Οι Ινδοί ξεκίνησαν σήμερα να ψηφίζουν στις βουλευτικές εκλογές, τις οποίες μοιάζει σχεδόν βέβαιο ότι θα κερδίσει ο εθνικιστής, ινδουιστής απερχόμενος πρωθυπουργός Ναρέντρα Μόντι.
Μια μεγάλη ουρά είχε σχηματιστεί μπροστά από εκλογικό κέντρο στην Χαριντουάρ, σημαντικό τόπο προσκυνήματος για τους ινδουιστές στις όχθες του ποταμού Γάγγη και μία από τις πρώτες πόλεις που ξεκινούν να ψηφίζουν.
Ο Μόντι ζήτησε ήδη από τους ψηφοφόρους που συμμετέχουν στην πρώτη φάση από τις επτά της ψηφοφορίας «να ασκήσουν το δικαίωμά τους σε αριθμούς ρεκόρ», απευθυνόμενος κυρίως στους νέους και σε όσους ψηφίζουν πρώτη φορά.
«Κάθε ψήφος μετρά και κάθε φωνή είναι σημαντική», τόνισε σε ανάρτησή του στο Χ.
Το Κογκρέσο, το βασικό κόμμα της αντιπολίτευση στην Ινδία, υπενθύμισε στους ψηφοφόρους ότι «η ψήφος τους μπορεί να βάλει τέλος στον πληθωρισμό, την ανεργία, το μίσος και την αδικία», τονίζοντας ότι «δεν πρέπει να ξεχάσετε να ψηφίσετε».
#WATCH | While addressing a public rally in Amroha, Uttar Pradesh, Prime Minister Narendra Modi says “The people here are also getting the benefit of the PM Vishwakarma Yojana and Mudra Yojana of the BJP government. What has happened in the last 10 years of the Modi government is… pic.twitter.com/fIG7E1kkdr
— ANI (@ANI) April 19, 2024
Συνολικά 968 εκατομμύρια Ινδοί καλούνται να εκλέξουν τα 543 μέλη της κάτω βουλής. Οι εκλογές διεξάγονται ως την 1η Ιουνίου με περισσότερα από ένα εκατομμύριο εκλογικά κέντρα να έχουν δημιουργηθεί σε όλη τη χώρα. Τα ψηφοδέλτια θα καταμετρηθούν ως την 4η Ιουνίου και τα αποτελέσματα συνήθως ανακοινώνονται την ίδια ημέρα.
Ο 73χρονος Μόντι παραμένει δημοφιλής έπειτα από δύο θητείες στην πρωθυπουργία στη διάρκεια των οποίων η Ινδία αύξησε τη διπλωματική της επιρροή και ενίσχυσε την οικονομία της.
Δημοσκόπηση του Pew το 2023 έδειξε ότι σχεδόν το 80% των Ινδών βλέπουν θετικά τον Μόντι, ο οποίος έχει ήδη προσφέρει δύο μεγάλες νίκες στο εθνικιστικό ινδουιστικό κόμμα Μπαρατίγια Τζανάτα (BJP), το 2014 και το 2019, βασιζόμενος στο θρησκευτικό αίσθημα των ινδουιστών ψηφοφόρων.
Φέτος θα εγκαινιάσει στην πόλη Αγιόντια έναν τεράστιο ναό αφιερωμένο στην ινδουιστική θεότητα Ραμ, ο οποίος θα χτιστεί στο χώρο όπου βρισκόταν τζαμί ηλικίας πολλών εκατοντάδων ετών το οποίο κατέστρεψαν φανατικοί ινδουιστές.
Πολιτικοί αναλυτές θεωρούν ήδη ότι ο Μόντι θα είναι ο νικητής των εκλογών απέναντι σε έναν συνασπισμό κομμάτων της αντιπολίτευσης, ο οποίος ακόμη δεν έχει ορίσει τον υποψήφιό του για τη θέση του πρωθυπουργού.
Lok Sabha Elections 2024, Madhya Pradesh, Balaghat: A newlywed bride, accompanied by her husband, exercised her voting rights before going to her in-laws’ house pic.twitter.com/X5zlApTpbR
— IANS (@ians_india) April 19, 2024
«Καταστολή»
Εξάλλου πολλές ποινικές έρευνες έχουν ξεκινήσει εις βάρος μελών της αντιπολίτευσης, ενώ τον Φεβρουάριο οι ινδικές οικονομικές αρχές πάγωσαν τους τραπεζικούς λογαριασμούς του Κογκρέσου.
«Δεν έχουμε χρήματα για να κάνουμε προεκλογική εκστρατεία, δεν μπορούμε να στηρίξουμε τους υποψήφιούς μας», προειδοποίησε ο Ραούλ Γκάντι τον Μάρτιο.
Ο 53χρονος Γκάντι, του οποίου ο πατέρας, η γιαγιά και ο προπάππος είχαν διατελέσει πρωθυπουργοί της Ινδίας, αποβλήθηκε για ένα διάστημα από το κοινοβούλιο πέρυσι, αφού κρίθηκε ένοχος για συκοφαντία.
Παρουσιάζοντας τον Μόντι ως αποκομμένο από την πραγματικότητα, ο Γκάντι προσπάθησε να προσεγγίσει τους ψηφοφόρους οργανώνοντας δύο πορείες. Όμως έπειτα από δύο διαδοχικές ήττες, τίποτα δεν δείχνει ότι αυτή τη φορά οι προσπάθειές του θα στεφθούν με επιτυχία.
Ο Γκάντι κατηγορεί την κυβέρνηση Μόντι ότι υπονομεύει τη δημοκρατία και καταγγέλλει ότι ενισχύει το εθνικιστικό αίσθημα των ινδουιστών εις βάρος των μειονοτήτων, ανάμεσά τους και 210 εκατομμύρια Ινδοί μουσουλμάνοι που ανησυχούν για το μέλλον τους.
Οι θητείες του Μόντι σημαδεύτηκαν από «ένα μοντέλο καταστολής που έχει στόχο να υπονομεύσει τη δημοκρατία και να περιορίσει τον δημόσιο χώρο», κατήγγειλε την Τετάρτη η οργάνωση προάσπισης πολιτικών δικαιωμάτων CIVICUS σε έκθεσή της.
Ωστόσο την ίδια ώρα υπό την πρωθυπουργία του Μόντι η Ινδία έγινε η πέμπτη μεγαλύτερη οικονομία παγκοσμίως, μπροστά από τη Βρετανία.
Οι δυτικές χώρες πλέον σπεύδουν να προσεγγίσουν τη χώρα, θεωρώντας τη πιθανό σύμμαχο στην προσπάθειά τους να αντιταχθούν στην αυξανόμενη επιρροή της Κίνας, παρά τις προειδοποιήσεις των υπέρμαχων των ανθρωπίνων δικαιωμάτων για την οπισθοχώρηση της ελευθερίας του Τύπου.
Από το 2014 η Ινδία έχει χάσει 21 θέσεις στην παγκόσμια κατάταξη ελευθερίας του Τύπου των Δημοσιογράφων χωρίς Σύνορα (RSF) και πλέον βρίσκεται στην 161η θέση σε σύνολο 180 χωρών.