Οι κοινοβουλευτικές εκλογές που διεξήχθησαν την 25η Ιανουαρίου 2015 στην ελληνική πολιτική κοινωνία και ανέδειξαν σε κυβέρνηση το κόμμα του ΣΥΡΙΖΑ σε συνεργασία με το κόμμα των Ανεξάρτητων Ελλήνων (ΑΝ.ΕΛΛ.) συνιστούν πολιτικό γεγονός – τομή, το οποίο έχει επιφέρει αποτελέσματα σε δύο μείζονες εξελίξεις που αναφέρονται στις σχέσεις της πολιτικής με τη γραφειοκρατία και την τεχνοκρατία.
Οι δύο αυτές εξελίξεις είναι οι εξής: η πρώτη, αναφέρεται στη ριζική αλλαγή, η οποία επετεύχθη στη διαπραγματευτική διαδικασία που ακολουθείται ανάμεσα στην ελληνική κυβέρνηση και τους εταίρους – πιστωτές. Ενώ υπό το καθεστώς των μνημονίων είχε υιοθετηθεί η τεχνοκρατική μέθοδος των διαβουλεύσεων, μετά τη συμφωνία της 20ης Φεβρουαρίου 2015 η πολιτική κατέκτησε την πρωτεύουσα θέση στη διαπραγματευτική διαδικασία. Η πρώτη αυτή δομική αλλαγή της διαπραγμάτευσης έχει αναλυθεί επαρκώς και στην ελληνική δημόσια πολιτική σφαίρα και στο επίπεδο της πανευρωπαϊκής κοινής γνώμης. Θα μπορούσαμε να προσθέσουμε, ότι έχει γίνει κοινό κτήμα της ευρωπαϊκής συνείδησης και αυτό είναι ένα μέγιστο επίτευγμα της ελληνικής πολιτικής κοινωνίας.
Η δεύτερη εξέλιξη αναφέρεται, στη σχέση που διαμορφώνεται ανάμεσα στην πολιτική Ευρώπη και την γραφειοκρατική Ευρωζώνη. Η εξέλιξη αυτή βρίσκεται στα πρώτα της βήματα και αυτός είναι ο λόγος που δεν έχει καταστεί ζήτημα ημερήσιας διάταξης στις συζητήσεις που διεξάγονται στις επιμέρους εθνικές δημόσιες σφαίρες. Από θεσμικής απόψεως η διάκριση είναι δεδομένη ακόμη και σε επίπεδο διαχωρισμού ανάμεσα στους υπουργούς των κρατών – μελών της Ευρωπαϊκής Ένωσης (το συλλογικό όργανο ονομάζεται: ECOFIN και στους υπουργούς των κρατών-μελών της Ευρωζώνης (το συλλογικό όργανο ονομάζεται: Eurogroup). Δεν είμαι ειδικός επί των σχετικών ζητημάτων, αλλά δεν θυμάμαι από ιδρύσεως της Ευρωζώνης, δηλ. από τότε που εισήχθη ως κοινό νόμισμα το ευρώ σ’ ένα τμήμα εθνικών συλλογικοτήτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης, να έχουν συνέλθει σε κοινή συνεδρίαση τα κράτη-μέλη και του ECOFIN και του EUROGROUP.
Ως ειδικός επί ζητημάτων πολιτικής φιλοσοφίας όμως μπορώ να επισημάνω, ότι η ελληνική πολιτική κοινωνία θέτει προς διαβούλευση τη σχέση ανάμεσα στην πολιτική και την τεχνοκρατία (γραφειοκρατία) ως το κατεξοχήν συγκροτησιακό και δομικό πρόβλημα της ίδιας της ύπαρξης της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Η συζήτηση (Diskurs) από τότε που ξεκίνησε η ευρωπαϊκή οικονομική κρίση και η υπαρξιακή κρίση για την ελληνική κοινωνική συλλογικότητα, επικεντρώθηκε στην παραμονή ή στην έξοδο της Ελλάδας από την Ευρωζώνη. Μετά τις εκλογές (25 Ιανουαρίου 2015) και μετά τη συμφωνία (20 Φεβρουαρίου 2015) τα πράγματα έχουν αλλάξει ριζικά. Η συζήτηση έχει ως κεντρικό θέμα της το εξής: πόση γραφειοκρατία και πόση τεχνοκρατία μπορεί να αντέξει η Ευρώπη; Αυτό το ερώτημα έθεσε η Ελλάδα. Γι’ αυτό ο γερμανός φιλόσοφος Jürgen Habermas χαιρέτησε με πολιτικό ενθουσιασμό τις εξελίξεις στην ελληνική πολιτική κοινωνία (βλ. τη σχετική δήλωση του Habermas στην «Εφ. Συντ.», Τρίτη 10 Φεβρουαρίου 2015).
