Προκλήσεις και κίνδυνοι μετά την Πανδημία: Η ραγδαία προσαρμογή της κοινωνίας

του Γιώργου Κοντογιώργη*

Στη μετά πανδημίας εποχή, η πολιτική ηγεσία θα έρθει αντιμέτωπη με την κοινωνία, αυτήν που σήμερα την έχει μαζί της.

Οι άμεσες επιπτώσεις της Πανδημίας

Η καρδιά του ζητήματος είναι ότι, από τη μία μεριά έχουμε τις άμεσες επιπτώσεις της πανδημίας οι οποίες έχουν να κάνουν με την υγεία. Έχουν να κάνουν με μια τεράστια οικονομική καταστροφή, η οποία όμως δεν είναι υπόθεση ενός μηνός ή δύο. Ακόμα και εάν, σύμφωνα με τους υπολογισμούς φτάσουμε στο τέλος Ιουνίου και δεν πάει πάρα πέρα, υπολογίζεται ότι η ύφεση στην Ευρώπη άρα και στις Ηνωμένες Πολιτείες και στον κόσμο ακόμα περισσότερο θα ξεπερνάει το 10% – 15%. Φαντάζεστε τι σημαίνει αυτό; Ξέρετε τι σημαίνει να κλείσουν επιχειρήσεις και να ανέβει σε πολύ σημαντικό ποσοστό η ανεργία και η ανέχεια;

Αν το δούμε αυτό προοπτικά, θα διαπιστώσουμε ότι ναι μεν τώρα συντρέχουν οι προϋποθέσεις της συσπείρωσης μπροστά στον φόβο και τον κίνδυνο, αλλά μόλις αρχίσουν να ανοίγουν τα πανιά της σταθεροποίησης, δηλαδή της υπέρβασης της πανδημίας, θα έχουμε κοινωνικές αμφισβητήσεις, κινήσεις αποσταθεροποίησης, ανατροπές, διότι εκεί θα αντιληφθεί κανείς σε ποιο σημείο έχει φτάσει. Και τότε θα δούμε πώς θα αναλογιστεί ο καθένας τις ευθύνες του.

Έμμεσες επιπτώσεις σε τρία επίπεδα

Αν απομακρυνθούμε ωστόσο από τις άμεσες επιπτώσεις της πανδημίας, τίθενται ζητήματα άλλου τύπου σε τρία επίπεδα:

Το πρώτο έγκειται στο ότι ο εγκλεισμός θα προκαλέσει ένα αναγκαστικό βίαιο άλμα προς τα εμπρός. Πρώτα πρώτα της τεχνολογίας. Θα σπεύσει να καλύψει το κενό της επικοινωνίας που είναι αναγκαίο για τη διεθνοποίηση των αγορών, για το χρηματοπιστωτικό ζήτημα, για τη λειτουργία του κράτους και των θεσμών, για χίλια δυο άλλα πράγματα. Επομένως θα έχουμε μία αλματώδη ανάπτυξη της τεχνολογίας της επικοινωνίας και συγχρόνως εφαρμογές της σε όλα τα επίπεδα. Από την οικονομία, την πολιτική, την κοινωνία, το εκπαιδευτικό σύστημα, σε όλα.

Το δεύτερο είναι ότι θα έχουμε εξ ανάγκης μία ραγδαία προσαρμογή των θεσμών. Κι όταν λέμε ραγδαία, την βλέπουμε ήδη. Πόσες φορές μας λέγανε ότι δεν μπορούν να προχωρήσουν στον εκσυγχρονισμό του κράτους, στην τεχνολογική του προσαρμογή; Και πόσο γρήγορα απέδειξαν ότι μπορούν να κινούνται (μέσα σε δύο τρεις μέρες) για να οδηγούν σε λύσεις οι οποίες θα διευκολύνουν τον πολίτη να συναλλάσσεται με το κράτος από το σπίτι του; Που σημαίνει ότι δεν ήθελαν ή έστω αδιαφορούσαν. Ωστόσο, τώρα πια τα πράγματα τίθενται διαφορετικά. Όχι γιατί μεγαλώνει ο ρόλος του κράτους, αλλά γιατί γιγαντώνεται η ανάγκη του κράτους να προστατέψει τον εαυτό του, να μπορέσει να εισπράξει, να μπορέσει να κατασιγάσει τους κινδύνους της αποσταθεροποίησης, να μπορέσει να λειτουργήσει ώστε να υπάρξει. Και ας προσέξουμε, όταν λέμε κράτος, κατά την πονηρά σκέψη των νεοτέρων, δεν εννοούμε το κράτος ως μηχανισμό, αλλά το πολιτικό σύστημα που έχει οικειοποιηθεί το κράτος εις βάρος της κοινωνίας των πολιτών. Η τεχνολογική προσαρμογή του κράτους λοιπόν θα έρθει σε κλάσμα χρόνου διότι αποτελεί όρο επιβίωσης του πολιτικού συστήματος.

