Χαμένοι στη μετάφραση μέτρων και εισηγήσεων

Κυκλοφορεί ως ανέκδοτο στα εφηβικά διαδικτυακά μονοπάτια: Τη Δευτέρα καταργούνται, την Παρασκευή επανέρχονται. Αυτά δεν είναι μέτρα, είναι Δίδυμος, α’ δεκαημέρου. Όπερ εστί μεθερμηνευόμενο κατά τις ζωδιακές αναλύσεις, “άστατα, ανατρεπτικά, συχνά αυτοαναιρούμενα”.

Έλλη Τριανταφύλλου

της Έλλης Τριανταφύλλου

Οι έφηβοι μαθητές απλώς σχολιάζουν με τον δικό τους τρόπο αυτά που ακούγονται παντού. Με μεγαλύτερες ή μικρότερες δόσεις ειρωνείας, με πικρία ή αγωνία, με φόβο ή απαξία. Και με κούραση. Μεγάλη κούραση, η οποία συνδυαζόμενη με τη σύγχυση, γεννά μία αίσθηση ματαιότητας που πλήττει στην καρδιά της την προσπάθεια αναχαίτισης της πανδημίας.

Η υγειονομική κρίση δεν πέρασε. Αντίθετα δείχνει να είναι πιο επιθετική απ ό,τι τον Νοέμβριο, κυρίως λόγων των άγνωστων παραμέτρων που κουβαλούν μαζί τους οι εισαγόμενες μεταλλάξεις. Ο κόσμος, όμως, δεν ακούει. Ενστικτωδώς, κλείνει τ αφτιά του, γιατί του έχουν σπάσει τα νεύρα από τον θόρυβο.

Αυτό το διαρκές βουητό που εκπέμπουν από το πρωί μέχρι το βράδυ, από τη Δευτέρα μέχρι την άλλη Δευτέρα, τα τηλεοπτικά παράθυρα, τα οποία είναι σχεδόν εξ ολοκλήρου κατειλημμένα από τους ειδικούς περί τον ιό. Είναι εκεί το πρωί, το μεσημέρι, το απόγευμα, το βράδυ. Ολοι με άποψη. Ενίοτε διαφορετική, του ενός από τον άλλον.

“Είμαστε σε κατάσταση συναγερμού”. “Αν δεν προσέξουμε, το Πάσχα θα είμαστε σε κατάσταση συναγερμού”. “Τα σχολεία πρέπει να μείνουν ανοικτά”. “Οι μαθητές νοσούν όπως οι ενήλικοι. Να κλείσουν άμεσα”. “Να πάμε άμεσα σε ολικό lockdown”. “Οχι, δεν είμαστε ακόμα εκεί”. Μία ατέλειωτη καθημερινή πανσπερμία απόψεων που διχάζει, μπερδεύει, εξουθενώνει.

Στις “κόκκινες” περιοχές, όπως και η Αττική, υποτίθεται ότι έχουμε lockdown. Η κίνηση στους δρόμους θυμίζει παραμονή Χριστουγέννων σε εποχές παχέων αγελάδων. Κάθε μέρα. Όλες τις ώρες.

Τον Μάρτιο, κάθε απόγευμα στις έξι όλοι οι Έλληνες ήταν καρφωμένοι στις τηλεοράσεις τους για να ακούσουν τον καθηγητή Τσιόδρα. Ολη η χώρα κρεμόταν κυριολεκτικά από τα χείλη του. Και πλην ελαχιστάτων εξαιρέσεων, ουδείς έκανε δεύτερη σκέψη σε όσα άκουγε. Επίσης, κανείς μα κανείς δεν ένοιωθε την ανάγκη να αναζητήσει τρόπους για να παρακάμψει τα μέτρα. Να “κοροϊδέψει” το 13033 για να πάει να δει γνωστούς και φίλους. Ακόμα και στους υπέργηρους γονείς, τα ενήλικα τέκνα φρόντιζαν να αφήνουν τα ψώνια έξω από το σπίτι για να μην τους θέσουν σε κίνδυνο. Οικογένειες έκαναν να συναντηθούν μήνες γιατί πίστεψαν ότι αυτό ήταν το ορθό.

Σίγουρα, ήταν μια πρωτόγνωρη εμπειρία και ήμασταν όλοι σε κατάσταση σοκ. Αγωνιούσαμε για το άγνωστο που είχε εισβάλει ύπουλα στις ζωές μας. Το φοβόμασταν γιατί δεν το γνωρίζαμε. Και ο φόβος παραλύει και ακινητοποιεί.

Τώρα, μετά από έναν χρόνο, λογικά θα έπρεπε να το τρέμουμε γιατί το γνωρίζουμε. Γιατί έχουμε μάθει συγκλονιστικές λεπτομέρειες για τις καταχθόνιες μεθόδους που χρησιμοποιεί για να εισβάλει στον οργανισμό μας. Και γιατί τη φρίκη που ζούσε τότε η γειτονική Ιταλία, σε μικρότερο βαθμό, αλλά πάντως τη βίωσαν και περιοχές της Ελλάδας. Και γιατί, ο κορωνοϊός δεν είναι πλέον κάτι μακρινό και αδιάφορο. Έχει “χτυπήσει” δικούς μας ανθρώπους, έχει πάρει ζωές αγαπημένων και γνωστών μας. Έχει κατακρεουργήσει την οικονομία της χώρας. Έχει αδειάσει τις τσέπες εκατοντάδων χιλιάδων από μας.

Τότε, στην αρχή, φοβόμασταν μήπως επικρατήσουν οι συνωμοσιολογίες της επιστημονικής γνώσης. Τώρα, δυσκολευόμαστε να παρακολουθήσουμε την δημόσια έκφραση της επιστημονικής γνώσης.

Και τα μέτρα. Κι αυτά δυσκολευόμαστε να τα παρακολουθήσουμε. Άθελά μας, έχουμε μπει σε ένα καθημερινό παιχνίδι περιπέτειας. Να βγω έξω με μία ή με δύο μάσκες; Καφέ από πού θα πάρω; Από τον φούρνο της γειτονιάς μου ή από το διπλανό καφέ; Τι μέρα είναι; Oριστικοποιήθηκαν τα μέτρα, όπως γράφουμε όλοι, κάθε μέρα; Ποια μέτρα; Αυτά που ήθελε η κυβέρνηση ή αυτά που πρότειναν οι ειδικοί; Σε αυτόν τον γύρο κέρδισαν οι σκληροί ή οι άλλοι;

Περιπετειώδες, όντως, το παιχνίδι. Πολύ φοβάμαι, όμως, ότι έχει μόνο χαμένους. Πολλούς χαμένους. Τους ειδικούς που κερδίζουν πρόσκαιρη δημοσιότητα αλλά χάνουν σταδιακά την αξιοπιστία τους. Την κυβέρνηση που πρέπει να πείσει αλλά δυσκολεύεται. Και τους πολίτες. Που θέλουν να πειστούν αλλά έχουν να επιλέξουν ανάμεσα από σενάρια. Τα σενάρια, όμως, ποτέ δεν κερδίζουν στην πραγματική ζωή…