Όλοι οι πολίτες στην ελληνική πολιτική συλλογικότητα αντιλαμβάνονται, ότι η «κατασκευή» της γραφειοκρατικής Ευρωζώνης εξυπηρετεί συγκεκριμένα συμφέροντα οικονομικών κύκλων στην παγκόσμια διαχείριση του χρήματος. Από την άλλη όμως έχουν συνειδητοποίησει, ότι το ιδεολογικό υλικό για να αντιμετωπίσουμε ως πολιτική κοινωνία την γραφειοκρατία και την τεχνοκρατία δεν είναι ο εθνοκεντρισμός και ο εγκλεισμός μας σε εθνο-λαϊκιστικά σχήματα. Η πολιτική προοπτική της ελληνικής κοινωνίας είναι άρρηκτα δεμένη με την πολιτική Ευρώπη. Και όπως διαφαίνεται από την ιστορική συγκυρία η ελληνική πολιτική κοινωνία μπορεί να διαδραματίσει πρωτοποριακό ρόλο στη διαφαινόμενη διαμάχη ανάμεσα στην πολιτική και στην τεχνοκρατία όπως αυτή υποστασιοποιείται ανάμεσα στην Ευρωπαϊκή Ένωση από τη μία και την Ευρωζώνη από την άλλη.
Η Ευρώπη έχει καταγραφεί στην παγκόσμια ιστορία όχι ως γεωγραφική περιοχή όπως η Ασία ή η Αφρική, αλλά ως ιστορική οντότητα, η οποία σηκώνει στους ώμους της την ίδια την αυτογνωσία της ανθρωπότητας. Ο Γερμανός φιλόσοφος Husserl (1859-1938) γράφει για την Ευρώπη, ότι είναι η «ιστορική αλληλουχία ελλόγων στόχων». Μετά τη φρίκη του ναζισμού και την ανθρώπινη εμπειρία του φασισμού (μιλάμε για την κομμένη γλώσσα του ανθρώπου) «κατασκευάσαμε» την Ευρωπαϊκή Ένωση με υλικά που είναι κατεξοχήν πολιτικά (βλ. Αριστοτέλης, Kant, Hegel κ.α.). Η Ευρωπαϊκή Ένωση είναι η κορυφαία πολιτική ένωση των πολιτών, οι οποίοι αυτοπροσδιορίζονται ως μέλη μίας νέας μετα-εθνικής συλλογικότητας. Η «κατασκευή» της Ευρωζώνης υπονόμευσε την μετα-εθνική ιδέα. Υπονόμευσε τον επόμενο ιστορικό έλλογο στόχο, κατά τον Husserl. Η γραφειοκρατική Ευρωζώνη δεν είναι ένα ουδέτερο τεχνοκρατικό τέρας στην καρδιά της Ευρώπης. Είναι εμπόδιο στην πολιτική προοπτική της Ευρώπης.
Ως συμπέρασμα μπορεί να διατυπωθεί η εξής παρατήρηση: η συμφωνία της 20ης Φεβρουαρίου 2015 εισάγει την πολιτική ως μέθοδο στις διαβουλεύσεις ανάμεσα στην ελληνική κυβέρνηση και τους θεσμούς και επιπλέον μακροπρόθεσμα θέτει προς συζήτηση στο επίπεδο της πανευρωπαϊκής δημόσιας σφαίρας το πρόβλημα της σχέσης ανάμεσα στην πολιτική και τη γραφειοκρατία όπως αυτό καταγράφεται σ’ αυτή την ιστορική συγκυρία ως διαμάχη ανάμεσα στην πολιτική Ευρωπαϊκή Ένωση και τη γραφειοκρατική Ευρωζώνη.