Το τρίτο όμως και πιο σημαντικό το οποίο κινεί τα υπόλοιπα, είναι η ραγδαία προσαρμογή της κοινωνίας. Σε αντίθεση με την τεχνολογία της επικοινωνίας και τις άρχουσες δυνάμεις της οικονομίας που την καρπώνονται για να ηγεμονεύσουν, οι κοινωνίες έμειναν μέχρι σήμερα εμμονικά δέσμιες σε αξίες και θεσμούς του 18ου αιώνα. Αυτός είναι και ο λόγος που ανετράπησαν οι ισορροπίες μεταξύ κοινωνίας και οικονομίας και οι κοινωνίες τέθηκαν στο περιθώριο της εξέλιξης και σε καθεστώς αναγκαιότητας. Στον εγκιβωτισμό αυτό των κοινωνιών στον 18ο αιώνα έχει συμβάλει καθοριστικά η καθεστωτική διανόηση η οποία σύρεται ως νομιμοποιητικό παρακολούθημα της «νέας τάξης» που θέλει τις δυνάμεις της νέας οικονομίας να διατηρούν αποκλειστικά το μονοπώλιο του μέλλοντος. Τις θέλουν να διαδηλώνουν, να απεργούν και κυρίως να τις καταχεριάζουν ιδεολογικά όταν επικαλούνται τα θεμελιώδη στοιχεία μιας κοινωνίας και ενός κράτους που είναι η πολιτισμική του συνοχή (δηλαδή το έθνος) και οι ανάγκες της (δηλαδή εγκολπώνεται το κοινό συμφέρον).

Η είσοδος των κοινωνιών στον “αιώνα της τεχνολογίας της επικοινωνίας”

Αν λοιπόν φέρνει κάτι η πανδημία στο προσκήνιο, αυτό είναι η είσοδος των κοινωνιών στον αιώνα της τεχνολογίας της επικοινωνίας. Πράγμα που προοιωνίζει επίσης τη μετάβασή τους στο μέλλον.

Μπορούμε ήδη να παρακολουθήσουμε τις ιλιγγιώδεις αλλαγές στο πεδίο της εργασίας. Η «εργασία» θα μετεξελιχθεί ουσιωδώς σε «έργο». Και τούτο διότι συμφέρει και την εργοδοσία να μη διατηρεί χώρους και μέσα εργασίας (γραφεία κλπ), να μην ασφαλίζει τους εργαζομένους και οι εργαζόμενοι να παρέχουν έργο αντί για εργασία από το σπίτι τους. Αυτή η εξέλιξη θα έχει δυνητικά ένα αναπάντεχο αποτέλεσμα: την μετάβαση από την εξαρτημένη εργασία στην αυτονομία της εργασίας.

Συγχρόνως οδεύουμε σε ένα άλλο φαινόμενο που είχα εξαγγείλει πριν από σαράντα και πλέον χρόνια: στην απόρριψη της εργασίας σε πραγματικό και αξιακό επίπεδο. Οδηγούμαστε δηλαδή σε μία άλλη αντίληψη της ελευθερίας στο κοινωνικοοικονομικό πεδίο με πολλαπλασιαστικές συνέπειες στη σχέση κοινωνίας και οικονομίας ή κοινωνίας και πολιτικής, οι οποίες θα αποτυπωθούν επίσης στο περιεχόμενο της κοινωνικής ατζέντας.

