Τα λόγια είναι φτώχεια όταν η φτώχεια γίνεται δικαιολογία

Θα μου επιτρέψετε, κόντρα στο πνεύμα των ημερών, να επιμείνω σε ένα θέμα που εξακολουθεί να βρίσκεται πίσω από την κουρτίνα των Μνημονίων, των συμφωνιών, των μέτρων και των ψηφοφοριών. Θα επιμείνω στις ανθρώπινες σκιές που σέρνονται πίσω από τη ζοφερή μας πραγματικότητα και μετά βίας κρατιώνται πάνω από την κόκκινη γραμμή της εξαθλίωσης. Εκατοντάδες, ίσως να είναι και χιλιάδες, πρόσφυγες από τη Συρία και το Αφγανιστάν βρίσκονται εδώ και εβδομάδες στα όρια της επιβίωσης στην Ομόνοια, στο Πεδίο του Άρεως αλλά και στα σύνορα με την ΠΓΔΜ. Δίχως στέγη, δίχως νερό, δίχως τα στοιχειώδη όσον αφορά την υγειινή τους, δίχως το παραμικρό για τα παιδιά τους, απλώς αναπνέουν τον αέρα της αδιαφορίας μιας χώρας απορροφημένης στην πολιτική και οικονομική της εσωστρέφεια. Θαρρείς και στέγνωσαν τα ΑΤΜ της αλληλεγγύης και έμεινε μονάχα το σήκωμα των ώμων μιας ταμειακής αδυναμίας ως λογική δικαιολογία.

Τον χειμώνα του 2014, όταν έτυχε να ταξιδέψω ώς τα τουρκοσυριακά σύνορα, για την καταγραφή του προβλήματος των προσφυγικών ροών από τη Συρία του εμφυλίου, βρέθηκα μπροστά σε ένα συγκινητικό κύμα αλληλεγγύης του κουρδικού πληθυσμού της ΝΑ Τουρκίας προς τους ξεριζωμένους γείτονές τους. Μικρές και μεγάλες εκτάσεις διάσπαρτες από σκηνές, φιλοξενούσαν περίπου 200 χιλιάδες ψυχές χωρίς την παραμικρή αρωγή του τουρκικού κράτους. Δεν ήταν στρατόπεδα κράτησης, δεν ήταν στρατόπεδα φιλοξενίας, δεν ήταν τίποτε τέλος πάντων που να έχει έστω και κάποιο ίχνος εγκλεισμού και περιορισμού. Ήταν χώροι που δημιουργήθηκαν υπό το καθεστώς της έκτακτης ανάγκης και στηρίχθηκαν στην αλληλεγγύη της Τοπικής Αυτοδιοίκησης, των Κούρδων δημάρχων, των εργατικών σωματείων και των νεολαιίστικων οργανώσεων. Και όλα αυτά στα εδάφη ενός αφιλόξενου και συχνά εχθρικού κράτους, που δεν είχε την διάθεση θα ξοδέψει ούτε μια λίρα για την επιβίωση των διακοσίων και πλέον χιλιάδων προσφύγων που πέρασαν τα σύνορα μέσα σε λίγες μόλις εβδομάδες υπό τον φόβο των τζιχαντιστών. Κι όμως, οι πρόσφυγες άντεξαν. Επιβίωσαν χωρίς να διακινδυνεύσει ούτε στο ελάχιστο η ανθρώπινη αξιοπρέπειά τους.

Ήταν η ανάγκη που «έχτισε» τα στρατόπεδα των προσφύγων, αφού μονάχα με τον τρόπο αυτόν ήταν δυνατή η αντιμετώπιση της ανθρωπιστικής κρίσης. Θα μπορούσε κανείς να τα ονομάσει «ανοιχτούς χώρους φιλοξενίας» αν οι λέξεις είναι αυτές που δίνουν νόημα στο περιεχόμενο των δράσεων. Όπως και να τα ονομάσει κανείς, δεν παύει να είναι ο μοναδικός τρόπος παροχής της ελάχιστης εγγυημένης ανθρωπιστικής βοήθειας προς τους πρόσφυγες. Στην αφιλόξενη και τσιγκούνα Τουρκία, οι πρόσφυγες δεν εγκαταλείφθηκαν σε πάρκα, στοές, πλατείες και παγκάκια ούτε και μεταφέρθηκαν με τη βία σε συρμάτινα κλουβιά και πυρακτωμένα κοντέινερ. Κανείς δεν τους έδιωξε ούτε και τους στέρησε το δικαίωμα να αναζητήσουν καλύτερο καταφύγιο στη Δύση. Οι κουρδικής καταγωγής δήμαρχοι της ΝΑ Τουρκίας μπορεί να μην είχαν απέναντί τους την υποκριτική αδιαφορία της Ε.Ε. αλλά είχαν να αντιμετωπίσουν τον πόλεμο της κεντρικής τους κυβέρνησης. Δεν το λες και λίγο αυτό. Δεν το χρησιμοποίησαν και οι ίδιοι για να σηκώσουν τους ώμους. Ας τους δούμε και σαν παράδειγμα λοιπόν.

 

Το άρθρο δημοσιεύτηκε στο www.avgi.gr

 

ΕΕΟμόνοιαπρόσφυγεςΣυρίαΤουρκία