με εμφύλιους πολέμους εν εξελίξει κλπ.

Προχθές κατά τη διάρκεια της τηλεδιάσκεψης με δημοσιογράφους, που ακολούθησε τη δημοσιοποίηση των αποτελεσμάτων των stress tests, τα στελέχη της ΕΚΤ ανέφεραν ότι το ποσό των μη εξυπηρετούμενων δανείων έχει φθάσει πλέον τα 107 δισ. ευρώ (ήτοι 52% των συνολικών δανείων).

Τα κόκκινα δάνεια αυτήν τη στιγμή ξεπερνούν τα 100 δισ. ευρώ και απέχουν μια ανάσα από τις καταθέσεις οι οποίες κινούνται κοντά στα 120 δισ. ευρώ.

Αν τα 107 δισ. ευρώ αντιπροσωπεύουν το 52% των χορηγήσεων, το σύνολο αυτών υπολογίζεται στα 210-212 δισ. ευρώ.

Το γεγονός πως υπάρχουν δάνεια πάνω από 100 δισ. ευρώ τα οποία αποπληρώνονται στην ώρα τους δεν είναι μικρή υπόθεση ούτε για το τραπεζικό σύστημα ούτε για την οικονομία.

Από την άλλη πλευρά η ύπαρξη κόκκινων δανείων 107 δισ. ευρώ καθιστά την κατάσταση στις τράπεζες και κατά συνέπεια στην οικονομία μη διαχειρίσιμη. Μακάρι να έχει δίκιο η ΕΚΤ, οι δανειστές και η κυβέρνηση που δεν έχει άλλη επιλογή.

Πολύ φοβάμαι πως οι Ευρωπαίοι για άλλη μια φορά μεταθέτουν ένα προαναγγελθέν μπλακ-άουτ για το αόριστο μέλλον με την ελπίδα να “σκάσει” στα χέρια της επόμενης κυβέρνησης.

Στον ορυμαγδό των πανηγυρικών για την τρίτη φορά μέσα σε πέντε χρόνια ανακεφαλαιοποίηση των τραπεζών, πέρασε απαρατήρητη μια έκθεση της S&P η οποία υποβάθμισε σε D από CCC-  συστημική τράπεζα λόγω της δημόσιας προσφοράς για επαναγορά των ομολόγων της. Στη θέση της λίγο πολύ θα μπορούσε να είναι οποιαδήποτε τράπεζα.

Όπως αναφέρει η Standard and Poor’s, το deal που προτείνει η τράπεζα στους ομολογιούχους της θεωρείται με βάση τα κριτήριά του, ανταλλαγή υπό πίεση (distressed exchange). Ως εκ τούτου, υποβαθμίζει την αξιολόγηση σε Default.

Από τη μία πλευρά έχουμε τη διαχείριση μιας ιδιαίτερα δύσκολης κατάστασης με 107 δισ. ευρώ “κόκκινα” δάνεια σε ένα σύνολο χορηγήσεων λίγο πάνω από 210 δισ. ευρώ και καταθέσεις περί τα 120 δισ. ευρώ.

Από την άλλη έχουμε μια κυβέρνηση με παντελή έλλειψη επίγνωσης της σοβαρότητας της κατάστασης και προβληματική αντίληψη της πραγματικότητας λόγω ιδεολογικών αγκυλώσεων.

Χαρακτηριστικό δείγμα της άγνοιας κινδύνου οι δηλώσεις του κ. Δραγασάκη προχθές στη Βουλή: “Πρέπει να δημιουργήσουμε ένα παράλληλο σύστημα τραπεζών που να μην είναι υπό την εποπτεία της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας και που να μην κάνει το σύστημα τόσο συγκεντρωτικό όσο είναι σήμερα…”.

Μια κυβέρνηση που δεν μπορεί να βρει 200-300 εκατ. ευρώ να αντιμετωπίσει την ανθρωπιστική κρίση θα βρει μερικές δεκάδες δισ.  ευρώ για τη δημιουργία ενός παράλληλου τραπεζικού συστήματος που θα χρηματοδοτήσει τα αναπτυξιακά σχέδια υπουργών που δεν έχουν εργαστεί ποτέ στην πραγματική οικονομία παρά μόνο στο κόμμα, τα κρατικά συνδικάτα και το πελατοκρατούμενο δημόσιο;

Το να περιμένει κανείς να πετύχει η κυβέρνηση του ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ να βγάλει τη χώρα από το οικονομικό, πολιτικό και κοινωνικό αδιέξοδο είναι σαν να πιστεύει πως κάποιος μπορεί να διασχίσει την επιφάνεια μιας λίμνης περπατώντας στην επιφάνεια του νερού.

Υπάρχει άγνοια κινδύνου από την κυβέρνηση και κυνισμός από τους εταίρους και δανειστές, που αρκούνται απλώς να μεταθέτουν την ώρα της έκρηξης…

 

Το άρθρο δημοσιεύτηκε στο www.capital.gr

 

ΕΕΕΚΤΕΛΛΑΔΑοικονομίατράπεζες