της Δάφνης Καλογεροπούλου
Συχνά ονειρευόμαστε πράγματα που δεν δίνουμε στον εαυτό μας την ευκαιρία να αποκτήσει. Ούτε να δοκιμάσει για αυτά. Υποψιαζόμαστε μεγαλειώδη κομμάτια μέσα μας που δεν αφήσαμε ποτέ να εκφραστούν. Μοιάζουμε με πανέμορφα παγώνια που δεν ανοίγουν ποτέ την ουρά τους, για να μην ανακαλύψουν πόσο πανέμορφα είναι.
Αυτό, λοιπόν, είναι συχνά ο πόνος, ο θυμός και τα αρνητικά μας συναισθήματα. Ο ψίθυρος, ή άλλοτε κραυγή, που μας ωθεί ν’ ανοίξουμε επιτέλους την ουρά. Να δώσουμε λίγη αξία στα όνειρά μας. Ίσως, γι’ αυτό θυμώνουμε. Αρκεστήκαμε στα ψίχουλα και πάψαμε να ονειρευόμαστε. Σταματήσαμε να επιθυμούμε τα όνειρά μας. Σταματήσαμε να τα θεωρούμε πιθανά. Ότι μας αξίζουν. Άλλοτε, προτιμήσαμε την έγκρισή τους από μας. Προτιμήσαμε τα θέλω τους, απ’ τα δικά μας. Με το πρόσχημα ότι τους αγαπάμε, παγιδευτήκαμε. Όμως, πως μπορούμε να αγαπάμε όταν δεν μένει καθόλου αγάπη για μας; Ίσως, η αγάπη, η πιο ανεκτίμητη αγάπη να είναι το παράδειγμα. Η άρνησή μας να μας πουλήσουμε. Διότι, πώς μπορούμε να τους αγαπάμε με τόσο συσσωρευμένο θυμό;
Ωστόσο, είναι σημαντικό να καταλάβουμε πως οι άλλοι δεν μας φταίνε. Έχουν δικαίωμα να μην αλλάξουν ποτέ. Έχουν δικαίωμα να μην είναι καλά εξαιτίας των δικών τους παγιδεύσεων και εμείς δεν φέρουμε ευθύνη σε αυτό. Η μόνη μας ευθύνη είναι η δική μας διεύρυνση. Το να είμαστε καλά. Και τότε, μόνο τότε, οι άλλοι θα το δουν. Θα το αισθανθούν. Θα το αντιγράψουν.
Μόνο το παράδειγμα είναι αυτό που σε βάθος χρόνου θα δείξει πόση αγάπη πρεσβεύσαμε. Κι αν θέλουμε να πρεσβεύουμε αγάπη αρκεί να θυμόμαστε ότι δεν είναι καλό παράδειγμα η θλίψη. Αρκεί να θυμηθούμε πως στην ουσία, κανείς άλλος δεν μπορεί να μας στεναχωρήσει, παρά μονάχα εμείς. Στην ουσία κανείς δεν μας πληγώνει, μόνο εμείς. Που γυρνάμε την πλάτη στη ζωή. Στον εαυτό μας.
(Από το βιβλίο Κοίταξέ με για να δω ποια είμαι, εκδ. Κέδρος)