Οι κοινωνίες έγκλειστες στο σπίτι τους επιχειρούν να επικοινωνήσουν, να διαμορφώσουν κοινωνικές σχέσεις διαμέσου του τεχνοδικτύου. Ήδη έχουν περάσει από την απλή εξατομικευένη επικοινωνία στη διαμόρφωση συλλογικοτήτων στο επίπεδο του τεχνοδικτύου, όπου ανταλλάσσουν απόψεις, προβληματισμούς και ιδέες, όπου μεταφέρουν τις δράσεις της καθημερινότητάς τους.

Διαπιστώνουμε ήδη, το είχα επισημάνει πριν από την πανδημία, ότι αυτή η προοπτική των κοινωνιών δεν αρέσει καθόλου τους άρχοντες του κόσμου και γι’αυτό επεξεργάζονται τρόπους να την τιθασεύσουν. Θέλουν το άτομο να κινείται στο διαδίκτυο, δεν το θέλουν όμως να συγκροτεί συλλογικότητες ούτε και να εξέρχεται της λειτουργίας του ως συλλέκτης πληροφορίας και καταναλωτής. Στο κλίμα αυτό εγγράφεται και ο φασιστικός τρόπος με τον οποίο οι περιφερόμενοι γυρολόγοι του φέισμπουκ επιχειρούν να φιμώσουν τις δυσάρεστες φωνές που καταθέτουν ιδέες μη συμβατές με την ορθοταξία τους. Προσποιούνται ότι δεν γνωρίζουν ότι η ιδιωτική ιδιοκτησία του θεσμού που αναλαμβάνει ρόλους δημόσιας σφαίρας δεν είναι επιτρεπτό να αξιώνει λόγον εξουσίας που τον εκτρέπει από αυτή τη λειτουργία του. Η αξίωση αυτή έχει τις πηγές της στα απομεινάρια του φεουδαλικού παρελθόντος που έχει παρέλθει ανεπιστρεπτί.

Στο νέο περιβάλλον της τεχνολογίας της επικοινωνίας οι κοινωνίες ανακαλύπτουν τη δυνατότητα να συγκροτηθούν σε ένα επίπεδο άτυπης ή μη, πλην όμως θεσμημένης συλλογικότητας. Η διείσδυση των κοινωνιών στο νέο αυτό επικοινωνιακό πεδίο θα τις φέρει στην αρχή αντιμέτωπες με τους άρχοντες της διεθνούς των αγορών και τους θεράποντές της στην πολιτική και στο στοχασμό, αλλά στο τέλος είμαι βέβαιος ότι θα επιβάλουν την παρουσία τους μέσα στο πολιτικό σύστημαΔηλαδή θα δούμε στο τεχνοδίκτυο να συγκροτούνταιΠνύκες”.

“Πνύκες” μικρές, “Πνύκες” πολυσήμαντες, «Πνύκες» στο επίπεδο της συνολικής άρθρωσης μιας κοινωνίας. Εκεί λοιπόν η τεχνολογία της επικοινωνίας, θα μεταβληθεί στα μυαλά των ανθρώπων από τεχνολογία της πληροφορίας που της διδάσκουν, σε τεχνολογία θέσμισης των μερικών συστημάτων και του συνόλου πολιτικού συστήματος. Εν ολίγοις θα υπηρετήσουν τη συγκρότηση της κοινωνίας ως σύστημα.

Θα ζήσουμε λοιπόν μία σημαντική καθίζηση των κοινωνιών στο άμεσο μέλλον, αλλά το αισιόδοξο μήνυμα είναι ότι, σε έναν μεσοπρόθεσμο ορίζοντα, προοιωνίζεται η μετάβαση στην επόμενη μέρα. Ας ελπίσουμε ότι αυτή η μετάβαση και εντέλει η μεταβολή πολιτείας θα γίνει με σταθερό και εξελικτικό τρόπο και όχι με τη βία.

Επιμέλεια: Aθηνά Κοροβέση

 

*Ο Γιώργος Κοντογιώργης είναι Καθηγητής Πολιτικής Επιστήμης και πρ. πρύτανης στο Πάντειο Πανεπιστήμιο. Έχει διατελέσει Πρόεδρος και Διευθύνων Σύμβουλος της ΕΡΤ καθώς και υπηρεσιακός Υφυπουργός Τύπου

www.contogeorgis.blogspot.com

Γιώργος Κοντογιώργηςεπιπτώσειςκοινωνίαπανδημία κορωνοϊούτεχνολογία